Skip to content

Cinematic Odyssey #52: Οι ταινίες της εβδομάδας!

DATE

SHARE THIS ARTICLE

The Story of Women (Une affaire de femmes, 1988)


Στην κατεχόμενη Γαλλία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Μαρί (Isabelle Huppert) ζει στο περιθώριο, φροντίζοντας τα παιδιά της ενώ ο άντρας της λείπει στον πόλεμο. Στην ταινία “The Story of Women” ,η φτώχεια, η στέρηση και η αδιαφορία του κόσμου την ωθούν να βρει τρόπους επιβίωσης. Προσπαθώντας να βοηθήσει την γειτόνισσα της με μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, αρχίζει να κάνει παράνομες αμβλώσεις για άλλες γυναίκες. Έτσι λοιπόν η οικονομική της κατάσταση βελτιώνεται ραγδαία και η πράξη αυτή αποκτά άλλη διάσταση. Είναι μια πράξη που την οδηγεί από την ανάγκη στην εξουσία, κι από την εξουσία στην αυτοκαταστροφή. Παράλληλα, έπειτα από την γνωριμία της με μία πόρνη, της προτείνει να χρησιμοποιεί το σπίτι της σαν χώρο ώστε να αποκομίζει και από εκεί χρήματα. Ο Chabrol δεν παρουσιάζει ποτέ την Μαρί ως εγκληματία. Η Μαρί είναι ένα σύμβολο ανεξαρτησίας σε έναν κόσμο που πνίγει τη γυναικεία φωνή. Μέσα από την πράξη της, η γυναίκα ανακτά την κυριότητα του σώματός της, αλλά ακριβώς γι’ αυτό το σύστημα την καταδικάζει. Για αυτό, η ιστορία της είναι μια τραγωδία σε τόνο ήσυχο και ψυχρό, σχεδόν διοικητικό, όπως είναι και η ίδια η βία του κράτους: καθαρή, “δίκαιη”, απάνθρωπη.

Η Μαρί δεν είναι ηρωίδα, αλλά περισσότερο άνθρωπος. Κάνει το κακό χωρίς να το γνωρίζει, διαπράττει το σωστό χωρίς να το θέλει. Η ύπαρξή της θυμίζει ήρωα του Ντοστογιέφσκι, σαν εκείνους τους ανθρώπους που ο συγγραφέας περιέγραφε ως ‘καλούς μέσα στο κακό και κακούς μέσα στο καλό’. Όπως ο Ρασκόλνικοφ ή η Σόνια, η Μαρί δεν σκέφτεται θεωρητικά, αλλά πράττει. Και μέσα στην πράξη της, αποκαλύπτεται όλη η ηθική αμφισημία της ανθρώπινης φύσης. Η γυναίκα εδώ δεν είναι σύμβολο της αγνότητας ούτε προσωποποίηση του κακού αλλά κάτι πιο επικίνδυνο: μια ύπαρξη που σκέφτεται, που επιθυμεί, που πράττει. Η κάμερα του Chabrol αποκαλύπτει την πιο βαθιά αλήθεια της: ότι το πραγματικό της έγκλημα δεν είναι η άμβλωση, αλλά η αυτονομία. Η τελική της καταδίκη είναι λιγότερο νομική και περισσότερο μεταφυσική, καθώς απεικονίζεται σαν μια πράξη καθαρής υποκρισίας, όπου η πατρίδα και η ηθική ενώνονται για να εξοντώσουν τη γυναίκα που αρνήθηκε τον ρόλο τους.

______________________

The Torment (L’Enfer, 1994)

Αν το “The Story of Women” είναι η ιστορία μιας γυναίκας που επαναστατεί ενάντια στον κόσμο, το L’Enfer είναι η ιστορία ενός άντρα που καταστρέφεται από τον εαυτό του. Ο Paul (François Cluzet), ιδιοκτήτης ενός μικρού ξενοδοχείου, ζει φαινομενικά ευτυχισμένος με τη σύζυγό του Nelly (Emmanuelle Béart). Τους βλέπουμε να παντρεύονται και να έχουν ένα παιδί μαζί, αναπαριστώντας μια αρμονική οικογένεια. Σύντομα όμως, με αφορμή την κοινωνική φύση της Nelly, ο Paul κυριεύεται από μια παθολογική ζήλια που τον οδηγεί στην παράνοια. Τότε λοιπόν ξεκινά να την παρακολουθεί, να αμφισβητεί ό,τι του λέει και η σχέση τους να εξελίσσεται σε έναν αέναο καυγά και σε έναν κύκλο καχυποψίας χωρίς επιστροφή. Η ταινία λειτουργεί σαν καθρέφτης της αντρικής ανασφάλειας. Ο Paul δεν ζηλεύει απλώς τη γυναίκα του αλλά ζηλεύει τη δυνατότητά της να είναι ανεξάρτητη, κοινωνική, ελεύθερη. Κάθε της λέξη, κάθε της βλέμμα προς άλλους ανθρώπους, τον πληγώνει σαν προδοσία απέναντι στην εικόνα του εαυτού του. Η Nelly, με τη λάμψη και τη φυσικότητα της Emmanuelle Béart, αντιπροσωπεύει τον κόσμο που ο Paul δεν μπορεί να ελέγξει, έναν κόσμο φωτός που εκείνος, με το σκοτάδι του, μολύνει. Ο Chabrol, με υποδειγματική ψυχραιμία, τον οδηγεί στην αυτοκαταστροφή χωρίς ούτε ένα ίχνος ηθικής καταδίκης. Δεν υπάρχει καλός και κακός, αλλά υπάρχει μόνο ο άνθρωπος, με τις εμμονές του, τη φαντασία του, και τη μανία του να βλέπει δαίμονες εκεί που υπάρχει μόνο αγάπη. Η ταινία θυμίζει όνειρο που μετατρέπεται σε εφιάλτη, μιας και ο ήλιος της γαλλικής εξοχής λάμπει, αλλά το φως του καίει. Οι σκηνές, χωρίς θεαματικές αλλαγές και κορυφώσεις, μοιάζουν να αιωρούνται, σαν να βλέπουμε τον κόσμο μέσα από το παραμορφωμένο βλέμμα του Paul. Και η Nelly, με την απαλή, αινιγματική παρουσία της Béart, γίνεται είδωλο και ταυτόχρονα καταδίκη.

Ο Chabrol δείχνει εδώ το αρσενικό πάθος στη σκοτεινή του μορφή με κυρίαρχη την ανάγκη για ιδιοκτησία. Ο έρωτας γίνεται τρόμος, ενώ η τρυφερότητα βία, αναδεικνύοντας την ιδέα πως δεν υπάρχει διαφυγή, καθώς η κόλαση του άντρα είναι το ίδιο του το μυαλό. Σε αντίθεση με τις άλλες ταινίες του, εδώ η γυναίκα είναι σιωπηλή, σχεδόν άπιαστη, λειτουργώντας σαν τον καθρέφτη όπου ο άντρας βλέπει το τέρας που κρύβει μέσα του. Και έτσι, το L’Enfer γίνεται μια τραγωδία για την αδυναμία της αγάπης να αντέξει την ελευθερία του άλλου.

______________________

The Swindle (Rien ne va plus, 1997)

Ύστερα από τόσες ζοφερές ιστορίες, το “The Swindle” μοιάζει με μία πιο παιγνιώδη αναπνοή  αλλά πίσω από το χαμόγελο, κρύβει τη γνώση της απώλειας. Εδώ, η Isabelle Huppert επιστρέφει, αυτή τη φορά ως απατεώνισσα με γοητεία, αυτοκυριαρχία και χιούμορ. Μαζί με τον συνεργό της (Michel Serrault), στήνουν μικρές κομπίνες σε συνέδρια, ξενοδοχεία, πολυτελή δείπνα, όμως τίποτα σε αυτό το παιχνίδι δεν είναι απλώς αστείο. Κάθε απάτη, κάθε γοητευτική παραπλάνηση, είναι στην πραγματικότητα μια πράξη επιβίωσης, ένα σχόλιο πάνω στην ψευδαίσθηση της κανονικότητας. Και τότε εμφανίζεται ένας τρίτος, ένας άντρας νέος, κομψός, σχεδόν αφελής, που κουβαλά μαζί του μια υπόσχεση εύκολου πλούτου. Η Huppert, γοητευμένη από το μείγμα αφέλειας και επιπολαιότητας που τον περιβάλλει, βλέπει σ’ αυτόν μια ευκαιρία, ίσως και μια πρόκληση, μιας και εκείνος φαίνεται να αποτελεί το τέλειο θύμα.

Η Huppert στην ταινία αυτή είναι σαν γάτα που κινείται μέσα στο ηθικό κενό του κόσμου, απολαμβάνοντας την ελαφρότητα του ψεύδους. Κάθε κομπίνα για εκείνη, λειτουργεί σαν μια πράξη ελευθερίας και κάθε ρίσκο σαν μια στιγμή έρωτα με την ίδια τη ζωή. Ο Chabrol, πιο ώριμος και ήρεμος πια, δείχνει ότι ο κόσμος είναι ένας αδιάκοπος κύκλος εξαπάτησης. Καθώς προχωρά η ταινία, συνειδητοποιούμε, πως όλοι εξαπατούν:  οι εραστές, οι φίλοι, η οικογένεια, και η μόνη διαφορά είναι ποιος το κάνει με χάρη και συνέπεια. Ο τρίτος άντρας λειτουργεί, τελικά, σαν καθρέφτης καθώς αναγκάζει τους δύο απατεώνες να αντικρίσουν τη φθορά, το τέλος του παιχνιδιού, το άγχος της ηλικίας, το κενό που αφήνει πίσω του ο διαρκής αυτοσχεδιασμός. Και τότε, το The Swindle αποκαλύπτει το ουσιαστικό του νόημα, μιας και αποτελεί μια ιστορία για τη μοναξιά, για την τέχνη της επιβίωσης και για την τρυφερή συνωμοσία δύο ανθρώπων που ξέρουν ότι, στο τέλος, το μόνο αληθινό πράγμα που τους συνδέει είναι το ψέμα που μοιράζονται.

______________________

AUTHOR

Ιωάννα Λογάρου

Το αγαπημένο της χρώμα είναι το κόκκινο, εξού και η προτίμηση της για τον Αλμοδοβάρ. Εμπνευσμένη από την υπαρξιακή αγωνία του Καμύ, η Ιωάννα είναι μία φοιτήτρια μοριακής βιολογίας που μέσα από τα άρθρα της εξερευνά την συσχέτιση των ταινιών με την φιλοσοφία και τις υπόλοιπες τέχνες.

Loading...
Το πρώτο Hologram event έρχεται να “ταράξει” τη Θεσσαλονίκη – Stef MendesidisxElli Acula στο WE!
“Καλά κρασιά” από τον Γιώργο Καρακούση #1!