Ο κινηματογραφικά πλασμένος κόσμος του Theodore.
Τη Δευτέρα 16 Μαΐου βρεθήκαμε στο meet ‘n’ greet της United We Fly για την παρουσίαση του νέου δίσκου του Theodore που, μάλιστα, ήταν και η πρώτη φορά που ένα τέτοιο γεγονός από τη δισκογραφική λάμβανε χώρα στη Θεσσαλονίκη. Σε ένα όμορφο, κάπως ζεστό απόγευμα στην πόλη και στο φιλόξενο χώρο του The Caravan, λίγο πριν την ακρόαση του The Voyage, είχαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε και να συνομιλήσουμε με τον ίδιο τον παραγωγό, συνθέτοντας όσο ήταν εφικτό την πολυεπίπεδη προσωπικότητα και το έργο του.
Χαρακτηριστικό των δημιουργιών του είναι η κινηματογραφικότητα που τους προσδίδει και, φυσικά, πώς θα μπορούσε η νέα κυκλοφορία να ξεφύγει; Ξεφεύγει, ωστόσο, με τον δικό της τρόπο από τη σφαίρα του πραγματικού, εφήμερου και τωρινού ανασκευάζοντας το περιβάλλον γύρω μας και καθοδηγώντας μας σε μια μακρινή «πτήση» στο άγνωστο, στο ανεξερεύνητο, στο απομακρυσμένο. Όλα όσα ακούσαμε από τον Theodore, αλλά κι αργότερα από τον δίσκο, μας μετέφεραν ακριβώς εκεί που έπρεπε. Ενδεχομένως όχι σε αμιγώς πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά συνειδητά στο πλάι του χαρακτήρα που ξεκινάει το δικό του μετά-μουσικής Voyage. Επιπλέον, ο Theodore θα παίξει live στο The Host το Σάββατο 21 Μαΐου, παρουσιάζοντας ολόκληρη τη νέα κυκλοφορία αλλά και παλιότερες δημιουργίες.
Θα ήθελα να ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας, μαθαίνοντας για το ποια είναι αυτά τα στοιχεία που δομούν την καλλιτεχνική σου ταυτότητα. Δηλαδή, ποιες ιδέες σε συντροφεύουν, τα στοιχεία που την συγκροτούν κι όλα αυτά.
Γράφω μουσική για τον ίδιο λόγο που ξεκίνησα. Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς! Έχω πράγματα στο μυαλό μου, ιδέες, αγωνίες, που ο μόνος τρόπος που βρήκα στη ζωή μου να τις διοχετεύσω, να λύνω αυτές τις αγωνίες, ήταν μέσα από την μουσική. Αυτό κάνω τα τελευταία 10 χρόνια πλέον με ο,τι έχω στο μυαλό μου, ιδέα ή φιλοσοφική αγωνία. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ αυτό, ήδη από την αρχή. Από τον πρώτο δίσκο προσπαθώ να σκέφτομαι ιδέες και concept ώστε να λέω μια ιστορία. Σχεδόν με κινηματογραφικό τρόπο, σαν να προσπαθώ να φτιάξω εικόνες και να τις βάλω στη σειρά.
Και, μέχρι τώρα, έχω προσπαθήσει γράφοντας τον πρώτο μου δίσκο, να εξηγήσω τι είναι ο έρωτας με τα μάτια που είχα ως 18 χρονών τότε. Για το σπίτι μου που μου έλειπε γιατί ζούσα στο Λονδίνο μετά, μέχρι και στο Inner Dynamics που προσπαθούσα, στην πραγματικότητα, να καταλάβω τα αντίθετα και πώς αυτά λειτουργούν μέσα μου, αφού ζούσα τελείως διαφορετικές ζωές μέσα στην ίδια μέρα. Και, πλέον, στον δίσκο που μόλις κυκλοφόρησε έγραψα για ένα ταξίδι στο διάστημα, το οποίο μου έδινε και μια διέξοδο μέσα στην πανδημία. Οπότε, γράφω για αυτά που έχω ανάγκη εγώ εκείνη τη στιγμή.
Οι στόχοι σου οπότε έχουν αλλάξει ριζικά αυτό το διάστημα; Γιατί είπες γράφεις αρκετά χρόνια. Ή υπάρχει μια βάση στην οποία πατάς και δημιουργείς από εκεί; Αλλάζει αυτή η βάση;
Ο στόχος είναι ένας και βασικός: Το πώς θα εξωτερικεύσω τα συναισθήματά μου και πώς θα τα μοιραστώ με τον κόσμο, ώστε κι εκείνος να πάρει από αυτά ο,τι θέλει και να νιώσει με τη σειρά του αυτό που θέλει. Αυτός ο στόχος δεν έχει αλλάξει. Τι αλλάζει; Μάλλον εγώ μέσα από αυτό, ο τρόπος και τα μέσα που αποφασίζω να χρησιμοποιώ. Μάλλον απλουστεύουν σιγά όσο μεγαλώνουμε.
Οπότε με λίγα λόγια τι θα έλεγες πως συνιστά έμπνευση;
Ωραία ερώτηση είναι αυτή και δύσκολη. Η έμπνευση είναι παντού, αρκεί κάποιος να αποφασίσει να τη δει. Τι συνιστά έμπνευση για ‘μένα; Στην παρούσα φάση ωραία, όμορφα πράγματα και το πώς φεύγουμε από το σκοτάδι προς το φως. Μάλλον αυτό κάνω συστηματικά, συνειδητοποιώ.
Επομένως, σε τι κόσμο θα έλεγες πώς απευθύνονται οι δημιουργίες σου;
Αυτό με δυσκολεύει πολύ. Γιατί, γράφοντας, δεν έχω στο μυαλό μου συγκεκριμένο κόσμο, συγκεκριμένο κοινό. Προσπαθώντας να αντιληφθώ ποιον τελικά αφορά, αφού έχει βγει έξω στον κόσμο και στη ζωή η μουσική μου, βρίσκω ετερόκλιτο κοινό. Δηλαδή, από πιτσιρίκια 25 χρονών (άμα θεωρούνται πιτσιρίκια!) μέχρι και μεγαλύτερους ανθρώπους.
Η μουσική μου έχει κάποια πράγματα τα οποία είναι λίγο πιο σύγχρονα με έντονο ηλεκτρονικό στοιχείο και, ταυτοχρόνως, χρησιμοποιώ – συνήθως – μια κλασική φόρμα με κλασικά όργανα πολλές φορές οπότε, κάπου κάπου, τραβούν και λίγο μεγαλύτερο κοινό. Δεν ξέρω, δεν είμαι σίγουρος να σου πω την αλήθεια.
Με ενδιαφέρει να δημιουργήσω ένα πλαίσιο, ένα περιβάλλον, στο οποίο θα πάρουν αυτό που έχουν ανάγκη.
Θεωρείς δηλαδή ότι τους τραβάει κάποια ανάγκη να ακούσουν την μουσική σου ή ο ήχος που είναι πιο αντιπροσωπευτικός για διάφορα ρεύματα;
Δεν έχω καταφέρει να καταλάβω γιατί ακούει ο κόσμος την μουσική μου. Το κοινό που έρχεται στις συναυλίες μου, όλο και πιο πολύ όσο περνάει ο καιρός, έρχεται συνειδητά μιας και ξέρουν τι θα δούνε, το οποίο το αντιλαμβάνομαι τα τελευταία χρόνια: Είτε γιατί θέλουν να χορέψουν, όσο γίνεται αυτό με την μουσική μου, είτε κλείνουν τα μάτια και δεν κουνιούνται από τη θέση τους καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας.
Μιας και σε κάθε δίσκο υπάρχουν, όπως είπες, διαφορετικά πράγματα τα οποία θες να διοχετεύσεις προς τα έξω, σε προβληματίζει καθόλου αν το μήνυμα του καθενός γίνεται αντιληπτό ή κατανοητό;
Όχι, γιατί δεν με ενδιαφέρει να πάρει ο κόσμος το δικό μου μήνυμα. Με ενδιαφέρει να δημιουργήσω ένα πλαίσιο, ένα περιβάλλον, στο οποίο θα πάρουν αυτό που έχουν ανάγκη. Και θα με στενοχωρούσε κιόλας εάν συνειδητοποιούσα ότι αναγκάζω ή εκβιάζω τα συναισθήματά του, είτε στην ακρόαση, είτε στη συναυλία. Μου αρέσει να μπαίνει σε ένα περιβάλλον στο οποίο να βγάλει κι αυτός ο,τι έχει ανάγκη. Κι αυτό είναι λειτουργικό κιόλας.
Αντίστοιχα, εσύ τι ζητάς από τον εαυτό σου μέσα από όλη τη διαδικασία; Δηλαδή, από την παραγωγή μέχρι κι ένα live performance, που ολοκληρώνει κατά κάποιον τρόπο τον κύκλο.
Προσπαθώ να καλύψω την προσωπική μου ανάγκη, έως κι εμμονή, του να ζω πράγματα και στιγμές πάνω στην σκηνή. Που, από μικρός κατάλαβα πως είναι αυτές που με γεμίζουν και χωρίς τις οποίες δεν μπορώ να ζήσω με ευκολία.
Επίσης, στο “The Voyage”, το τελευταίο σου album, υπήρχε μια ανάγκη που σε καθοδήγησε, η ανάγκη της διαφυγής. Πώς όμως συνδυάζεται το διάστημα με αυτή την απόδραση; Και πώς μπόρεσες να το αποτυπώσεις;
Ξεκίνησα να γράφω τον δίσκο λίγο πριν την πανδημία κι όλο αυτό το δυστοπικό ταξίδι που ζήσαμε όλοι στην πραγματικότητα. Κι αυτό έγινε επειδή έπεσε στα χέρια μου ξανά το Space Odyssey του Kubrick. Είχα να το δω από την εφηβεία μου. Το είδα αρκετές φορές και συνειδητοποίησα πως ήρθε η ώρα να γράψω για κάτι το οποίο πάντα με τραβούσε. Δηλαδή, το διάστημα κι ένα ταξίδι εκεί, όπως και το ταξίδι του ανθρώπου στο άγνωστο και προς την εξέλιξή του.
Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα ήρθε η πανδημία και κλειστήκαμε στα σπίτια μας κι έπιασα τον εαυτό μου να λύνει τα προβλήματα του εγκλεισμού που όλοι είχαμε. Αυτό έγινε καθώς ονειρευόμουν το πώς ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, που έφτιαχνα, αποφασίζει να φύγει από τη Γη κι από τη δυστοπική πραγματικότητα που ο ίδιος -μάλλον- δημιούργησε και να ψάξει ένα νέο τόπο, ώστε να «χωρέσει». Στην πορεία, βρίσκει τον εαυτό του και την εξέλιξή του.
Τώρα, πώς αποτυπώθηκε αυτό; Χρησιμοποίησα πάρα πολλές αναφορές και στο Space Odyssey και σε διάφορες sci-fi ταινίες που μου άρεσαν απ’ όταν ήμουν μικρός και μουσικά επίσης. Δηλαδή, σε μεγάλο βαθμό χρησιμοποίησα αναφορές από soundtrack, ταινίες ή από τη δισκογραφία που είχε να κάνει με το διάστημα, όπως του David Bowie και τέτοιου είδους υλικό. Όσο πήγαινα προς την ολοκλήρωση του δίσκου, άρχισα να αφαιρώ και να αποδομώ, ώστε να μείνει η δικιά μου η ουσία μέσα από αυτό.
Προσπαθώ για οπτικοακουστικά ερεθίσματα στον κόσμο. Να είναι και η μουσική τέτοια αλλά και το φως, το σόου και τα σκηνικά στημένα με τέτοιον τρόπο, ώστε ο κόσμος να μπαίνει στο έργο που έχω φτιάξει.
Μου έκανε εντύπωση το πώς επέλεξες το διάστημα σχετικά με αυτή την πνευματική διαφυγή. Υπάρχει κάποιο «νήμα» μεταξύ αυτών; Δηλαδή, γιατί το διάστημα; Ήταν μόνο αυτές οι επιρροές ή υπήρχε και κάτι άλλο το οποίο σε οδήγησε;
Το διάστημα συμβολίζει τα πάντα. Και δεν είναι και τα όριά του γνωστά κι ακόμα και να ‘ταν δεν μπορεί ο ανθρώπινος νους να το αντιληφθεί. Και, αντιστοίχως, θεωρώ σε αυτόν τον δίσκο ότι και το ανθρώπινο πνεύμα και η ανθρώπινη πνευματική δυνατότητα είναι απεριόριστη. Ή τουλάχιστον, τόσο μεγάλη που δεν μπορούμε να την αντιληφθούμε στην παρούσα φάση. Οπότε, νομίζω ότι είναι ανάλογο.
Και σχετικά με το δικό σου Voyage, ποιο είναι αυτό το ταξίδι το οποίο ξεκίνησες, έχεις φτάσει ως τώρα και σκοπεύεις να συνεχίσεις;
Κλείνοντας μια δεκαετία γράφοντας και παίζοντας ζωντανά την μουσική μου, συνεχώς αισθάνομαι ότι κάπου πάω. Άμα γυρίσω και πω «Α! Εδώ πέρα θα φτάσω» και περίπου το ζω, αλλά έχει μπει ένας στόχος μακρύτερος. Οπότε, το δικό μου ταξίδι είναι χωρίς σταματημό. Ή τουλάχιστον δεν μπορώ να καταλάβω ποτέ ότι φτάνω κάπου. Μάλλον, μόνο κάπου πάω!
Έχουμε ένα live performance σου που θα γίνει στο The Host και θα ‘θελα να μάθω περισσότερα για το πώς αντιλαμβάνεσαι, διαχειρίζεσαι, αντιμετωπίζεις ένα τέτοιο performance. Και, επίσης, ποια είναι η αλληλεπίδραση με το κοινό εκείνη τη στιγμή. Πώς νιώθεις, τι λαμβάνεις και πώς το στήνεις.
Προσπαθώ να δημιουργώ όχι μια συναυλία, αλλά μια παράσταση. Προσπαθώ για οπτικοακουστικά ερεθίσματα στον κόσμο. Να είναι και η μουσική τέτοια αλλά και το φως, το σόου και τα σκηνικά στημένα με τέτοιον τρόπο, ώστε ο κόσμος να μπαίνει στο έργο που έχω φτιάξει. Αναλόγως και με το πού βρίσκομαι και ποια είναι και η περίοδος, διαπιστώνω ότι το κοινό έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Αν και, όταν ανεβαίνω πάνω στη σκηνή, δεν παίζει καθόλου ρόλο αυτό. Γιατί είμαστε αυτοί που βρίσκονται πάνω στη σκηνή κι αυτοί που βρίσκονται από κάτω. Ενωνόμαστε και ζούμε μία-δύο ώρες που ο καθένας ξεχνάει – ή τουλάχιστον εγώ θα ‘θελα να ξεχνάει – τι είναι αυτό που τον έφερε ως εκεί και τι κουβαλάει μαζί του, αφήνοντας το μυαλό του να ταξιδέψει όπου θέλει αυτός.
Διατηρεί, δηλαδή, αυτό το στοιχείο της κινηματογραφικότητας που είπες. Κι αυτή η κινηματογραφικότητα είναι πιο εύκολη κατά τη διάρκεια της παραγωγής ή όταν είσαι εκεί; Παράδειγμα τι δυσκολίες, τι προκλήσεις υπάρχουν σε αυτό;
Είναι διαφορετικό πράγμα. Με τον δίσκο είμαι μόνος μου. Τα ερεθίσματα τα οποία έχω δεν είναι από τρίτους. Μπορεί από τους συνεργάτες μου που είναι και λίγοι κάθε φορά. Ενώ, σε μια συναυλία, σε μια παράσταση η σχέση με τον κόσμο είναι καθοριστική. Πολλές φορές έχω πιάσει τον εαυτό μου να προετοιμάζεται για μια παράσταση η οποία είναι έντονη και δυνατή, με τα πιο δυνατά μου κομμάτια μάλλον, αλλά διαπιστώνω ότι ο κόσμος δεν είναι από αυτούς που ήρθαν να χορέψουν, αλλά από αυτούς που ήρθαν να κλείσουν τα μάτια και να αφεθούν. Έτσι, η παράσταση κάπως προσαρμόζεται και πάει κι από μόνη της προς τα εκεί. Και όχι πάντα συνειδητά.
Έχεις κάνει έργα που να σχετίζονται με τον κινηματογράφο; Έχεις γράψει μουσική γι’ αυτό;
Όχι όσο θα ‘θελα. Έχω κάνει μεγάλου μήκους ταινία, αλλά η πιο ενδιαφέρουσα εμπειρία, πέραν από κάποιες άλλες μικρές δουλειές, ήταν αυτή που είχα γράψει το 2015 νομίζω. Πρωτότυπη μουσική για τον κινηματογραφιστή του Buster Keaton, του βωβού κινηματογράφου όταν και μου ζήτησαν από το Athens Open Air Films Festival να το παρουσιάσω ζωντανά. Και ήταν και στις στήλες του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα, το οποίο ήταν φανταστική εμπειρία.
Πώς μέτρησε το περιβάλλον σε αυτό;
Πάτησα το πόδι μου στον χώρο, επίσης και για το soundcheck, με φοβερό δέος, γνωρίζοντας ότι εκεί πέρα είχε παίξει ο Βαγγέλης Παπαθανασίου την «Μυθωδία». Αριστερά μου έβλεπα τον Παρθενώνα και δεξιά μου ήταν ο ναός του Διός. Είχαν έρθει περίπου 1500 άτομα για τη ζωντανή ερμηνεία αλλά και για να παρακολουθήσουν την ταινία, αφού πίσω ήταν η οθόνη όπου παιζόταν. Ήταν συγκλονιστική εμπειρία. Και ήμουν και χαρούμενος, κιόλας, που ήταν για κάτι κινηματογραφικό και όχι για τη δικιά μου μουσική. Διότι στην μουσική μου παίζω κι ασταμάτητα ενώ εκεί, επειδή ήταν ένα film score, είχα πολλά κενά και μπορούσα να απολαύσω την στιγμή πραγματικά.
Σε καθοδηγεί κιόλας η ταινία σε αυτό, να γράψεις την μουσική.
Πάντα έτσι γίνεται. Δε νομίζω ότι μπορεί κάποιος να γράψει, πετυχημένα τουλάχιστον, μουσική για μια ταινία προσπαθώντας να εξυπηρετήσει τις δικές του ανάγκες εκείνη τη στιγμή. Προσπαθείς να εξυπηρετήσεις την ιδέα του σκηνοθέτη. Τουλάχιστον την ιδέα που αντιλαμβάνεσαι ότι έχει και το πού θέλει να το πάει. Ακόμα και να μην καταφέρει να στο εκφράσει με ευκολία. Δε γράφεις για ‘σένα, γράφεις για να εξυπηρετήσεις το έργο κάποιου άλλου. Οπότε, πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις και στο θέατρο αντιστοίχως, προσπαθώ, να εξυπηρετήσω τον σκοπό συγκεκριμένα. Προφανώς περνάει μέσα από ‘μένα και ο,τι φίλτρο μπορεί να είναι αυτό.
Τώρα, επειδή στη συγκεκριμένη δουλειά προφανώς δεν είχα καμιά επικοινωνία με τους δημιουργούς του Buster Keaton, προσπάθησα να κρατήσω κάποια στοιχεία από την μουσική, έτσι όπως την αντιλαμβανόμαστε στο βωβό κινηματογράφο, να τα αποδομήσω και να τα φέρω στην σύγχρονη εποχή. Να δημιουργήσω, επομένως, μια ατμόσφαιρα και να ψάξω να βρω στο σενάριο την τραγικότητα του Buster Keaton. Ήταν κωμικός ο άνθρωπος και περπατάει και του πέφτει κάτι στο κεφάλι και πέφτει ανάσκελα. Αλλά, σε όλες τις ταινίες του πάντα είναι ένας ήρωας φοβερά τραγικός, ο οποίος μονίμως κυνηγάει ένα ρομαντικό όνειρο το οποίο και δεν το βρίσκει και όλη η φύση του πάει κόντρα ή και όχι. Κάτι που, σίγουρα, μου φαίνεται φοβερό.
Παρ’ όλ’ αυτά, παρά την μικρή ελευθερία που σου δίνει όλο αυτό, θα ήθελες να κάνεις περισσότερα εκεί. Πώς σχετίζεται αυτό μαζί σου; Δηλαδή, θέλεις αυτήν την κατεύθυνση ή απλά σου αρέσει ο κινηματογράφος και θες να συμμετάσχεις με αυτό;
Μου αρέσει ο κινηματογράφος πάρα πολύ. Αυτό νομίζω έχει να κάνει με το γεγονός ότι ακόμα και στις δικές μου δουλειές αισθάνομαι σα να γράφω για ταινία. Το Voyage για ‘μένα είναι μια ταινία. Μια ιστορία με αρχή-μέση-τέλος με πρωταγωνιστή που, κάπως, προσπαθήσαμε να δείξουμε και στα video clip που δημιουργηθήκανε. Κι έχω γράψει αυτό, έχοντας στο μυαλό μου εικόνες. Αν κάποιος ακούσει τον δίσκο και κλείσει τα μάτια του, θα ήλπιζα να δει κάποιες από αυτές. Οπότε, θα ήθελα πολύ να ασχοληθώ με τον κινηματογράφο γι’ αυτόν τον λόγο. Νομίζω ότι θα με ενδιέφερε να το κάνω και για ιδέες που δεν είναι δικές μου.
Κλείνοντας, υπάρχει κάποιο μήνυμα που θα ήθελες να μοιραστείς;
Αν ένα πράγμα σκέφτομαι έντονα τον τελευταίο καιρό, ως 30 χρονών άνθρωπος, είναι πως η γενιά μου έζησε σε όλη της την ενήλικη ζωή, ζει μάλλον, ασταμάτητα μέσα σε μια κρίση. Η οποία, κάθε φορά, βλέπεις να φτάνει στο τέλος της και τότε δημιουργείται μια καινούργια. Εμείς τελειώσαμε το σχολείο μέσα στην κρίση, η κρίση ολοκληρωνότανε και ήρθε η πανδημία. Ύστερα, η πανδημία ολοκληρωνότανε και ήρθε ένας πόλεμος, όπου δεν ξέρουμε και πού σταματάει αυτό.
Πέρα από το γεγονός ότι δεν πέφτουν βόμβες σε όλη την Ευρώπη και πέφτουν μόνο σε μία χώρα, όλα τα άλλα που ζούμε είναι χαρακτηριστικά Παγκόσμιου Πολέμου. Κάτι το οποίο είναι φοβερό και τρομακτικό, ταυτοχρόνως. Μάλλον αυτό το οποίο σκέφτομαι εγώ είναι το ότι δεν μπορούμε με ευκολία να σταματήσουμε τις αλλαγές, τις τόσο τραγικές αλλαγές που ζούμε και θα ζήσουμε μέσα από αυτές και μέσα σε αυτές. Κι επειδή δεν βλέπω πού σταματάει η κρίση και πότε θα έρθει ξανά το 2000 ή το 1998, μάλλον πρέπει να ζήσουμε μέσα σε αυτό και να αγκαλιάσουμε την αλλαγή. Αλλά, να πάμε την αλλαγή προς τα εκεί που εμείς θέλουμε.
______________________
Ο δίσκος είναι διαθέσιμος για αγορά μέσω Bandcamp και μέσω του επίσημου site της United We Fly.
Theodore live @ The Host | The Voyage – Release Show
Ημερομηνία: Σάββατο 21 Μαΐου
Τοποθεσία: The Host, Πάικου 4, Θεσσαλονίκη
Ώρα έναρξης: 21:00
Οι πόρτες ανοίγουν στις 20:30
Τιμές Εισιτηρίων
Προπώληση μέσω viva: 7€
Ταμείο: 10€
Βρείτε το event και στο Facebook.