Καραντίνα
Ένας χρόνος, μια αιωνιότητα και μια μέρα. Τέσσερις λευκοί τοίχοι, ένα κρεβάτι, ένας καναπές και πολλές οθόνες.
Στον έναν τοίχο εσύ, να κοιτάς την τρύπα που βρίσκεται στο πάτωμα του σαλονιού σου. Θέλεις να πλησιάσεις αλλά φοβάσαι, σκύβεις να ακούσεις αλλά επικρατεί σιωπή. Σιωπή και σκοτάδι.
Νιώθεις μια παράξενη γαλήνη, να κυλάει από τα δάχτυλα στα μηνίγγια, η σιωπή και το σκοτάδι μοιάζουν απροσδόκητα δελεαστικά, σε καλούν να αφεθείς.
Πως βρέθηκε η τρύπα εκεί; Εσύ σίγουρα δεν την άνοιξες. Ξύπνησες μια μέρα και ήταν εκεί, κάποιος θα την άνοιξε όσο κοιμόσουν. Εσύ από τότε πρέπει απλά να την κοιτάς και να προσέχεις να μην πέσεις. Άκουσες τους γείτονες να λένε ότι αν πέσεις δεν θα έρθει κανείς. ‘Oλοι έχουν μια τρύπα στο σαλόνι τους. Όλοι είναι απασχολημένοι με την δικλη τους τρυπα. Η τρύπα κάθε μέρα μεγαλώνει και εσύ πρέπει να προσέχεις ακόμα πιο πολύ. Να φύγεις δεν μπορείς, το κλειδί σου το έκλεψαν και αυτό μέσα στην νύχτα.
Αναρωτιέσαι ποιος σε κλείδωσε σε αυτό το κλουβί και ταυτόχρονα ευχαριστείς που τουλάχιστον έχεις αυτό. Ένα ταβάνι που μπορεί να σε προστατέψει, να κρατήσει όλα αυτά που αγαπάς ζωντανά.
Ας ζεις με μια τρύπα στο σαλόνι σου, ας παλεύεις κάθε μέρα να κρατηθείς από τους τοίχους και τα έπιπλα και τα βιβλία και τα ποιήματα. Τουλάχιστον κάποιος θα ζήσει. Κάποιος θα κάνει ακόμα μία βουτιά το καλοκαίρι, κάποιος θα περπατήσει στην Ηρώδου Αττικού ένα βράδυ και ο αέρας θα του ανακατέψει τα μαλλιά, κάποιος θα καταπιεί τον ήλιο ένα Αυγουστιάτικο πρωινό για να μην σου τυφλώνει τα μάτια.
Όλοι μαζί σ’ αυτό αλλά συνάμα όλοι μόνοι.
Κοιτάς έξω, σκοτείνιασε, έμεινες εσύ, η τρύπα και η αντανάκλαση σου. Εσύ και η ανθρωπότητα. Περνάς τα δάχτυλα πάνω από τα μαλλιά σου, τα μάτια σου, τα χείλια σου και λες υπάρχω, ας καταρρεύσουν όλα, ας συνεχίσουν να ανοίγουν τρύπες όσο κοιμάμαι, τίποτα δεν θα σβήσει το ότι υπήρξα.
Όλοι μαζί, μια ομάδα, ένας σκοπός, ένα αστέρι που το καταπίνει μια μαύρη τρύπα, ένας άνθρωπος που τον καταπίνει η τρύπα στο σαλόνι του, τόσο σημαντικοί και τόσο ασήμαντοι. Υπάρχω λέει η μικρή φωνούλα μέσα σου και όμως την ακούς όλο και πιο αδύναμα.
Θυσιάζεις το είμαι και κρατάς το υπάρχω, προσπερνάς το τώρα και προσκυνάς το μετά, πότε το να υπάρχεις έγινε πιο δυνατό από το να είσαι;
Κλείνεις τα μάτια και σιωπάς, το να είσαι στις μέρες μας θεωρείται ανηθικότητα. Αν θες να κοιμάσαι ήσυχος τα βράδια πρέπει απλά να υπάρχεις, να λες ευχαριστώ, να μην μιλάς πολύ, να μην σκέφτεσαι, να κάνεις έρωτα με τα φώτα σβηστά και αν δεν μπορείς να τα κάνεις όλα αυτά υπάρχει ακόμα η τρύπα στο σαλόνι σου.