«Ο αιώνιος λοιμός των ανθρώπων», το ποίημα της Παρασκευής.
που περιμένουν την μεγάλη αρρώστια
είμαστε οι μολυσμένοι
οι άρρωστοι που περιμένουν τον μεγάλο θάνατο
άρρωστοι από μια κούραση ανεξήγητη
ίσως επειδή ζήσαμε πολλούς αιώνες
ίσως επειδή επιζήσαμε πιο πέρα από το κανονικό
ίσως επειδή προσπαθήσαμε εξαντλητικά να ζήσουμε
ίσως επειδή σκοτώσαμε πολλά αθώα αρνάκια
και γρήγορους σκίουρους μέσα στη χαρά τους.
Είμαστε οι πρώην ευτυχισμένοι
επειδή κανένα χάδι δεν μπόρεσε να μας αγγίξει
τόσο όσο να αναριγήσουμε για πάντα
τα δάκτυλα των καιρών είχαν πάρει μορφή αγαπημένων
γυναικών και
περνούσαν διατρητικά από πάνω μας
όμως δεν νιώσαμε την απελπισία τους.
Αποφασίσαμε ότι γι αυτό φταίει το σκληρό μας δέρμα
το βγάλαμε από πάνω μας σαν να ήταν προβιά
το δώσαμε στις σαύρες
που κάθε λίγο αλλάζουν δέρμα
το ονόμασαν ευχαρίστηση
και το φόρεσαν
αλλά δεν μας ευχαρίστησαν
παρά μόνο άρχισαν να ερωτοτροπούν
φορώντας το δέρμα μας.
Είμαστε οι αναρίθμητοι
που περιμένουν τον τυχερό αριθμό
μιας ανεξάντλητης ευδαιμονίας
οι ανυποψίαστοι που δέχονται κατάμουτρα
τη γροθιά των πραγματοποιημένων υποψιών
είμαστε αυτοί που δεν πεθαίνουν ποτέ όλοι, ποτέ εντελώς ξαφνικά
γιατί έχουν φιλοτεχνήσει τον αργό σαν κοχλάζοντα υδράργυρο
θάνατο
που διαρρέει από ραγισμένα σωληνάρια και φλέβες σαν ποτάμια
μετά από μια ακόμα ασφαλή πρόβλεψη
ότι το μέλλον είναι το άθικτο καταφύγιο
του παρόντος.
Ο αιώνιος λοιμός των ανθρώπων
Γιώργος Χριστοδουλίδης, ανέκδοτο