«Ο δρόμος που δεν πήρα», το ποίημα της Παρασκευής.
Σ’ ένα κιτρινισμένο δάσος ήταν ένα σταυροδρόμι, και εγώ
λυπόμουν που να πάρω και τους δυο τους δρόμους δε γινόταν,
γιατί ένας ταξιδιώτης ήμουν, στάθηκα πολύ καιρό
και κάτω κοίταζα τον ένα ως το μακρινό
σημείο που έγερνε και μέσα στα χαμόκλαδα χανόταν.
Ύστερα, δίκαια κι ωραία, πήρα, αποφασισμένος,
τον άλλο δρόμο, κι ίσως να ήτανε και τυχερό
μια κι ήτανε απάτητος, χορταριασμένος·
Αν και εκεί μπροστά μου ήτανε φθαρμένος·
στην αρχή τους ήταν όμοιοι και οι δυο.
Όμοιοι απλώνονταν μπροστά μου εκείνο το πρωί
στα φύλλα επάνω ούτε βήμα δε φαινόταν να’ χει κάνει πίσω.
Ώ! Άφησα τον πρώτο για μια άλλη μέρα! Επειδή
όμως ήξερα πως ο ένας δρόμος σε άλλον οδηγεί
αμφέβαλλα αν ποτέ μου θα μπορούσα να γυρίσω πίσω.
Σε κάποιο τόπο θα το λέω μετά από καιρό
αναστενάζοντας χρόνια και χρόνια μετά:
πως σ’ ένα δάσος ήταν ένα σταυροδρόμι, κι εγώ –
πήρα τον δρόμο τον λιγότερο πεπατημένο, κι αυτό
έκανε όλη τη διαφορά.
του Robert Lee Frost, “The road not taken” σε μετάφραση Δάφνης Χρονοπούλου