Χρήστος Θεοδωρίδης: “Κάτι στον κόσμο έχει πάει στραβά”. Αυτά τα λόγια τα βλέπω συνέχεια γύρω μου
Οι Θεατρικές Συναντήσεις 2015, στο Δημοτικό Θέατρο Καλαμαριάς, ολοκληρώνονται αυτό το Σαββατοκύριακο, με τον Άμλετ, από την Ορχήστρα των μικρών Πραγμάτων, σε σκηνοθεσία Χρήστου Θεοδωρίδη.
Λίγα λόγια για την Ορχήστρα των μικρών πραγμάτων
Η Ορχήστρα είναι μια ιστορία 5 χρόνων, που ξεκίνησε από την συνάντησή μου με την Ξένια Θεμελή. Βασικό στοιχείο της συνεργασίας μας, είναι η ισότιμη σχέση τριών στοιχείων: λόγου, κίνησης και μουσικής. Η μουσική, επίσης, είναι κάτι, με το οποίο σκεφτόμαστε, εμπνεόμαστε, δουλεύουμε. Προσωπικά, πάντα έβλεπα την παράσταση σαν αποτέλεσμα ενορχήστρωσης και όχι σκηνοθεσίας. Εξ’ ου, λοιπόν, και το όνομα “Ορχήστρα”. Από την άλλη, μας ενδιαφέρουν πολύ οι μικρές στιγμές στη ζωή, όχι αυτές που με την πρώτη ματιά, ονομάζεις σημαντικές, αλλά αυτές που κοιτώντας τες, αργότερα λες “τελικά ρε συ τότε ήταν που…”. Από εκεί, λοιπόν, και τα μικρά πράγματα, αυτά που κάπως προσπερνάς εκείνη τη στιγμή.
Γιατί Άμλετ; Γιατί τώρα;
Αν όχι τώρα, πότε; Στο θέατρο, όπως και παντού βέβαια, υπάρχουν μύθοι, που δύσκολα τους αγγίζεις, γιατί έχουμε μάθει να σκεφτόμαστε με το φόβο. Νιώσαμε ιδιαίτερα την ανάγκη να ασχοληθούμε με ένα ολοκληρωμένο έργο – μέχρι τότε, μας ενδιέφερε κυρίως η σκηνική σύνθεση – κι έτσι, αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με ένα έργο, που αγαπούσαμε χρόνια. Και μ’ αυτήν ακριβώς την αγάπη, το πλησιάσαμε, χωρίς να σκεφτούμε στιγμή όλο το βάρος που το συνοδεύει, όλο το μύθο που έχει χτιστεί γύρω του, με αποτέλεσμα να το κοιτάζουμε από μακριά. Θεωρώ ότι οι καιροί μας είναι εξαιρετικά άγριοι, πιο άγριοι από αυτό που συνειδητοποιούμε τώρα, και το έργο για μένα δείχνει πεντακάθαρα έναν τέτοιο κόσμο. Έναν κόσμο άκαμπτο, που βασιλεύει η μονάδα. Έναν κόσμο, στον οποίο δεν χωράει το νούμερο δύο, το εγώ και το εσύ, το μαζί. Αυτόν τον κόσμο, ο Άμλετ δεν μπορεί να τον καταλάβει και προσπαθεί, με τον δικό του τρόπο, να τον μετακινήσει. “Κάτι στον κόσμο έχει πάει στραβά”. Αυτά τα λόγια, τα βλέπω συνέχεια γύρω μου. Τα πράγματα συμβαίνουν, τρέχουν με ιλλιγιώδη ρυθμό. Πράγματα ακατανόητα, ξένα στη φύση μας, που όμως τα δεχόμαστε, πια, αδιαμαρτύρητα, με μια παθητική παρατήρηση, θεωρώντας ότι κάνουμε το χρέος μας στην επανάσταση και στην αλλαγή, κάνοντας οργισμένες αναρτήσεις στον υπολογιστή μας. Γι’ αυτόν τον κόσμο, μιλάει το έργο. Ο μύθος, λοιπόν, που το συνοδεύει, δεν είναι τυχαίος. Ωστόσο, τώρα είναι η ώρα, να ανακαλύψουμε ξανά τι μας λένε αυτά τα λόγια.
Γιατί επιλέξατε να δουλέψετε με νέο κείμενο και όχι με υπάρχουσα μετάφραση;
Γι’ αυτόν, ακριβώς, το λόγο. Να ανακαλύψουμε μόνοι μας, με τις δυνάμεις μας, με την σκέψη μας τί ακριβώς μας λένε αυτά τα λόγια, τα λόγια των “μεγάλων”. Να κατανοήσουμε, όσο μπορούμε καλύτερα, τον κόσμο αυτόν. Αυτός ήταν ο στόχος, που είχαμε βάλει με την Ιζαμπέλα Κωνσταντινίδου, που ανέλαβε το δύσκολο έργο της μετάφρασης. Το πλησιάσαμε με σεβασμό, ευαισθησία και αγάπη, όχι με φόβο, αλλά με τη σκέψη που έχουμε τώρα, όπως πλησιάζεις έναν άνθρωπο, που θα ‘θελες πολύ να γνωρίσεις. Να δεις αν τελικά θα “τα βρείτε”! Αν κάτι σημαντικό συνέβη με αυτήν τη συνάντηση, δεν το γνωρίζω. Ωστόσο, γνωρίζω ότι μας βοήθησε όσο τίποτα, να μπούμε στο σύμπαν του έργου και να το κατανοήσουμε. Όταν, κατά τη διάρκεια της έρευνας, με ρωτούσαν ποια ερμηνεία έχω επάνω στο έργο, έλεγα απλώς “καμία”. Και αυτό, γιατί ενώ ήξερα βαθιά μέσα μου, για ποιόν λόγο ήθελα να ασχοληθώ με τον ‘Αμλετ. Δε θέλησα, σε καμιά περίπτωση, να κλειδώσω το έργο σε μια δική μου, σίγουρα ανεπαρκή, ερμηνεία από πριν. Δεν είμαι πιο έξυπνος από το έργο. Θέλησα, απλώς, να το αφήσω να με οδηγήσει. Υπάρχει μια στιγμή, κατά τη διάρκεια των προβών, για οποιαδήποτε παράσταση, που σταματάς να τροφοδοτείς εσύ αυτό που φτιάχνεις και απλά, το ακολουθείς. Αυτό σου λέει τι τελικά είναι. Και αυτήν τη στιγμή, κυνηγάω συνέχεια.
Σκηνοθετικές αναφορές και επιρροές.
Δυστυχώς, δεν είμαι εγώ αυτός, που μπορεί να εντοπίσει τι ακριβώς με έχει επηρεάσει. Αυτά είναι για τους τρίτους πάντα. Υπάρχουν καλλιτέχνες που παρακολουθώ, αλλά δεν είμαι σε θέση να αναγνωρίσω τις επιρροές μου. Νομίζω ότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε το σύνολο των στοιχείων που μας έχουν συστήσει ως χαρακτήρες, γιατί αυτά μπορεί να είναι τα πάντα, πράγματα που έχουμε βιώσει, που έχουμε δει, που έχουμε παρατηρήσει. Αυτό που ξέρω, σίγουρα, είναι ότι, σε περίοδο έρευνας, αναφέρομαι περισσότερο σε άλλα είδη τεχνών, όπως η μουσική και η ζωγραφική, παρά στο θέατρο.
Πότε μπήκε το θέατρο στη ζωή σου;
Για κάποιο λόγο, από το σχολείο ακόμα, πίστευα ότι θα κατέληγα στο χώρο των παραστατικών τεχνών, χωρίς ωστόσο να το ομολογώ ή να το φέρω ως άνθρωπος. Δεν ήμουν, σε καμιά περίπτωση, παιδί που συμμετείχε σε θεατρικές ομάδες ή κάτι παραπλήσιο. Διάβαζα μανιακά, από πολύ μικρός ακόμα. Και τώρα που το σκέφτομαι, τότε ήταν που ξεκίνησα να φτιάχνω εικόνες με το μυαλό μου. Η εισαγωγή μου στο Τμήμα Θεάτρου, της Σχολής Καλών Τεχνών, ήρθε κάπως ήρεμα και χωρίς κάποια έκπληξη σε μένα ή στους γύρω μου. Γιατί, προφανώς, θέλησα να πρωταγωνιστήσω σε αυτές τις εικόνες, που έφτιαχνα στο μυαλό μου χρόνια πριν. Και τότε ήταν που και επίσημα, η θεατρική διαδικασία μπήκε στη ζωή μου.
Δυσκολίες της παράστασης;
Η δυσκολία της παράστασης αυτής, έγκειται ακριβώς στον τρόπο που δουλεύτηκε και στην οπτική των πραγμάτων που υιοθετεί. Ωστόσο, δε θα σταθώ καθόλου σε αυτήν. Είναι κάτι, που ίσως καταλαβαίνει ο θεατής της. Αυτό που δυσκόλεψε πολύ την πραγματοποίησή της, είναι αυτό που δυσκολεύει οποιονδήποτε που ασχολείται με τις παραστατικές τέχνες στην Ελλάδα. Μας έχουν αναγκάσει, χρόνια τώρα – δεν πρόκειται για παιδί της λεγόμενης “κρίσης” – σε έναν αναπόφευκτο “χομπισμό”. Το θέμα με την έλλειψη επιχορηγήσεων, χορηγιών ή οποιασδήποτε κρατικής μέριμνας, εκτός από το ότι επιβάλλει ένα κλίμα ερασιτεχνισμού – θεωρείς πια αυτονόητο να μην πληρώνεσαι για τη δουλειά που κάνεις και αν πάρεις κάποια πενιχρά ποσοστά, θεωρείσαι από τους τυχερούς – ωθεί και σε σωρεία φτωχής αισθητικής θεαμάτων και συνεπώς, βάλλει ανεπανόρθωτα τον θεατή και το κριτήριό του. Σε μια φτωχή χώρα, αντιστοιχούν φτωχά θεάματα. Και αυτό είναι ένα τεράστιο κρίμα, γιατί πραγματικά πιστεύω ότι τώρα είναι η ώρα της Ελλάδας να δημιουργήσει κάτι πραγματικά καινούργιο και καινοτόμο. Οι υπόλοιπες χώρες παράγουν, σε ένα μεγάλο ποσοστό, βαρετό θέατρο, γιατί ακριβώς έχουν ολοκληρώσει τον κύκλο της αναζήτησης και τίποτα δεν εκπλήσσει πια. Εδώ που βρισκόμαστε, στα μισά αυτού του κύκλου, αυτήν ακριβώς τη χρονική στιγμή, έχουμε την ευκαιρία να δημιουργήσουμε κάτι, να μετουσιώσουμε όλη αυτήν την ηθική τελικά κρίση, σε τέχνη. Και δεν μπορούμε, λόγω έλλειψης χρημάτων, σε συνδυασμό βέβαια και με τον δικό μας βαθιά ριζωμένο “κομπλεξισμό”, που λέει “οι άλλοι τα κάνουν καλύτερα”.
Μελλοντικά σχέδια, προσωπικά και της ομάδας.
Δύσκολα τα σχέδια! Αυτό που θα ήθελα, είναι η Ορχήστρα να συνεχίσει να δουλεύει με ανθρώπους, που την ενδιαφέρουν και με κείμενα, που μας μιλάνε. Δεν ήταν και δε θα γίνει ποτέ εταιρεία ετήσιου ρεπερτορίου. Αυτό που σίγουρα μας ενδιαφέρει, είναι να οδηγήσουμε την έρευνα που κάναμε με τον Άμλετ πάνω στην υποκριτική, σε ένα νέο δρόμο, που ούτε τώρα τον γνωρίζουμε και μάλιστα ευτυχώς! Να δούμε τα λάθη και τα σωστά μας και να προχωρήσουμε πέρα από αυτά, σε κάτι άγνωστο.
Μετάφραση: Ιζαμπέλα Κωνσταντινίδου
Επιμέλεια κειμένου – δραμ. επεξεργασία: Χρήστος Θεοδωρίδης, Ιζαμπέλα Κωνσταντινίδου
Σκηνοθεσία – μουσική επιμέλεια: Χρήστος Θεοδωρίδης
Χορογραφία: Ξένια Θεμελή
Σκηνογραφία: Τίνα Τζόκα
Ενδυματολογική επιμέλεια: Βασίλης Μπαρμπαρίγος
Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας
Χορογραφία ξιφομαχίας: Θάνος Δερμάτης
Βοηθοί σκηνοθέτη: Αγγελική Μητροπούλου, Φωτεινή Γαλανοπούλου
Εκτέλεση παραγωγής: Κατερίνα Μακρή
Προβολή – επικοινωνία: Άρης Ασπρούλης
Φωτογραφίες: Δημήτρης Σωτηρόπουλος
Βίντεο: Χρήστος Πυθαράς
Παίζουν: Μάνος Βαβαδάκης, Κλήμης Εμπέογλου, Γιώργος Κισσανδράκης, Παναγιώτης Κλίνης, Ντένης Μακρής, Μαρία Μπαγανά, Κατερίνα Πατσιάνη, Τατιάνα- ‘Αννα Πίττα, Σαμψών Φύτρος
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: 9 και 10 Μαΐου 2015 στις 20.00
Φεστιβάλ “Θεατρικές Συναντήσεις”
Δημοτικό Θέατρο Καλαμαριάς “Μελίνα Μερκούρη”
Διάρκεια: 180 λεπτά (με διάλειμμα)