«Τα ποιήματα που έζησα στο σώμα σου σωπαίνοντας», το ποίημα της Παρασκευής.
Σάρκινος λόγος
Τα ποιήματα που έζησα
στο σώμα σου σωπαίνοντας,
θα μου ζητήσουν, κάποτε, ό
ταν φύγεις, τη φωνή τους.
Όμως εγώ δε θα ’χω πια φωνή να τα μιλήσω.
Γιατί εσύ συνήθιζες πάντα
να περπατάς γυμνόποδη στις κάμαρες,
κι υστέρα μαζευόσουν στο κρεβάτι
ένα κουβάρι πούπουλα, μετάξι κι άγρια φλόγα.
Σταύρωνες τα χέρια σου
γύρω στα γόνατά σου,
αφήνοντας προκλητικά προτεταμένα
τα σκονισμένα σου ρόδινα πέλματα.
Να με θυμάσαι – μου ’λεγες – έτσι·
έτσι να με θυμάσαι με τα λερωμένα πόδια μου·
με τα μαλλιά μου ριγμένα στα μάτια μου
– γιατί έτσι βαθύτερα σε βλέπω.
Λοιπόν, πώς να ’χω πια τη φωνή.
Ποτέ της η Ποίηση δεν περπάτησε έτσι
κάτω από τις πάλλευκες ανθισμένες
μηλιές κανενός Παραδείσου.
Ο Γιάννης Ρίτσος (1 Μαΐου 1909-11 Νοεμβρίου 1990) ήταν Έλληνας ποιητής. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της νεότερης ελληνικής ποίησης. Δημοσίευσε πάνω από εκατό ποιητικές συλλογές και συνθέσεις, εννέα μυθιστορήματα, τέσσερα θεατρικά έργα, μελέτες, μεταφράσεις, χρονογραφήματα. Το 1968 προτάθηκε για το βραβείο Νομπέλ, το οποίο δεν πήρε, διότι θεωρήθηκε στρατευμένος ποιητής (δηλαδή ήταν μέλος του ΚΚΕ). Το 1975 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίoυ Θεσσαλονίκης και το 1977 τιμήθηκε με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν. Άλλα σημαντικά βραβεία που απέσπασε είναι το Μέγα Διεθνές Βραβείο Ποίησης (Βέλγιο, 1972) και το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το έργο του, Η Σονάτα του Σεληνόφωτος (1956).