«Η άνοδος», το ποίημα της Παρασκευής.
Οι λέξεις όταν πέφτουν στο σώμα της νυκτός
Μοιάζουν με καράβια που τις θάλασσες οργώνουν
Με άνδρες που σπέρνουν και γυναίκες που μιλούν
Μέσα στους ποππυσμούς των φιλημάτων
Σαύρες περνούν μέσα στα ρίγη των ακτών
Πελάγους που απλώνεται μέχρι την άμμο
Με πλαταγίσματα με παφλασμούς
Ολίγον πριν ο ήλιος ανατείλη
Ενώ ακούονται φωνές των ραψωδών της ύλης
Και αλαλαγμοί αλέκτορος ορθίου
Επί μιας στήλης άλατος χωρών μεσημβρινών
Όταν ογκούνται οι πόθοι στους αιγιαλούς
Μυριάδων που πορεύονται μεσ’ στις ριπές του ανέμου
Μπροστά στα μάτια των ολβίων κορασίδων
Που κύπτουν με τα στήθη των εγγίζοντα το ύδωρ
Το καθαρό νερό των ρυακιών
Ώσπου να βρουν και να αισθανθούν στα σώματα και στας ψυχάς των
Άνευ ορίων άνευ όρων
Την κεκτημένη άνοδον της ηδονής.
Του Ανδρέα Εμπειρίκου, «Aι γενεαί πάσαι» ή «Η σήμερον ως αύριον και ως χθες» (συγκροτείται μεταξύ 1965-1971), Εκδόσεις «Άγρα» 1984.