Skip to content

Q&A, με τους συντελεστές της ταινίας «Forget Me Not» στο Φεστιβάλ που μας πέρασε

AUTHOR

DATE

SHARE THIS ARTICLE

 

Της Εύας Κώττα

Ο Γιάννης Φάγκρας έπιασε, επιτέλους, λιμάνι και παρουσίασε την νέα του ταινία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Παρακολουθούμε ένα “ρόουντ μούβι”, στο οποίο ο Άλεξ (Γιάννης Στάνκογλου) ξεκινάει από την Νέα Ορλεάνη και καταλήγει στη θάλασσα Μπέρινγκ, στην Αλάσκα, προκειμένου να καταδηθεί στα παγωμένα νερά και να αποκαλύψει ένα μυστήριο. Παράλληλα, εξελίσσεται το “λοβ στόρυ” του με την Δάφνη (Αλίκη Δανέζη–Κνούτσεν), η οποία έχει χάσει τα ίχνη του από καιρό, αλλά αρνείται να τον ξεχάσει. Όταν, λοιπόν, αυτή η σύγχρονη Πηνελόπη μαθαίνει ότι ο Οδυσσεάς της βρίσκεται στην άλλη άκρη της γης, αποφασίζει να μην περιμένει άλλο και εγκαταλείπει την Ιθάκη, για να πάει να τον βρει. Αναμφισβήτητα, αυτό που εντυπωσιάζει τον θεατή είναι η απόκοσμη ομορφιά της Αλάσκας. Τα πλάνα σε ταξιδεύουν σε μια ονειρική κατάσταση, που διακόπτεται από την επιβλητική μουσική του Άκη Καπράνου, η οποία μας υπενθυμίζει ότι δεν πρόκειται για ένα ταξίδι αναψυχής, αλλά για ένα ταξίδι αναζήτησης, όπου ο καθένας ψάχνει κάτι διαφορετικό, αλλά όλοι, τελικά, τον ευατό τους. Παρ’ όλη την φιλόδοξη, όμως, προσπάθεια, στην ταινία λείπει η ουσία. Μαντεύουμε, μόνο, τι μπορεί να οδήγησε τους πρωταγωνιστές να δρουν, κατά αυτόν τον τρόπο, αλλά δεν μπορούμε να τους νιώσουμε, να τους καταλάβουμε. Ο Γιάννης Στάνκογλου προσπαθεί να ισορροπήσει σε έναν, μάλλον, μετέωρο ρόλο και η επιβλητική του παρουσία, χαρίζει πόντους στην ταινία. Στις υπόλοιπες ερμηνείες παρατηρείται μια έλλειψη βάθους, καθώς οι χαρακτήρες, απλώς, απαγγέλουν τα λόγια τους. Αυτό, λοιπόν, που μένει είναι η ωραία αίσθηση της ταινίας και η πανέμορφη, παγωμένη Αλάσκα.

Μετά την δεύτερη προβολή της ταινίας «Forget me Not», στην κατάμεστη αίθουσα “Τόνια Μαρκετάκη”, ο σκηνοθέτης Γιάννης Φάγκρας, ο διευθυντής φωτογραφίας Παναγιώτης Σαλαπάτας και ο ηθοποιός Γιάννης Στάνκογλου, απάντησαν στις απαντήσεις του κοινού:

unnamed

Q: Πόσο καλά αποδίδεται στην εικόνα, η αίσθηση που είχατε στα γυρίσματα;

Γ.Φ.: Είχαμε την αίσθηση που είδατε. Η εικόνα είναι αυτό που νιώθεις όταν είσαι στην Αλάσκα. Το ίδιο το μέρος είναι έτσι. Δεν είναι κάπως αλλιώς, που το κάναμε εμείς να μοιάζει έτσι. Νομίζω ότι αυτή την αποτύπωση, την οφείλουμε και στην φωτογραφία του Παναγιάωτη Σαλαπάτα.

Π.Σ.: Τα πράγματα έγιναν από μόνα τους. Υπάρχει ένα μαγικό στοιχείο και αυτό βοήθησε, στο να γίνει αυτό που είδατε. Είχαμε δει μια έκθεση φωτογραφίας στην Νέα Υόρκη, πριν γυρίσουμε την ταινία, και αυτό το είχαμε σαν αφετηρία και σαν έναυσμα, αλλά πολλά γίναν με έναν μαγικό τρόπο.

Q: Τελικά, τί ψάχνει να βρει ο πρωταγωνιστής;

Γ.Φ.: Ψάχνει να βρει ένα αεροπλάνο, που έπεσε. Φαίνεται και στην αρχή της ταινίας. Αν το βρήκε δεν ξέρω, δεν θα σας το πω εγώ. Αφού δεν το λέει η ταινία, θα σας το πω εγώ; Τέτοιου είδους ερωτήματα υπάρχουν σαν ερωτήματα. Οι θεατές πρέπει να κάνουν ένα βήμα, να πλησιάσουν την ταινία και να βρουν τις απαντήσεις.

Q: Τί εποχή έγιναν τα γυρίσματα και γιατί δεν υπάρχει χιόνι παντού;

Γ.Σ.: Τα γυρίσματα έγιναν Οκτώβρη, με αρχές Νοέμβρη. Είναι η εποχή που ξεκινά να πέφτει το χιόνι.

Q: Το εγχείρημα φαίνεται δύσκολο, πόσο δύσκολα ήταν, τελικά, τα γυρίσματα;

Γ.Σ.: Υπήρχαν, σίγουρα, δυσκολίες. Επί ένα μήνα, ήμασταν μέσα σε ένα καράβι και ταξιδεύαμε, γυρίζαμε και κοιμόμασταν εκεί όλοι (συνεργείο και ηθοποιοί) και πηγαίναμε από λιμάνι σε λιμάνι. Βρεθήκαμε σε δύσκολες καταστάσεις. Νομίζω ότι κάποιες δυσκολίες φαίνονται κιόλας. Ίσως να ήταν και λίγο πιο δύσκολα. Ίσως να μην φαίνονται τόσο, όσο πραγματικά ήταν.

Q: Το καστ απαρτιζόταν, μόνο, από επαγγελματίες ηθοποιούς;

Γ.Φ.: Όχι, υπάρχουν αρκετοί ερασιτέχνες, οι πιο πολλοί. Ο καπετάνιος, για παράδειγμα, ήρθε από την Ικαρία. Είχε υπάρξει, πριν τριάντα χρόνια, ναυτικός στην Αλάσκα και του πρότεινα να συμμετέχει. Οι υπόλοιποι είναι ντόπιοι, από εκεί. Η Αλίκη (Δανέζη–Κνούτσεν), η πρωταγωνίστρια, δεν είναι επαγγελματίας ηθοποιός, είναι σκηνοθέτης.

unnamed (1)

Q: Έχουν περάσει πολλά χρόνια από την προηγούμενη ταινία σας και φυσικά το σινεμά έχει αλλάξει. Εσείς, πως το βλέπετε; Τί προοπτικές υπάρχουν για το ελληνικό σινεμά;

Γ.Φ.: Δεν μπορώ να πω πως είμαι πολύ αισιόδοξος, με αυτά που βλέπω να γίνονται.  Δεν μιλάω για τις ταινίες. Οι ταινίες γίνονται και θα γίνονται και αν κάτι είναι αισιόδοξο, είναι αυτό. Υπάρχουν άνθρωποι, που θέλουν να εκφραστούν, και αυτό είναι καλό. Δεν είμαι αισιόδοξος, ως προς τα μέσα που παρέχονται, τις βοήθειες που παρέχονται από την πολιτεία, τους τρόπους που διαθέτει κάποιος για να κάνει κινηματογράφο. Είναι πολύ περιορισμένο το πεδίο δράσης μας. Όλα εξαρτώνται από την αυτοθυσία των ανθρώπων, που ασχολούνται με αυτή τη δουλειά.

Q: Προσδιορίστε μας, λίγο, την έννοια του χειροποίητου σινεμά, όπως αυτό που κάνετε εσείς.

Γ.Φ.: Χειροποίητο σημαίνει ότι η δημιουργία της ταινίας δεν βασίστηκε σε ειδικούς, που ο καθένας απασχολείται με έναν τομέα. Όλοι τα κάναμε όλα. Ο Γιάννης (Στάνκογλου) κουβάλαγε μηχανήματα. Εγώ έκανα πολλά πλάνα. Όλοι βοηθούσαν. Και στην συνέχεια, βέβαια, εγώ ήμουν πάντα εκεί, μέχρι να βγει η ταινία. Αυτό είναι το χειροποίητο – ό,τι βασίζεται σε λίγους ανθρώπους, που τα κάνουν όλα.

Q: Για ποιο λόγο επιλέξατε να την γυρίσετε σε φίλμ;

Γ.Φ.: Γιατί μπορούσαμε! Για μένα είναι το καλύτερο μέσο, για να κάνεις κινηματογράφο. Η εικόνα που βγάζει το φιλμ, είναι πιο ζωντανή. Τα χρώματα είναι πιο βαθιά. Αισθάνομαι μεγαλύτερη αλήθεια, βλέποντας κάτι σε φιλμ, παρά ψηφιακό, που είναι σαν τηλεόραση. Προς το παρόν, είμαστε η τελευταία ελληνική ταινία, που έχει γυριστεί σε φιλμ. Ίσως να μην υπάρξει άλλη.

AUTHOR

Beater.gr

Loading...
And the Battle of the Bands begins
Album Review: Pink Floyd “The Endless River”