Γιώργος Κρασσακόπουλος: «Καλωσήρθατε σε μια ακόμη προβολή του 59ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου»
Φωτογραφίες: Σοφία Πασιά
Για άλλη μια φορά βρεθήκαμε με δεκάδες αποκόμματα εισιτηρίων και χιλιάδες εικόνες καρφιτσωμένες στο μυαλό, να αναρωτιόμαστε πότε κιόλας φτάσαμε στο τέλος ενός ακόμα Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Ανάμεσα στη διαδρομή Λιμάνι-Ολύμπιον και στις sold out προβολές ζητήσαμε από τον διευθυντή του προγράμματος του φεστιβάλ να μας συνοδέψει σε ένα -new entry- brunch γεύμα στο Uberdooze και να μας μιλήσει για όλα εκείνα που συνυποβάλλουν στο ποιοτικό περιεχόμενο του, που κάθε χρόνο μας καθηλώνει και μας βρίσκει -όλο και περισσότερους- έξω από τις αίθουσες του φεστιβάλ περιμένοντας για ένα εισιτήριο ή συζητώντας με τις ώρες για όλα όσα είδαμε και δεν είδαμε.
Αν νομίζεις ότι ξέρεις τα πάντα για το φεστιβάλ δοκίμασε να διαβάσεις τη συνέντευξη του Γιώργου Κρασσακόπουλου χωρίς σημειώσεις.
Μας έχετε δώσει στο πρόγραμμα 159 ταινίες μεγάλου μήκους και 77 μικρού. Τί από το περιεχόμενο του φετινού φεστιβάλ σας κάνει λίγο παραπάνω περήφανους που το καταφέρατε;
Κάθε χρόνο το στοίχημα είναι όχι μόνο να συγκεντρώσουμε τις καλύτερες ταινίες που κυκλοφορούν εκεί έξω και να συνθέσουμε μια αντιπροσωπευτική εικόνα του σινεμά που συμβαίνει τώρα σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά και να φτιάξουμε ένα πρόγραμμα που να στέκεται στο ύψος των δικών μας προσδοκιών, των προσδοκιών του κοινού και της ιστορίας του φεστιβάλ. Είμαστε περήφανοι για τα αφιερώματά μας σε δυο -όχι όσο τους αξίζει- αναγνωρισμένους ευρωπαίους δημιουργούς, τον Χάιμε Ροσάλες και την Νανούκ Λέοπολντ, αλλά και γι’ αυτό στους Κριστομπάλ Λεόν και Χοακίν Κοσίνια, δυο δημιουργούς από την Χιλή, το έργο των οποίων δεν περιορίζεται μόνο στο σινεμά, αλλά διαχέεται και σε αυτόν των εικαστικών. Όμως πέρα από τις ίδιες τις ταινίες, πέρα από το πρόγραμμα, πέρα από τις δράσεις του φεστιβάλ, μας κάνουν ιδιαίτερα περήφανους τα σχόλια των επισκεπτών μας για την οργάνωση του φεστιβάλ, για το επίπεδό του για τις γεμάτες αίθουσες, για τις εξαιρετικές ερωτήσεις στα Q&A μετά το τέλος των προβολών, για το ενδιαφέρον του κοινού, για την ευγένεια των εργαζομένων, για την φιλική ατμόσφαιρα ενός φεστιβάλ που θέλουμε να είναι μια γιορτή όπου όλοι νιώθουν ευπρόσδεκτοι.
Τρυπώνεις καθόλου στις αίθουσες;
Στην διάρκεια του φεστιβάλ, μόνο για παρουσιάσεις ή για τις συζητήσεις στο τέλος. Αν κι ομολογώ πολλές φορές όταν μένω στην αρχή μιας ταινίας μαζί με κάποιον σκηνοθέτη που θέλει να δει λίγο την ποιότητα της εικόνας ή να ακούσει το επίπεδο του ήχου, εύχομαι να μπορούσα να μείνω εκεί και να δω ξανά μια ταινία που μου άρεσε πολύ. Αλλά στην πραγματικότητα μέσα μου εύχομαι να μην υπάρχει ελεύθερη θέση στις αίθουσες. Τα τελευταία χρόνια, και φέτος ειδικότερα με τα sold out που έχουμε, ακόμη κι αν ήθελα δεν θα έβρισκα εισιτήριο ούτε για μένα!
«Έχουμε μια λίστα από σκηνοθέτες που παρακολουθούμε, από τα πρώτα τους ήδη βήματα, συχνά πριν ακόμη ολοκληρώσουν την πρώτη τους μεγάλου μήκους»
Πώς καθορίζονται τα αφιερώματα της χρονιάς και τι ξεχωριστό βρίσκεις στα φετινά;
Κάθε φορά θέλουμε να συστήσουμε στο κοινό και στον τύπο Έλληνες και διεθνείς δημιουργούς, για να έχουν την ευκαιρία να ανακαλύψουν ή να επανεκτιμήσουν το έργο τους. Στα φετινά μας αφιερώματα οι Λεόν και Κοσίνια είναι όντως μια ανακάλυψη, σχεδόν κανένα φεστιβάλ δεν είχε οργανώσει αφιέρωμα σε αυτούς, ενώ τόσο ο Ροσάλες και η Λέοπολντ είναι δημιουργοί που οφείλουν κατά τη γνώμη μου να γίνουν ευρύτερα γνωστοί και το έργο τους να σταθεί στο ύψος που του αξίζει. Όσο για το αφιέρωμα στο Ελληνικό Queer Σινεμά, το οποίο επιμελήθηκε ο Κωνσταντίνος Κυριακός (Αν. Καθηγητής της Ιστορίας του Θεάτρου και του Ελληνικού Κινηματογράφου στο πανεπιστήμιο Πατρών), είναι η πρώτη φορά που ορίζεται ως τέτοιο και η πρώτη φορά που ένας επίσημος δημόσιος φορέας αποφασίζει να ασχοληθεί με το ελληνικό queer σινεμά κι αυτό από μόνο του είναι για εμάς πολύ σημαντικό.
Ταξιδεύεις πολύ, αναζητώντας ταινίες. Πως φτάνουν στα χέρια σου; Από που αντλείς συνήθως παραπάνω έμπνευση για τη διαλογή τους;
Τόσο εγώ όσο κι ο Ορέστης Ανδρεαδάκης (Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φεστιβάλ) και η ομάδα του προγράμματος -κι όχι μόνο- ταξιδεύουμε στα μεγάλα κινηματογραφικά φεστιβάλ του πλανήτη, βλέποντας την καινούρια παραγωγή. Βέβαια, ούτως ή άλλως, έχουμε μια λίστα από σκηνοθέτες που παρακολουθούμε, από τα πρώτα τους ήδη βήματα, συχνά πριν ακόμη ολοκληρώσουν την πρώτη τους μεγάλου μήκους. Η δουλειά ενός προγραμματιστή δεν είναι μόνο να ξεχωρίζει ένα καλό φιλμ, αλλά συχνά και να το ανακαλύπτει ανάμεσα σε εκατοντάδες ή χιλιάδες άλλα που υπάρχουν εκεί έξω. Πέρα από τα φεστιβάλ στα οποία πηγαίνουμε λοιπόν, έχουμε πάντα τα μάτια και τα αυτιά μας ανοιχτά και φυσικά βλέπουμε με προσοχή όλες τις ταινίες που φτάνουν με δική τους πρωτοβουλία στα χέρια μας. Όλες τις ταινίες δηλαδή που οι ίδιοι οι δημιουργοί καταθέτουν στο φεστιβάλ.
Ποιο περασμένο αφιέρωμα του Φεστιβάλ είχες ξεχωρίσει προσωπικά;
Υπάρχουν τόσα πολλά που είναι δύσκολο να διαλέξω μόνο ένα! Από τον Τακέσι Κιτάνο μέχρι τον Φιλίπ Γκραντριέ κι από τον Τέρενς Ντέιβις έως τον Ρούμπεν Οστλουντ, υπάρχουν τόσοι σπουδαίοι δημιουργοί που έχουν περάσει από την Θεσσαλονίκη που δεν ξέρω από που να αρχίσω. Κι ελπίζω ότι στο μέλλον να έχουμε την ευκαιρία να φέρουμε εδώ ακόμη περισσότερους κι ακόμη πιο σημαντικούς.
Τί πιστεύεις για την εξωστρέφεια του ελληνικού κινηματογράφου και τί σκέφτεσαι για τη συμβολή του ΦΚΘ;
Νομίζω ότι από την εποχή που το φεστιβάλ έγινε διεθνές και πολύ περισσότερο από όταν ξεκίνησε τις αναπτυξιακές του δράσεις όπως αυτές της Αγοράς, βοήθησε πολύ στο να ανοίξουν οι ορίζοντες και των Ελλήνων δημιουργών. Τους έφερε σε επαφή με καινούργιες εικόνες, με επαγγελματίες από όλο τον κόσμο, βοήθησε να εκπαιδευτεί μια νέα γενιά παραγωγών. Και νιώθω ότι αν κάποτε για μια μεγάλη μερίδα των Ελλήνων δημιουργών η μεγαλύτερη φιλοδοξία τους ήταν να κάνουν πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη, τώρα είναι να κάνουν εδώ την ελληνική τους πρεμιέρα, μετά από ένα ταξίδι στα φεστιβάλ του κόσμου, ή να χρησιμοποιήσουν την συμμετοχή τους στο φεστιβάλ ως εφαλτήριο γι’ αυτό το ταξίδι.
Τί οραματίζεστε για τη θέση του ΦΚΘ στον παγκόσμιο χάρτη των φεστιβάλ;
Να συνεχίσει σταθερά να ενισχύει την θέση του ανάμεσα στα πιο ενδιαφέροντα φεστιβάλ του πλανήτη, να παραμείνει συντονισμένο στο σινεμά του αύριο, να μην χάσει τον φιλικό χαρακτήρα του απέναντι στους δημιουργούς και τους καλεσμένους του.
Δες τι βλέπεις (το φετινό σλόγκαν). Εσύ, τί (εικόνες) βλέπεις στο 59ο ΦΚΘ;
Εικόνες χαρούμενων ανθρώπων που βιάζονται να προλάβουν μια προβολή, τη λάμψη στα μάτια δημιουργών που έχουν μόλις χειροκροτηθεί θερμά, την ανυπομονησία σε μια ουρά στην αίθουσα, θεατές να κουβεντιάζουν και να μοιράζονται, φιλίες να χτίζονται στην αναγνώριση ανθρώπων με κοινό κινηματογραφικό γούστο, την πόλη στην θέρμη μιας γιορτής που μας χωρά όλους.
Αγαπημένη στιγμή από το φεστιβάλ που διανύουμε μέχρι στιγμής.
Κάθε φορά που στέκομαι μπροστά σε μια αίθουσα δίχως καμμιά κενή καρέκλα και λέω «Καλωσήρθατε σε μια ακόμη προβολή του 59ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης».
59ο ΦΚΘ. Πως φαντάζεσαι το φεστιβάλ σε άλλα 59 χρόνια από τώρα;
Δυστυχώς χωρίς εμένα! Αλλά ελπίζω να είναι το ίδιο ζωντανό κι ακμαίο με τώρα. Ένα φεστιβάλ που θα ήθελα να είμαι κομμάτι του, όπως και οι άνθρωποι που τώρα γεμίζουν τις αίθουσές του και οι δημιουργοί που το επισκέπτονται.
*Ο Γιώργος Κρασσακόπουλος είναι κριτικός κινηματογράφου. Τα τελευταία χρόνια, είναι Επικεφαλής Προγράμματος του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και ένας από τους βασικούς προγραμματιστές του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Εκτός της φεστιβαλικής του δραστηριότητας, είναι μέλος της ιδρυτικής ομάδας του κινηματογραφικού online περιοδικού flix.gr
**Αν σου άνοιξε η όρεξη πέρα από κινηματογράφο και για φαγητό, τo brunch του Uberdooze είναι μόλις ένα από τα πολλά γεύματα που σερβίρονται καθημερινά, από τις 10.00 μέχρι τις 18.00. Το #ForbiddenSeason μόλις ξεκίνησε!
Uberdooze
Δαναΐδων και Σφέτσιου
Θεσσαλονίκη, 546 26
Βρείτε το Uberdooze:
www.facebook.com/ubr12/
www.instagram.com/uberdooze/