Ερωτεύσου, με λέξεις του Οδυσσέα Ελύτη.
Ο Οδυσσέας Ελύτης είναι ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές. Έχει τιμηθεί με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας και έχει αναγνωριστεί παγκοσμίως. Το πραγματικό του όνομα ήταν Οδυσσέας Αλεπουδέλης και γεννήθηκε στις 02 Νοεμβρίου το 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Κάτω από την επίδραση της λογοτεχνικής του στροφής, παραιτήθηκε από την πρόθεση να ασχοληθεί με τη χημεία και το 1930 εγγράφηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Το 1933, συνδέθηκε στενότερα με τον Γιώργο Σαραντάρη, ο οποίος τον ενθάρρυνε στις ποιητικές του προσπάθειες, όταν ακόμα ο Ελύτης ταλαντευόταν σχετικά με το αν έπρεπε να δημοσιεύσει τα έργα του, ενώ τον έφερε σε επαφή και με τον κύκλο των Νέων Γραμμάτων (1935–1940, 1944). Κατά τα χρόνια που ακολούθησαν συνέχισε το πολύπλευρο πνευματικό του έργο.
Ο Ελύτης φρόντιζε αυστηρά η προσωπική του ζωή να βρίσκεται μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Όταν πέθανε, ο μόνος αδελφός του εν ζωή ήταν ο Ευάγγελος Αλεπουδέλης. Ο ίδιος ο ποιητής είχε μεγάλη αδυναμία στην ανηψιά του Μυρσίνη Αλεπουδέλη-Λεωνιδοπούλου, η οποία έφερε το όνομα μιας πρόωρα χαμένης αδελφής του. Τελευταία σύντροφος της ζωής του ήταν η ποιήτρια Ιουλίτα Ηλιοπούλου, που ήταν και η κληρονόμος των πνευματικών δικαιωμάτων του έργου του.
Συγκεντρώσαμε 4 ποιήματα που αποδίδουν τον πολυσύνθετο κόσμο του έρωτα με αφορμή τα 26 χρόνια από τον θάνατό του.
Το Μονόγραμμα
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ’ αχανή
σεντόνια
Να μαδάω γιασεμιά — κι έχω τη δύναμη
Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Μεσ’ από φεγγαρά περάσματα και κρυφές της θάλασσας
στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε
Ακουστά σ’ έχουν τα κύματα
Πώς χαιδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λες ψιθυριστά το “τι” και το “ε”
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά
Πάντα εσύ τ’ αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό
πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Το βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά
Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Τα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά
που μεγαλώνει
Το γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ
Επειδή σ’ αγαπώ καί σ’ αγαπώ
Πάντα εσύ τό νόμισμα καί εγώ η λατρεία που το
εξαργυρώνει:
Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο
Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’ ουρανού με τ’ άστρα
Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή
Που πια δεν έχω τίποτε άλλο
Μες στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου
Να μυρίζω από σένα και ν’ αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο
Δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να μιλώ για σένα και για μένα.
Επίγραμμα
Πριν απ’ τα μάτια μου ήσουν φως
Πριν απ’ τον Έρωτα έρωτας
Κι όταν σε πήρε το φιλί
Γυναίκα.
Τα Ρω του Έρωτα
Οι άγγελοι τραγουδάνε. Και οι ερωτευμένοι επίσης. Πίσω από κάθε
ανάταση, από κάθε μεράκι, μια κιθάρα περιμένει έτοιμη να πάρει τα
λόγια και να τα ταξιδέψει από χείλη σε χείλη. Δεν είναι λίγο αυτό.
Είναι η χαρά να δίνεις χαρά στους άλλους, είναι αυτό που μας βα-
στάει στη ζωή. Γι΄ αυτό, κοντά στα ποιήματά μου, δοκίμασα να γρά-
ψω και μερικά τραγούδια, χωρίς να τα υποτιμώ καθόλου. Έτσι ή αλ-
λιώς, μιλά κανείς για τα ίδια πράγματα που αγαπά, και από κει και πέ-
ρα το λόγο έχουν αυτοί που θα τ’ ακούσουν. Λένε πως το είδος έχει
ορισμένους κανόνες. Δεν τους ξέρω και, πάντως, δεν ενδιαφέρθηκα
ή δεν μπόρεσα να τους ακολουθήσω. Δουλεύει ο καθένας όπως
νοιώθει. Και η θάλασσα είναι απέραντη, τα πουλιά μυριάδες, οι ψυχές
όσες και οι συνδυασμοί που μπορούν να γεννήσουν οι ήχοι και τα λό-
για, όταν ο έρωτας και το όνειρο συμβασιλεύουν.
Μαρίνα
Δώσε μου δυόσμο να μυρίσω
λουίζα και βασιλικό
Μαζί μ’ αυτά να σε φιλήσω
και τι να πρωτοθυμηθώ
Τη βρύση με τα περιστέρια
των Αρχαγγέλων το σπαθί
Το περιβόλι με τ’ αστέρια
και το πηγάδι το βαθύ
Τις νύχτες που σε σεργιανούσα
στην άλλη ν άκρη τ’ ουρανού
Και ν’ ανεβαίνεις σε θωρούσα
σαν αδελφή του Αυγερινού
Μαρίνα πράσινό μου αστέρι
Μαρίνα φως του Αυγερινού
Μαρίνα μου άγριο περιστέρι
και κρίνο του καλοκαιριού.