«Τ’ αδέρφια μου», το ποίημα της Παρασκευής.
Τ’ αδέρφια μου που χάθηκαν εδώ κάτω στον κόσμο
είναι τ’ αστέρια που τώρα ανάβουν ένα ένα στον ουρανό
και να ο μεγαλύτερος
με μια ανοιξιάτικη μαύρη γραβάτα
που χάθηκε μέσα σε σπηλιές θεόστραβες
καθώς κυλούσε παίζοντας
πάνω σε ανεμώνες κόκκινες
γλίστρησε
μεσ’ του θηρίου τ’ άγριου το ματωμένο στόμα
ύστερα ο άλλος μου αδερφός που καήκε
πουλούσε κίτρινα βεγγαλικά
πουλούσε κι άναβε κίτρινα βεγγαλικά
– Όταν ανάβουμε – έλεγε – φωτιά
θα διώξουμε από τους κήπους τα φαντάσματα
θα πάψουν να μολύνουν τους κήπους τα φαντάσματα
– Όταν ανάβουμε – έλεγε – κίτρινα βεγγαλικά
μια μέρα θ’ ανάψει ο ουρανός γαλάζιος
κι ύστερα ο τρίτος ο πιο μικρός
που έλεγε πως είναι νυχτερίδα
γι’ αυτό αγαπούσε τα φεγγάρια
και τα φεγγάρια μια νύχτα τον εζώσανε
κόλλησαν γύρω-γύρω και τον έκλεισαν
κόλλησαν γύρω-γύρω και τον έπνιξαν
τον έλιωσαν γύρω-γύρω τα φεγγάρια
Τ’ αδέρφια μου που χάθηκαν εδώ κάτω στον κόσμο
είναι τ’ αστέρια που τώρα ανάβουν ένα ένα στον ουρανό
του Μίλτου Σαχτούρη, από την συλλογή «Τα φάσματα ή η χαρά στον άλλον δρόμο», εκδόσεις Κέδρος.