Skip to content

Ο Κωνσταντίνος Τζούμας δηλώνει αμετανόητος ερασιτέχνης!

DATE

SHARE THIS ARTICLE

Σε ηλικία 78 ετών απεβίωσε σήμερα ο αγαπημένος ηθοποιός, συγγραφέας και ραδιοφωνικός παραγωγός Κωνσταντίνος Τζούμας και με αφορμή αυτό θυμόμαστε τη συνέντευξη που παραχώρησε στη Βικτώρια Γκουντώνη και το Beater.gr τον Νοέμβριο του 2019.
______________________

Απέναντί μας μια άδεια σκηνή, έτοιμη να υποδεχτεί μια ακόμα παράσταση. Βρήκαμε τις θέσεις μας κάπου στο κέντρο του θεάτρου Αυλαία και ξεκινήσαμε να συζητάμε. Διότι, πρόκειται περί συζήτησης και όχι συνέντευξης. Ο Κωνσταντίνος Τζούμας διάλεξε όπως πάντα μαεστρικά τις λέξεις του και ξεκίνησε την ιστορία του από τον Πειραιά. 

«Τα παιδικά μου χρόνια είχαν μια κάποια μαγεία, διότι μεγάλωσα στον Πειραιά και ο Πειραιάς τότε ήταν σαν σκηνικό ταινίας με τα νεοκλασικά του, το Πασαλιμάνι, την Καστέλα, το Τουρκολίμανο, σήμερα μικρολίμανο, το Χατζηκυριάκειο… Υπήρχαν ένα σωρό γυναίκες ναυτικών, που ήταν μόνες και τίναζαν με τις ώρες τα σεντόνια στα μπαλκόνια και εμείς το σκάγαμε για να βρεθούμε στην τελετή του τινάγματος, μπας και κάποια χαμογελούσε ιδιαίτερα, στοχευμένα… Υπήρχε επίσης η Τρούμπα που ήταν μεγάλη γειτονιά με ανθρώπους από όλα τα μέρη του κόσμου. Χωρίς να το ήθελες, σπούδαζες δωρεάν την ανθρώπινη συμπεριφορά, τη ζωή την ίδια και αυτό ήταν υπέροχο. Εγώ ανήκω στη γενιά του ’60 που μεγάλωσε με το κορίτσι της διπλανής πόρτας, που είχε τη διάθεση να είναι και φίλη και ερωμένη και να παίξει ρόλους γιατί ζούσε και αυτή τη δική της απελευθέρωση. Η δικιά μας η γενιά ήταν η πρώτη metrosexual γενιά, χωρίς βέβαια να έχει εφευρεθεί ακόμα ο όρος. Ήμασταν και φίλοι με τα κορίτσια. Έβλεπα πάρα πολύ κόσμο να συνωστίζεται στα σινεμά της Τρούμπας και στους οίκους και θα έλεγα πως ήταν και αυτό μέρος της σεξουαλικής μας επιμόρφωσης. Και μετά η πλατεία Κολωνακίου, η πλατεία Βικτωρίας, η Φωκίωνος Νέγρη, η Πλάκα, το Σύνταγμα, η μπελ επόκ της ερωτικής αναρχίας μας. Ένα υπέροχο ξεσάλωμα, το οποίο κατέληξε μετέπειτα να αποκτήσει αυτή τη στενότητα της πολιτικής ορθότητας. 

Η δική μου γενιά, δεν είχε ποτέ καμία δυσκολία με την κοινωνική συναναστροφή, ούτε με τις ετικέτες, ούτε με τους καλούς τρόπους. Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να έχει κανείς καλούς τρόπους, να σέβεται τον διπλανό του και να μην του κάνει τη ζωή δύσκολη. Τα πάντα είναι θέμα αντίληψης.»

Από τα σκηνικά του Πειραιά στις σκηνές του θεάτρου. 

«Ήμουν θεατρίνος από μικρός. Η μητέρα μου, βλέποντας πως είχα μια έφεση προς οτιδήποτε κομψό και φίνο, συνήθιζε να λέει στις φίλες της «δεν θέλω να μου γίνει θεατρίνος». Ξέρετε, η μητέρα μου είχε πολλές φίλες και συνήθιζε να τις ντύνει. Εγώ από μικρός πάλι, συνήθιζα να περιφέρομαι ανάμεσά τους. Αυτή η καταπληκτική ενατένιση κάτω από το τραπέζι, όπου η μπάλα πήγαινε πάντα εκεί και αργούσε να ανακαλυφθεί λες και ήταν χαμένη σε έναν λαβύρινθο… 

Είναι πιθανόν η υποκριτική να βοηθά κάποιον να ανακαλύψει και άλλες πτυχές του εαυτού του, ωστόσο δεν ξέρω αν είναι χρήσιμο. Δηλαδή βλέπω καταπληκτικούς ηθοποιούς, οι οποίοι είναι αφόρητοι σαν χαρακτήρες… Τι να την κάνεις την ανακάλυψη του εαυτού σου όταν ο διπλανός σου εξαιτίας της περίπτωσης και της μεγαλοφυίας σου υποφέρει; Εκτός βέβαια και αν καταφέρνεις να παραμένεις πάντα ένα είδωλο, μια απόσταση. Έχει αξία να κερδίζεις δάφνες, βραβεία σε ακαδημίες γραμμάτων και τεχνών και καμία θέση στο κρεβάτι κανενός; Δεν σου δίνεται ποτέ η ευκαιρία να ζήσεις…

Τι πάει να πει καριέρα… όταν μπορείς να παραμείνεις ερασιτέχνης όλη σου τη ζωή.

«Θεωρώ τη λέξη καριέρα στην Ελλάδα λίγο μπανάλ και λίγο αστεία. Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει καριέρα στην Ελλάδα και αυτοί που κάνουν καριέρα είναι λίγο ξενέρωτοι. Σε μια μικρή χώρα που γνωριζόμαστε όλοι δεν έχεις περιθώριο να στήσεις ούτε μύθο, ούτε να κρατηθείς σε απόσταση. Έξω, όταν ας πούμε οι Κινέζοι είναι 1,5 δις, όταν από την Αμερική μέχρι το Los Angeles η απόσταση είναι τεράστια, ε τότε εύκολα καλλιεργείται ο μύθος και η απόσταση. Κάποτε ο Χατζηδάκις μου είπε «Να παραμείνεις ερασιτέχνης σε όλη σου τη ζωή per amore dell’arte». Μέχρι σήμερα παραμένει η καλύτερη συμβουλή που μου έχουν δώσει. Αυτό είναι το νόημα, και όχι να νομίζεις πως θα κάνεις καριέρα. Σκέφτομαι τους ανθρώπους που έχουν κάνει καριέρα είτε εντός εισαγωγικών είτε εκτός εισαγωγικών στην Ελλάδα, δεν θα ήθελα να μοιάζω σε κανέναν για να είμαι ειλικρινής. Όταν αποφασίσεις να διαφοροποιηθείς, αυτόματα αυτό απαιτεί ένα κόστος. Δεν το ένιωσα ποτέ μου. Εγώ έκανα αυτό που ήθελα να κάνω γιατί έτυχε να μείνω μόνος, όταν στα 15 μου έχασα τη μητέρα μου. Ήταν ένα δώρον άδωρον. Το δώρο ήταν ότι πήρα τη ζωή στα χέρια μου και αυτό το κατάλαβα αργότερα. Από 15 χρονών συνέβη να μην έχω να δώσω λογαριασμό σε κανέναν παρά μόνο στον εαυτό μου, κάτι που είναι πολύ ζόρικο.»

Στον έρωτα δεν υπάρχει συνταγή. Τι σημαίνει όμως ερωτεύομαι;  

Κάποτε είχα διαβάσει μικρός μια συνέντευξη της Brigitte Bardot, η οποία είχε φρενήρη ερωτική ζωή. Την είχαν ρωτήσει λοιπόν «Ποιος είναι κατά τη γνώμη σας ο ιδεώδης εραστής». Αυτή η ερώτηση είχε να κάνει με τις προβλεπόμενες απαντήσεις όπως ο μεσογειακός τύπος, ο αθλητικός, ο διανοούμενος, ο μποέμ… και αυτή τότε είχε απαντήσει κάτι που μου έκανε μεγάλη εντύπωση και το διαπίστωσα μεγαλώνοντας «ο ξένοιαστος», αυτός που με κάνει να αισθάνομαι ξένοιαστα. Στις σχέσεις δεν έχω να αποδείξω τίποτε. Δημιουργούνται αυτόματα οι προϋποθέσεις και μια διάθεση να περάσουμε καλά. Δεν έχουμε να διεκδικήσουμε τίποτα. Φυσικά, δεν συμβαίνει πάντα αυτό. 

Μοιραία ή τυχαία στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή. 

«Ε είναι και λίγο αυτό που λέμε ως εκ θαύματος, από σύμπτωση, εκ λάθους. Κάποτε είχαμε πάει με μια φίλη στη Βαρκελώνη και το πρώτο Σάββατο που ήμασταν εκεί, καθίσαμε έξω από την πανσιόν που μέναμε και της λέω περίμενε μισό λεπτό να δούμε που θα πάμε. Και βλέπουμε ένα πλήθος, πολύ κομψό, πολύ ιδιαίτερο, το οποίο πήγαινε προς μια κατεύθυνση και της λέω δεν τους ακολουθούμε; Ανακαλύψαμε πως πήγαιναν σε ένα σταθμό τρένου που είχε καταργηθεί. Παλιομοδίτικος με βιτρό, με μια επιγραφή που έλεγε: Free drinks, Free drugs! Αρχές ’80, μετά τον θάνατο του Franco, που η Ισπανία είχε αρχίσει να ξεσαλώνει. Πιάνοντας συζήτηση, μάθαμε ότι οι gay και οι λεσβίες της πόλης είχαν νοικιάσει τον χώρο από τα δημοτικά συμβούλια, τα οποία απαρτίζονταν από πολύ νεαρά άτομα που είχαν δώσει την έγκριση για να γίνονται τέτοια party, τέτοιες φιέστες. Ήταν πράγματι καταπληκτικά! Που το μυρίστηκα; Ξέρω εγώ… Πρέπει να έχεις και μια αίσθηση του τι γίνεται γύρω σου!»

Aπό το αμετανόητο coolness στην αμηχανία. 

«Η ψυχραιμία είναι χρήσιμη στη ζωή. Αποφεύγεις τους φανατισμούς, αποφεύγεις τον άμυαλο εξεγερμένο, αυτή την ασχετοσύνη του να μην ξέρω τίποτα και να θέλω να είμαι μέσα σε όλα. Γιατί θέλεις να είσαι μέσα σε όλα; Είσαι ικανός για όλα;

Ναι έχω βρεθεί σε αμηχανία όταν μου έκαναν προτάσεις να περάσω από το σπίτι τους αργά τη νύχτα. Οι άνθρωποι που εκτιμούσα πάρα πολύ και τους θαύμαζα για τη δουλειά τους και το έργο τους δεν ήταν την ίδια στιγμή οι άνθρωποι που με τράβαγαν ερωτικά. Δεν ασκούσαν καμία έλξη σωματικότητας επάνω μου. 

Εμένα μου αρέσουν οι άγνωστες υπάρξεις, γιατί μπορώ να κάνω ότι λαχταρά η ψυχή μου, να παίξω όποιον ρόλο θέλω, να μεταμορφωθώ. Το δωδεκάθεο, η ελληνική μυθολογία έχει αυτό το καλό, ότι μπορείς να είσαι ότι λαχταρά η ψυχή σου. Σταγόνα βροχής, ταύρος, παλακίδα, τοξότητης, πολέμαρχος… Γι’ αυτό μου άρεσε η Νέα Υόρκη. Ήμουν “complete unknown” και μπορούσα να παίξω ό,τι ρόλο ήθελα. Αυτό είναι πάρα πολύ γοητευτικό.»

Παρούσα διανοητική κατάσταση… 

«Τρομοκρατημένα αισιόδοξος. Εννοώ ότι είμαι τρομοκρατημένος με όλες αυτές τις βαρβαρότητες που συμβαίνουν, με μελαγχολούν οι διαπιστώσεις που κάνω για τις σχέσεις των 2 φύλων, για το που πάει η ανθρωπότητα, για τους πολιτικούς που δεν μπορούν να πουν την αλήθεια… Παρόλα αυτά, υπάρχουν εκρήξεις αισιοδοξίας αν και είμαι φύσει μελαγχολικός.

Τώρα είμαι στις κερκίδες και απολαμβάνω το θέαμα των άλλων. Δεν είναι το καλύτερο show, υπάρχουν πολλές εκθαμβωτικές ασχήμιες και δεν μου αρέσει καθόλου αυτό. Ο Πειραιώτης είχε παλιά άγραφο νόμο «Μαγκιά είναι να κάνεις το δικό σου, χωρίς να ενοχλείς τον διπλανό σου», αυτό είναι μαγκιά! Αυτοί ήταν οι κυρίαρχοι του cool. Έκαναν το δικό τους, ζούσαν χωρίς περιορισμούς και απαγορευτικά χωρίς όμως να ενοχλούν κανέναν. 

Αυτή η «αγελαδοποίηση»… όλοι μαζί. Δεν με αφορά. Υπάρχει μια ευκολία στο χαρακτηρισμό, που συνοδεύεται από ένα μίσος τοξικό. Όλοι σε θέλουν δικό τους. Τα κόμματα, οι πρωταγωνίστριες του θεάτρου, οι ιδεολογίες, οι παρέες… εγώ δεν είμαι κανενός και ούτε ενδιαφέρθηκα ποτέ να είμαι. Γιατί να είμαι; Τι θα κερδίσω αν είμαι; Μπορώ και από μόνος μου να πορευτώ, να ζήσω, να διεκδικήσω, να ερωτευτώ! 

Ως εκ τούτου πολλά από τα πράγματα που συμβαίνουν με αφήνουν αδιάφορο. Είμαι αλλού, έχω κάνει τις διαδρομές μου και έχω καταλήξει πια να κάνω ραδιόφωνο, να παίζω σε αυτού του είδους το θέατρο, να κάνω παρέα με αυτούς τους ανθρώπους και όχι με άλλους.»

Ανακαλύπτοντας την ομορφιά και τη γοητεία σήμερα.

«Είναι κάτι πράγματα, τα οποία δεν μπαίνουν σε κλισέ και σε κατηγορίες. Είναι τυχαία περιστατικά, απρόσμενης γενναιοδωρίας. Εκεί που δεν το περιμένεις, ένα βλέμμα από κάποια άγνωστη, ένα μικρό παιδί που λέει μια καταπληκτική κουβέντα σε ένα μεγάλο. Γοητεύομαι από το άγνωστο! Τι ωραίο πράγμα είναι να πηγαίνεις στο σινεμά, όπως μικρός, στο σκοτάδι, μαζί με αγνώστους με μεγάλες προσδοκίες από την οθόνη. Είναι ένα υπέροχο συναίσθημα, το οποίο το έχω κρατήσει. Γι’ αυτό πάω ακόμα στο σινεμά, παρέα με ανθρώπους που δεν τους ξέρω, μέσα στο σκοτάδι, προσδοκώντας το θαύμα από την οθόνη.»

O λόγος, η εμφάνιση, η αισθητική, η φιλοσοφία… όλα καμωμένα με στιλ.

«Νομίζω ότι ξεκίνησε από μια διάθεση διαφοροποίησης από τη γενική αδιανόητη ατμόσφαιρα που βασιλεύει. Από μικρό με ενδιέφερε το στιλ… Αρχικά για να αρέσω στα κορίτσια, κι έπειτα γιατί διαπίστωσα πως το στιλ κρατά σε απόσταση τους κανιβάλους. Διότι δεν σου την πέφτει ο άλλος εύκολα, όταν δεν ξέρει τι καπνό φουμάρεις.»

Στο τέλος, η αυλαία πέφτει με μουσική. 

«Υπήρξα ξενομανής. Μεγάλωσα με jazz, rock και συμφωνικές ορχήστρες. Ο Χατζηδάκις και ο Θεοδωράκης με ρώτησαν σε ανύποπτο χρόνο για τις μουσικές καταβολές μου… Ο Χατζηδάκις όταν συνεργαστήκαμε στην πορνογραφία και του απάντησα jazz και ροκ. Μου λέει: «εμάς καθόλου»; Και τότε του είπα: «Κύριε Χατζηδάκι αν θέλετε την ειλικρινή μου απάντηση, όταν είμασταν μικροί στο πασαλιμάνι, εγώ και η παρέα μου θεωρούσαμε τη μουσική σας λυγμική και κοριτσίστικη». Και ο Μάνος μου απάντησε: «το εκλαμβάνω ως κομπλιμέντο». Άψογος. Το ίδιο με ρώτησε και ο Θεοδωράκης και του απάντησα: «Κύριε Θεοδωράκη με φαντάζεστε εμένα να τραγουδάω «από τις τρύπες του πανωφοριού μας μπαινοβγαίνει ο θάνατος;» Γέλασε». 

______________________

Tα αυτοβιογραφικά βιβλία του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

AUTHOR

Βικτώρια Γκουντώνη

Ζει με τη μουσική και για τη μουσική. Φοράει συνήθως μαύρα, γελάει ακατάπαυστα, κάνοντας γκριμάτσες, ή μιλάει για ένα τραγούδι που ψάχνει να βρει.

Loading...
Beater Essentials #72: Τα τραγούδια της εβδομάδας!
«Η κόρη της θάλασσας», το ποίημα της Παρασκευής.