Skip to content

Συνέντευξη με τον Δημήτρη Καραντζά.

DATE

SHARE THIS ARTICLE

Ο Δημήτρης Καραντζάς άνοιξε την θεατρική Πόρτα και παρουσίασε τον «Σλάντεκ», του Έντεν Φον Χόρβατ, ένα έργο για την διαχρονική ανάγκη του ανθρώπου να βρει μια ταυτότητα. Ένας από τους πιο πολυσυζητημένους σκηνοθέτες του 2014, λίγο πριν το τέλος του «Σλάντεκ» και την έναρξη του «Φαέθων», στο θέατρο Οδού Κυκλάδων, μιλάει για την δουλειά του, τις συνεργασίες του και την ανάγκη του να φύγει στο εξωτερικό.

«Σλάντεκ». Κακά αγόρια, με περίεργα ονόματα. Μέρος πρώτο, στο θέατρο Πόρτα.

Ο Σλάντεκ δεν είναι ένα κακό αγόρι, μπερδεμένο θα τον χαρακτήριζα. Είναι ένα παιδί, που γεννιέται προς το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου κι έχει να αντιμετωπίσει ό,τι έπεται. Γερμανία,  στη Δημοκρατία της Βαιμάρης, όπου επικρατεί η αστάθεια και η ιδεολογική σύγχυση, είναι εύκολο να εμφανιστούν φανατικές συμπεριφορές. Οι συμπεριφορές αυτές φαίνεται να έχουν κάποια, αναγκαία για την εποχή, κατεύθυνση. Ο Σλάντεκ, προερχόμενος από μια φτωχή οικογένεια, με άσχημη παιδική ηλικία, “κουρδίζεται” σε έναν ανώτερο σκοπό, να ενταχθεί στον Μαύρο Στρατό, μια φασιστική οργάνωση που οραματίζεται την επάνοδο της Γερμανίας. Δεν μου αρέσει ο όρος “κακός”. Οι “κακές” του πράξεις εκτελούνται, βάσει ενός ανώτερου σκοπού, που πρεσβεύει και στο μυαλό του είναι απαραίτητες θυσίες. Χαρακτηριστικό είναι το μοτίβο της επανάληψης της φράσης: “οι σκοτωμοί είναι ατέλειωτοι στη φύση”.

Τι σε συγκίνησε στο έργο;

Από πολιτικό καταλήγει υπαρξιακό. Είναι μια ιστορία ενηλικίωσης. Είχα μια άρνηση στα πολιτικά έργα, γιατί πολύ εύκολα γίνονται διδακτικά και “κουνούν το δάχτυλο”. Οι αναγωγές στη σημερινή κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας, μπορούν να γίνουν. Συνεχή κρούσματα φασισμού, αστάθεια και καταστολή. Ο Έντεν Φον Χόρβατ, ενώ είναι στρατευμένος ενάντια στον φασισμό, δεν χάνει την αντικειμενικότητά του. Παράλληλα με την ιστορία του Σλάντεκ, εξελίσσει την πορεία ενός ειρηνιστή, ο οποίος επίσης καταλήγει προδομένος από το κράτος. Ο Χόρβατ παραθέτει όλες τις πλευρές, μεγαλώνοντας το αδιέξοδο. Μια πολυπρισματική ανάλυση των αντιδράσεων του ατόμου, μέσα σε μια φασιστική κοινωνία.

Processed with VSCOcam with 3 preset

Στο θέμα του Νίκου Ρωμανού, πήρες ξεκάθαρη, οργισμένη θέση.

Ζούμε μια απόλυτη αθλιότητα. Το παιδί αυτό, για να διεκδικήσει το αυτονόητο, έπρεπε να φτάσει στα άκρα. Το κράτος θέλησε να δείξει τα δόντια του, να καταστείλει άμεσα, χωρίς περιθώριο επιλογής. Λυπάμαι να ζω σε αυτή την χώρα. Δεν μου αρέσουν ούτε οι άνθρωποι, ούτε οι νόμοι, ούτε οι εύκολες κριτικές. Δεν εμπλέκομαι συναισθηματικά με αυτήν την χώρα και γι’ αυτό δεν με ενδιαφέρει να αγωνιστώ να την αλλάξω. Θα παλέψω για να ζήσω αλλού.

Προς το παρόν, ωστόσο, ζεις και εργάζεσαι στην Αθήνα. Κάνεις θέατρο εδώ.

Γνώρισα την πόλη, σε μια άλλη περίοδο. Τότε, που το θέατρο προσπαθούσε να αλλάξει την κοινωνία. Στην εφηβεία μου, ο Χουβαρδάς και το «Αμόρε» ήταν κάτι το ειλικρινά εναλλακτικό. Το ίδιο προσπάθησε να κάνει και στο «Εθνικό». Να φέρει το “εναλλακτικό” στην πρώτη γραμμή. Επίσης ο Λούκος στο Φεστιβάλ Αθηνών, άνοιξε τους ορίζοντες, όχι μόνο του κοινού, αλλά και των ανθρώπων που δουλεύουν σ’ αυτό. Ήταν μια ανάσα αισιοδοξίας. Σήμερα δεν μπορώ να πω το ίδιο. Δεν με ενδιαφέρει να κάνω λαϊκιστικά μιούζικαλ.

Πού εντοπίζεται η πληγή του ελληνικού θεάτρου;

Στην επιλογή του ρεπερτορίου και στους ανθρώπους που επιλέγονται σε καίριες θέσεις. Με χαρακτηριστικότερο το παράδειγμα του «Εθνικού». Θεωρώντας πως ο πολιτισμός έχει κατεύθυνση να προτείνει κάτι και να είναι χρήσιμος στην κοινωνία, οφείλει να οξύνει την διάνοια και όχι να την αποβλακώνει. Δεν πιστεύω ότι έργα, που μυρίζουν φορμόλη και μας θυμίζουν τι όμορφα που ήταν τα παλιά χρόνια, έχουν να προσφέρουν κάτι. Οι σκηνές, που παλεύουν ουσιαστικά για το αντίθετο, είναι ελάχιστες και μόνες, χωρίς καμία οικονομική ενίσχυση, παρά μόνο αυτή των εισιτηρίων.

Ο Σλάντεκ ζει ανάμεσά μας;

Είναι ένα παιδί, απολύτως αφομοιωμένο από την εποχή του, που παλεύει να βρει πώς να σταθεί στα πόδια του. Παίρνει την λάθος κατεύθυνση μεν, αλλά δεν παύει να ψάχνει την ρίζα του, το ποιος είναι και γιατί. Στην ουσία, αναζητά το κίνητρο των πράξεων του.

“Αν θες ειρήνη, ετοιμάσου για πόλεμο”.

Αυτά είναι τα λόγια ενός δικαστήφορέα της εξουσίας, ως απάντηση στον ειρηνιστή, ο οποίος ζητά έναν διεθνή ποινικό κώδικα που τιμωρεί τον πόλεμο. Τα κράτη, ανά τους αιώνες, έχουν μάθει να αντιμετωπίζουν τα αιτήματα για ειρήνη, με καταστολή και πόλεμο.

Έχοντας σκηνοθετήσει παραστάσεις στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, στο Εθνικό, στην Επίδαυρο, βίωσες το άγχος των “μεγάλων” σκηνών;

Δεν με απασχόλησε ποτέ πόσα άτομα χωράει το θέατρο, στο οποίο σκηνοθέτησα παράσταση. Δεν το σκέφτηκα σε κλίμακα κοινού. Το άγχος μου αφορούσε το πώς κάτι που ίσως έχω μάθει να κάνω σε μικρή σκηνική κλίμακα, θα έπρεπε να μεταφερθεί σε μεγαλύτερη. Η ζωή έχει με τον τρόπο της, μια κυκλικότητα, σύμφωνα με την οποία μπορεί μια χρονιά να έκανα παραστάσεις σε μεγάλες σκηνές και την επόμενη να βρεθώ στις αντίπερα όχθες. Στο θέατρο δεν έχει σημασία το μέγεθος της σκηνής, παρά μόνο σε τεχνικές λεπτομέρειες. Η ανασφάλεια που ένιωσα, κατά την διάρκεια των παραστάσεων στην Στεγη, στο Εθνικό, στην Επίδαυρο, δεν μου άφησε χώρο να συνειδητοποιήσω το μέγεθος των πραγμάτων. Πλέον, αυτό που με ενδιαφέρει είναι οι άνθρωποι, με τους οποίους συνεργάζομαι και όχι οι χώροι.

Processed with VSCOcam with hb1 preset

Ποια είναι τα δυνατά σου χαρτιά, τα όπλα σου;

Οι συνεργάτες μου. Διακρίνω σε αυτούς εργατικότητα, επιμονή, διευρυμένη αντίληψη και κάποιο είδος περιέργειας. Έχουν έναν ουσιαστικό πυρήνα, αλλά εξωτερικά είναι ευμετάβλητοι και η περιέργειά τους βασίζεται στο να παίξουν με τα όρια των αλλαγών τους. Μου αρέσει να δουλεύω με μια βάση συνεργατών, αλλά με φοβίζει το κλειστό σύστημα. Γι’ αυτό, πάντα βρίσκω νέο αίμα που ανανεώνει, πυροδοτεί, όχι μόνο την ομάδα, αλλά κυρίως εμένα τον ίδιο. Μαθαίνω τον εαυτό μου, όταν συνεργάζομαι με νέα πρόσωπα, που προσπαθούν να γνωρίσουν τις δικές μου μεθόδους.

Τι σε ενοχλεί στον εαυτό σου, πάνω στην δουλειά;

Αν κάτι στραβώσει την ώρα της πρόβας, δεν μπορώ να το ξεπεράσω. Θα επιμείνω μέχρι να το λύσω και αυτό μπορεί να είναι ακραία κουραστικό. Ακόμη και μια χαζή παρεξήγηση, με κολλάει και μπορεί να χάσω τον προσανατολισμό μου. Επίσης, ενώ σε ορισμένα πράγματα είμαι πολύ οργανωτικός, σε άλλα είμαι τελείως ανοργάνωτος. Μπορεί ένα βράδυ να το περάσω, καθαρογράφοντας σημειώσεις από παράσταση, και την επόμενη μέρα, στην πρόβα, να έχω ξεχάσει να τις πάρω μαζί μου. Είναι μια αντιφατικότητα, που με ταράζει.

Πότε νιώθεις ότι μια παράσταση είναι έτοιμη να παραδοθεί στο κοινό; Θα κάνεις αλλαγές κάθε βράδυ;

Έρχομαι σε κάθε παράσταση. Μπορεί να μην κάνω ουσιαστικές αλλαγές κάθε βράδυ, αλλά σίγουρα έχω παρατηρήσεις για την επόμενη μέρα. Και σίγουρα κάνουμε πρόβα, μια φορά την εβδομάδα. Είναι ζωντανός οργανισμός η παράσταση. Από τη στιγμή που θα γίνει η πρεμιέρα, καθημερινά μετασχηματίζεται και αλλάζουν οι ισορροπίες. Παρατηρείς την κατεύθυνση και προχωρείς στις διορθωτικές κινήσεις.

Σκηνοθετείς ιδιαίτερα αφαιρετικά. Θα ήθελες να δοκιμάσεις κάτι διαφορετικό;

Δεν είμαι υπέρ του σκηνικού ρεαλισμού, γιατί τεχνικά δεν μπορεί να υποστηριχθεί. Δηλαδή, αν κάτι δεν παρασταθεί τέλεια ρεαλιστικά, δε βρίσκω εμφανή λόγο να το δείξω. Γι’ αυτό προτιμώ κυρίως τις αφαιρετικές φόρμες. Ένα ακόμη ζήτημα είναι η αρχιτεκτονική και τα υλικά του χώρου, το οποία θα πρέπει να βρίσκονται σε αρμονία με το σκηνικό που θα επιλεγεί. Είναι κάπως αστείο, σε έναν χώρο με δρύινα, δερμάτινα και μεταλλικά στοιχεία, να φτιάξω μια καλύβα και να πείσω τον θεατή ότι βλέπει μια παράσταση σε μια καλύβα. Επίσης, η ερμηνεία ενός ηθοποιού είναι η συνάντηση του ατόμου, με τον ήρωα που έχει γράψει ένας συγγραφέας σε ένα χαρτί. Ο ηθοποιός δεν γίνεται ο ήρωας, υιοθετεί τα χαρακτηριστικά του και αφηγείται την ιστορία του. Με ενδιαφέρει να φέρω στο προσκήνιο, τις συναισθηματικές συγκρουσιακές σχέσεις των προσώπων, παρά την εποχή, στην οποία έζησαν.

Ποια ήταν η πρώτη και ποια η πιο αγαπημένη παράσταση που είδες;

Η πρώτη παράσταση που είδα ήταν το “Βίρα τις Άγκυρες”, σε σκηνοθεσία Φασουλή, αλλά η πρώτη παράσταση που με συγκλόνισε ήταν το “Bella Venezia”, το 2005, σε σκηνοθεσία Βογιατζή. Δυσαναπλήρωτο το κενό του.

Διαβάζεις τις κριτικές, που γράφονται για τις παραστάσεις σου;

Φυσικά. Με ενδιαφέρουν όλες, καλές ή κακές. Αρκεί να είναι ουσιαστικές, και όχι “κατιναριό” και κομπλεξισμοί. Εννοώ ότι θέλω να διαβάζω κριτικές ανθρώπων, που γράφουν για την παράσταση που είδαν και όχι πληροφορίες για την ηλικία μου και τις γνώσεις μου. Η κριτική είναι κι αυτή μια τέχνη, που απαιτεί αγάπη για το θέατρο και τους ανθρώπους που δουλεύουν σ’ αυτό.

“Κυκλισμός του τετραγώνου” του Δημητριάδη, “Ελένη” σε μετάφραση του ίδιου και επόμενη δουλειά σου ο “Φαέθων” του. Ποιο είναι το χαρακτηριστικό, που σε έλκει στα κείμενα του;

Η μουσικότητα του λόγου του. Δημιουργεί παρτιτούρες λόγου. Τους χαρακτήρες, τους καταλαβαίνω από την έντονη αίσθηση του ρυθμού, που δίνει στον καθένα. Ακριβώς επειδή τα έργα του δεν είναι ρεαλιστικά, αλλά αλληγορικά και υπαρξιακά, είναι πολύ καλά μελετημένοι οι χρόνοι των παύσεων και της πυκνότητας των λέξεων. Είναι ενδιαφέρουσα πρόκληση, η αποκρυπτογράφηση των κειμένων του. Μ’ αρέσει, επίσης, γιατί ανανεώνει τις συγγραφικές του φόρμες, παρότι τον απασχολούν συγκεκριμένα θέματα. Είναι ενεργός νους, που δεν κλείνεται σ’ αυτό που κάνει. Με αξιοθαύμαστο τρόπο χρήσης των λέξεων, ανοίγει την παράσταση σε κάτι, πέρα από το γήινο και το απτό.

Η αγαπημένη σου διαδρομή στην Αθήνα;

Από τα Εξάρχεια που μένω, μέχρι το Σύνταγμα. Και μετά Ερμού, Μοναστηράκι, Θησείο, και από εκεί, στην Πειραιώς. Όλο το κέντρο δηλαδή

Αντικείμενο που δεν αποχωρίζεσαι και ποτό που δεν αλλάζεις.

Τα τσιγάρα μου και τζιν τόνικ.

Processed with VSCOcam with 2 preset

AUTHOR

Έλενα Χαραλαμπίδου

Ξεκίνησε να βλέπει θέατρο, σε όχι και τόσο μικρή ηλικία, αλλά της άρεσε κι ένα βράδυ, που είχε πιει μερικά τζιν παραπάνω, ένας φίλος την ρώτησε γιατί δεν γράφει όλα αυτά που σχολιάζει μετά από κάθε παράσταση.

Loading...
Οι καλύτεροι δίσκοι της χρονιάς!
Οι 10 καλύτερες ταινίες του 2014