Το όνομα Frenic για το ελληνικό κοινό είναι συνυφασμένο με τα απολαυστικότερα parties.
Trip hop, hip hop, funk, soul και electric beats περιπλέκονται και εναρμονίζονται πάνω στις κονσόλες του, καθιστώντας τον, τον καταλληλότερο καθοδηγητή για τη διασκέδαση του κόσμου. Το έναυσμα για την καριέρα του ως DJ δόθηκε με τη δημιουργία beats για πολλούς και διάφορους hip hop MCs. Τα τέλη των 90s τον βρήκαν προσανατολισμένο στην Drum n’ Bass σκηνή, ενώ τα τελευταία χρόνια επικεντρώνεται στην κυκλοφορία προσωπικών παραγωγών. Το τελευταίο του και ίσως ωριμότερο εγχείρημα, τιτλοφορείται «The Monomyth: Seperation» και περιγράφει το ταξίδι του Ήρωα σε προσωπικά περιπετειώδη μονοπάτια. Λίγο πριν το μεγάλο πάρτι στη «Μαύρη Τρύπα», το Σάββατο 26 Μαρτίου, ο Frenic μίλησε στον Beater.gr για τη νέα του κυκλοφορία, τις επιδράσεις του στις ηχητικές του κατευθύνσεις και τη σχέση του με τη Θεσσαλονίκη.
Δεν είναι η πρώτη φορά που επισκέπτεσαι τη Θεσσαλονίκη. Είναι η μόνη φορά, όμως, που έρχεσαι με αφορμή το νέο σου album, το οποίο τιτλοφορείται «Monomyth: Seperation». Πόσο διαφέρει αυτό το album, από τις προηγούμενες κυκλοφορίες σου;
Το συγκεκριμένο album νιώθω πως είναι το πρώτο πραγματικό album που έχω κάνει. Πρόκειται για ένα album, που έχει ένα πραγματικό concept, μια ιστορία να διηγηθεί, σαν και τις ιστορίες που μπορείς να απολαύσεις παρακολουθώντας μια ταινία από την αρχή, μέχρι το τέλος. Στα προηγούμενα album έκανα κομμάτια, στη συνέχεια συγκέντρωνα διάφορα παρόμοια tracks για να συγκροτήσω το album, ενώ σε αυτό η δημιουργία του ξεκίνησε από το πρώτο tour που έκανα στην Ελλάδα. Άντλησα έμπνευση από αυτό το ταξίδι, από τους ανθρώπους και από δίσκους που είχα αγοράσει και από την πρώτη στιγμή που επέστρεψα στο Bristol, ξεκίνησα να δουλεύω πάνω σε αυτό. Ένα χρόνο μετά, το είχα ολοκληρώσει. Όταν ξεκίνησα να δουλεύω πάνω στο album, μόλις είχα αποκτήσει το πρώτο μου παιδί , κι έτσι αυτό το album μεγάλωσε μαζί της, στην προσπάθειά μου να βρω χρόνο, κάνοντας το album και βοηθώντας τη μαμά και το μωρό. Αν ακούσεις την εισαγωγή, πραγματικά ακούγεται η φωνή της κόρης μου!
Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σου έρχεται στο μυαλό, όταν ακούς «Θεσσαλονίκη»;
Φίλοι! Η πρώτη φορά που έπαιξα στη Θεσσαλονίκη ήταν το 2012. Ωστόσο, έχω επιστρέψει πολλές φορές από τότε και κάθε φορά που έρχομαι, είμαι πάρα πολύ χαρούμενος γιατί θα δω ξανά καλούς φίλους, που έχω κάνει με το πέρασμα των χρόνων. Η Θεσσαλονίκη πάντα έχει μια καταπληκτική ατμόσφαιρα, που με κάνει να αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου.
Έχεις καθόλου επαφή με την ελληνική μουσική; Ποιους ξεχωρίζεις;
Είμαι μεγάλος φαν των Pad Trio, aka J.Melik, Billa Quase και Kill Emil. Επίσης, του Mononome και του Cayetano. Κάθε φορά που παίζω στην Ελλάδα, κολλάω με τους Έλληνες Djs και τους beatmakers. Γενικότερα, υπάρχει μια «υγιής σκηνή» όσον αφορά στους ανθρώπους και στα πράγματα που κάνουν.
Θυμάσαι ποιος ήταν ο πρώτος δίσκος που αγόρασες, ο πρώτος δίσκος που σου ενέπνευσε αυτή τη ζωτική σχέση σου με τη μουσική;
Πρέπει να είναι ο δίσκος των Wu-Tang, “Enter the 36 Chambers”. Όταν ήμουν στο σχολείο, ο φίλος μου μου είπε πως είχε ακούσει αυτούς τους «Ninja Rappers» από τη Νέα Υόρκη και έπρεπε να μάθουμε ποιοι ήταν. Πήγαμε λοιπόν στο HMV και ακριβώς στο κάτω ράφι, υπήρχαν copies του cd σε κασέτα, ένα για τον καθένα. Επιστρέψαμε σπίτι και το ακούσαμε. Δεν είχα ακούσει ποτέ ξανά κάτι τέτοιο. Από εκείνη τη στιγμή, κόλλησα με τη hip hop.
Ποιο είναι το τραγούδι που προκαλεί αναπάντεχο χαμό στις εμφανίσεις σου;
Νομίζω το κομμάτι μου “Things Get Better”. Πραγματικά έχω εκπλαγεί με την αποδοχή του κοινού στο κομμάτι αυτό. Το έκανα μόλις είχα αλλάξει υπολογιστή και software. Ένιωθα ότι δεν ήξερα τι έκανα, όταν έκανα αυτό το κομμάτι. Αυτό μου έχει μάθει πως το vibe του κομματιού είναι πιο σημαντικό από όλα τα τεχνικά πράγματα που μπορείς να κάνεις.
Ποιο είναι το πιο «δυνατό όπλο» για έναν Dj;
Πιστεύω πως πρέπει να είναι αυτά, με αυτή τη σειρά: επιλογή, προσωπικότητα, ικανότητα.
Ποιοι είναι οι καλλιτέχνες που είχαν το ρόλο του δασκάλου στη μουσική σου παιδεία;
Dj Shadow, Dj Krush, όλοι οι δίσκοι από Mo’ Wax, o RJD2 και πολλοί άλλοι.
Τα τελευταία χρόνια ζεις στο Bristol, μια πόλη που έχει αφήσει το δικό της στίγμα στη μουσική. Πόσο έχει επηρεάσει αυτή η πόλη την προσέγγισή σου στη μουσική;
Μα, γι’ αυτό το λόγο μετακόμισα στο Bristol. Ήρθα για τη bass μουσική. Έπαιζα πολύ Drum and Bass στα πρώτα χρόνια μου ως Dj και έχω επηρεαστεί πολύ από τον Dub ήχο του Bristol, που ακούς στους Massive Attack, Tricky και Portishead. Νομίζω πως για να καταλάβεις τον ήχο του Bristol, πρέπει να κατανοήσεις πως πρέπει να συνενώνεις και να αναμειγνύεις τις επιρροές μέσα από το φίλτρο της δικής σου εμπειρίας.
Τελικά, η έμπνευση για τη δημιουργία ενός κομματιού ρέει απρόσκοπτα παντού;
Πραγματικά παντού. Βρίσκω επιρροές σε παλιά μουσική, σε καινούρια μουσική, σε ταινίες, βιβλία και κάθε εμπειρία. Αν κοιτάξεις τον κόσμο σαν καλλιτέχνης, θα βρεις παντού έμπνευση.
Τέλος, ταξινομείς τους δίσκους σου αλφαβητικά, χρονολογικά ή αυτοβιογραφικά;
Χα χα! Είναι αστείο που μου το ρωτάς, καθώς η συλλογή μου είναι πολύ ακατάστατη. Από τότε που μετακομίσαμε, όλο σχεδιάζω να την οργανώσω, όταν τελικά μια μέρα η γυναίκα μου, μου είπε: «Θα το κάνω εγώ». Δεν άντεχε άλλο την ακαταστασία! Ελπίζω να έχουν οργανωθεί ωραία, όταν θα επιστρέψω. Το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας: «Φρόντισε πρώτα τη γυναίκα σου, πριν φροντίσεις όλους σου τους δίσκους»!
*Ο Up ‘n’ Loud με μεγάλη τιμή uποδέχεται τον σπουδαίο Βρετανό DJ και παραγωγό Frenic που επιστρέφει για τα καθιερωμένα sold out parties του.
O Frenic θα εμφανιστεί το Σάββατο 26 Μαρτίου στη Μαύρη Τρύπα, μαζί με τους Pelina feat. Captain P, Michael Lener (GR), smallFall (GR) και The.Mountain (GR).
Links:
www.djfrenic.com
Frenic on Facebook: www.facebook.com/
Upnloud on Facebook: www.facebook.com/
Εισιτήρια: 10 ευρώ στην πόρτα
**Οι φωτογραφίες είναι από τη σελίδα του Frenic στο Facebook!