Skip to content

Στις 20 Σεπτεμβρίου πεθαίνει ο Σεφέρης της Ελλάδας.

DATE

SHARE THIS ARTICLE

Ο Γιώργος Σεφέρης θα ήταν 119 χρονών. Αν ο δημιουργός μπορούσε να ζει όσο ζουν και τα έργα του και να περάσει στην αιωνιότητα. Ο «Σεφέρης της Ελλάδας», που επιβίωσε από πολέμους, βίωσε τον ξεριζωμό, αλλά γνώρισε και το θρίαμβο της αναγνώρισης. Εκδιωγμένος από τη Σμύρνη κι αργότερα, από την Ελλάδα, ταξίδεψε τον κόσμο και γύρισε στην «Ιθάκη» του για να πεθάνει σαν σήμερα πριν από 48 χρόνια στην Αθήνα.

Ηγετική μορφή στην ποίηση και τη θεωρία της λογοτεχνίας στην Ελλάδα του 20ού αιώνα, ο Σεφέρης άλλαξε κι αυτός με τη σειρά του ριζικά τον προσανατολισμό της νεοελληνικής λογοτεχνίας, συνδυάζοντας ελληνική παράδοση και παγκόσμια ιδεολογικά ρεύματα της εποχής του.

Οι πρώτοι στίχοι και η Καταστροφή του ’22

Ο Γιώργος Σεφέρης γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου του 1900 στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γεώργιος Σεφεριάδης. Ο πατέρας του ήταν καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στη Σμύρνη. Το 1914 άρχισε να γράφει τους πρώτους στίχους του. Το καλοκαίρι της ίδιας χρόνιας, με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η οικογένεια του έρχεται στην Αθήνα. Το 1918 πηγαίνει στο Παρίσι για να σπουδάσει Νομική. Εκεί, μέχρι το 1924 που θα πάρει το πτυχίο του, θα έρθει σε επαφή με τα κυρίαρχα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής: Υπερρεαλισμός, αβαν γκαρντ, κυβισμός (ζωγραφική-γλυπτική). Οι Πικάσο, Απολλιναίρ, Μπρετόν πρωταγωνιστούν. Ο Σεφέρης ζει έντονα αυτή την πνευματική άνοιξη. Γράφει και διαβάζει πολύ. Ωστόσο, η ψυχή του θα κλονιστεί ανεπανόρθωτα, μια και το 1922, τον Αύγουστο, η Σμύρνη θα ζήσει τη βαρβαρότητα σε όλο της το μεγαλείο. Η Καταστροφή του ’22, η προσφυγιά, οι «χαμένες πατρίδες», όλα αυτά θα σημαδέψουν την ποίηση του, όπως και η είσοδος του στο διπλωματικό σώμα. Το 1926 διορίζεται ακόλουθος στο υπουργείο Εξωτερικών.

Στροφή

Στιγμή, σταλμένη από ένα χέρι
που είχα τόσο αγαπήσει
με πρόφταξες ίσια στη δύση
σα μαύρο περιστέρι.

Ο δρόμος άσπριζε μπροστά μου,
απαλός αχνός ύπνου
στο γέρμα ενός μυστικού δείπνου…
Στιγμή σπυρί της άμμου,
που κράτησες μονάχη σου όλη

την τραγική κλεψύδρα
βουβή, σα νά ειχε δει την Ύδρα
στο ουράνιο περιβόλι.

Ημερολόγιο καταστρώματος Α

Το 1931 εκδίδει την ποιητική συλλογή «Στροφή». Στα ποιήματα αυτά δεν πιθηκίζει τα ξένα λογοτεχνικά ρεύματα, αλλά σκύβει στις ρίζες του, στην ελληνική ποιητική παράδοση, που για τον Σεφέρη είναι κυρίως το δημοτικό τραγούδι, ο Ερωτόκριτος, ο Σολωμός, ο Παλαμάς, ο Μακρυγιάννης, ο Καβάφης. Την παράδοση αυτή συνταιριάζει με την παγκόσμια ελεύθερη ποιητική έκφραση του καιρού του. Ο νέος αιώνας φέρνει μεγάλη αλλαγή και στην νεοελληνική ποίηση. Οι Ελύτης, Ρίτσος, Γκάτσος, θα ακολουθήσουν (δημιουργικά) τον Σεφέρη ο οποίος το 1932 κυκλοφορεί τη «Στέρνα». Το 1934 επιστρέφει στην Αθήνα και το 1935 ξεκινά συνεργασία με το λογοτεχνικό περιοδικό «Νέα Γράμματα» και δύο χρόνια μετά θα δημοσιεύει επιστολή σχετικά με τον καθορισμό της δημοτικής. Το 1940 δημοσιεύεται το «Ημερολόγιο Καταστρώματος Α΄» στα «Νέα Γράμματα», λογοκριμένο όμως από τη δικτατορία Μεταξά. Τον Μάρτιο της ίδιας χρόνιας κυκλοφορεί το «Τετράδιο Γυμνασμάτων». Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν αφήνει την Ελλάδα να ησυχάσει.

Ο δικός μας ήλιος

Ούρλιαζε μια γυναίκα: «Δειλοί» σαν το σκυλί τη νύχτα θα ήταν ωραία κάποτε σαν εσένα με στόμα υγρό, τις φλέβες ζωντανές κάτω απ’ το δέρμαμε την αγάπη.

Ο ήλιος αυτός ήταν δικός μας· τον κράτησες ολόκληρο δε θέλησες να μ’ ακολουθήσεις κι έμαθα τότε αυτά τα πράγματα πίσω από το χρυσάφι και το μετάξι· δεν έχουμε καιρό. Σωστά μιλήσαν οι μαντατοφόροι.

Ο γάμος και η καθοριστική «Κίχλη»

Το 1941 παντρεύεται τη Μαρία Ζάννου. Στις 22 Απριλίου το ζεύγος ακολουθεί την ελληνική κυβέρνηση στην Κρήτη και μετά στην Αφρική. Το 1944 θα εκδώσει τις «Δοκιμές» και «Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄»Το 1945, με την Απελευθέρωση, επιστρέφει στην Ελλάδα και γίνεται διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Αντιβασιλέα Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού ως το 1946. Θα υπηρετήσει ως σύμβουλος στο Εθνικό Θέατρο και το 1947 του απονέμεται το έπαθλο Παλαμά. Τον ίδιο χρόνο δημοσιεύει την «Κίχλη», το ποίημα που στην ουσία του έδωσε το Νόμπελ.

Το 1948 διορίζεται σύμβουλος στην πρεσβεία της Άγκυρας και εκεί μέχρι το 1950. Ένα χρόνο αργότερα θα μετατεθεί ως σύμβουλος στην πρεσβεία του Λονδίνου και το 1952 διορίζεται πρεσβευτής στο Λίβανο. Το 1955 θα αναλάβει την ίδια θέση στο Λονδίνο όπου θα μείνει μέχρι το 1962. Εκείνη τη χρονιά επιστρέφει στην Ελλάδα και αποσύρεται από το Υπουργείο Εξωτερικών.

Τελευταίος Σταθμός

Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ’ αρέσαν.

Τ’ αλφαβητάρι των άστρων που συλλαβίζεις όπως το φέρει ο κόπος της τελειωμένης μέρας

και βγάζεις άλλα νοήματα κι άλλες ελπίδες, πιο καθαρά μπορείς να το διαβάσεις.

Τώρα που κάθομαι άνεργος και λογαριάζω

λίγα φεγγάρια απόμειναν στη μνήμη·νησιά, χρώμα θλιμμένης Παναγίας, αργά στη χάση

ή φεγγαρόφωτα σε πολιτείες του βοριά ρίχνοντας κάποτε

σε ταραγμένους δρόμους ποταμούς και μέλη ανθρώπων

βαριά μια νάρκη.

Το Νόμπελ και η αδιαφορία

Στις 10 Δεκεμβρίου 1963, ο Σεφέρης τιμάται από τη Σουηδική Aκαδημία με το Bραβείο Nόμπελ Λογοτεχνίας και γίνεται ο πρώτος Έλληνας που λαμβάνει την ύψιστη λογοτεχνική διάκριση, αφήνοντας πίσω του μεγάλα ονόματα της παγκόσμιας γραφής, όπως ο Πάμπλο Νερούδα και ο Σάμιουελ Μπέκετ (αμφότεροι τιμήθηκαν αργότερα). Λογοτεχνικά περιοδικά της Ευρώπης και ειδικά της Γαλλίας τον θέλουν βέβαια άξιο για Νόμπελ ήδη από 1956, καθώς μέχρι τότε έχει μεταφραστεί το έργο του εκτεταμένα και είναι ένα από τα μεγάλα ονόματα του μοντερνισμού.

Κατά την παραλαβή του βαρύτιμου βραβείου, ο Σεφέρης παρατηρεί: «Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται…Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά. Κανόνας της είναι η δικαιοσύνη.  Πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα – και τι θα γινόμασταν αν η πνοή λιγόστευε; Πρέπει να αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται».

Η δικτατορία και η αυτοφίμωσή του

Το 1966 εκδίδει «Τα τρία κρυφά ποιήματα». Την περίοδο της δικτατορίας εκδηλώνει την ανησυχία του για την κατάσταση στην Ελλάδα.  Στην περίοδο της Χούντας, τον κατηγορούν κάποιοι ανοιχτά για την ηθελημένη σιωπή του, καθώς ο μεγάλος μας ποιητής είχε ήδη αποφασίσει να μη δημοσιεύσει νέα εργασία του σε εφημερίδες και περιοδικά μετά την επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα στις 21 Απριλίου 1967.

«Πάει καιρός που πήρα την απόφαση να κρατηθώ έξω από τα πολιτικά του τόπου. Προσπάθησα άλλοτε να το εξηγήσω. Αυτό δε σημαίνει διόλου πως μου είναι αδιάφορη η πολιτική ζωή μας […]Κλείνουν δύο χρόνια που μας έχει επιβληθεί ένα καθεστώς ολωσδιόλου αντίθετο με τα ιδεώδη για τα οποία πολέμησε ο κόσμος μας και τόσο περίλαμπρα ο λαός μας στον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο.[…] Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει αναπότρεπτη στο τέλος. Το δράμα αυτού του τέλους μας βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα, όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου. Όσο μένει η ανωμαλία, τόσο προχωρεί το κακό.[…] Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Παρακαλώ το Θεό να μη με φέρει άλλη φορά σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσω».

Ο θάνατος του και ο φόρος τιμής που του απέδωσε ο ελληνικός λαός

Το 1971 ο Σεφέρης πεθαίνει και πλήθος κόσμου θα τον συνοδεύει στην τελευταία του κατοικία. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, μετά τη συνταξιοδότησή του από το Διπλωματικό Σώμα, τα πέρασε μακριά από τη δημόσια σφαίρα, φροντίζοντας και τακτοποιώντας το έργο του. Το 1971 ο βασικότερος εκφραστής του ελληνικού μοντερνισμού εισάχθηκε στο νοσοκομείο για να εγχειριστεί στο λεπτό έντερο. Η επέμβαση δεν είχε επιτυχία και έπειτα από επιπλοκές, ο μεγάλος ποιητής άφησε την τελευταία του πνοή στις 20 Σεπτεμβρίου 1971.

Η σορός του εκτίθεται σε δημόσιο προσκύνημα στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, στην Πλάκα. Η πάνδημη κηδεία του, στις 22 Σεπτεμβρίου, εξελίχθηκε σε αντιδικτατορική διαδήλωση.

Στο περιγιάλι το κρυφό

κι άσπρο σαν περιστέρι

διψάσαμε το μεσημέρι

μα το νερό γλυφό. Με τι καρδιά, με τι πνοή

τι πόθους και τι πάθος

πήραμε τη ζωή μας• λάθος!

κι αλλάξαμε ζωή.

AUTHOR

Γιώτα Συνιρίδου

Κοινωνική λειτουργός ταγμένη στη λογοτεχνία και στην αρθρογραφία.

Loading...
Επετειακό αφιέρωμα στις καλύτερες αφίσες του Φεστιβάλ Καννών!
Οι «Διάλογοι» του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος έρχονται στη Θεσσαλονίκη!