Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Νίκος Καζαντζάκης.
Πραγματοποίησε πλήθος ταξιδιών στο εξωτερικό, αρκετές φορές ως ανταποκριτής εφημερίδων. Υπηρέτησε ως γενικός διευθυντής στο Υπουργείο Περιθάλψεως (1919), διορίστηκε Υπουργός άνευ Χαρτοφυλακίου (1945) και εργάστηκε ως σύμβουλος λογοτεχνίας στην UNESCO (1946). Διετέλεσε πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων. Το 1956 τιμήθηκε με το Βραβείο Ειρήνης και προτάθηκε ως υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας πέντε φορές.
Συμμετείχε στην κίνηση για την ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου, της σημαντικότερης ομάδας πίεσης για την καθιέρωση της Δημοτικής. Μέσω του σωματείου αυτού συνδέθηκε φιλικά το 1914, με τον ποιητή Άγγελο Σικελιανό. Μαζί ταξίδεψαν στο Άγιο Όρος, όπου διέμειναν περίπου σαράντα ημέρες, ενώ περιηγήθηκαν και σε πολλά ακόμα μέρη της Ελλάδας. Την περίοδο αυτή, ήρθε σε επαφή και με το έργο του Δάντη, τον οποίο ο ίδιος χαρακτηρίζει στα ημερολόγιά του ως έναν από τους δασκάλους του, μαζί με τον Όμηρο και τον Μπερξόν. Με τον Σικελιανό ονειρεύονται τη δημιουργία μιας νέας θρησκείας.
Το πρώτο του επιχειρηματικό σχέδιο (επιχείρηση αποκομιδής ξυλείας) αποτελεί την ιστορία ή την έμπνευση πίσω από το έργο που τον έκανε ευρέως γνωστό. Οι εμπειρίες αυτές μετουσιώθηκαν αργότερα στο μυθιστόρημα «Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», που αναφέρεται στη φιλία ενός διανοούμενου μ’ έναν πρωτόγονο λαϊκό άνθρωπο, γεμάτο όρεξη για ζωή. Ο χαρακτήρας του Ζορμπά είναι η προσωποποίηση της μπερξονικής ιδέας της «ζωικής ορμής». Τελικά το έργο δημοσιεύτηκε στις αρχές του 1954 στη Γαλλία. Ανακηρύχθηκε ως το καλύτερο ξένο βιβλίο εκείνης της χρονιάς.
Ο άνθρωπος είναι χτήνος! (…..) Τούκαμες κακό; Σε σέβεται και σε τρέμει. Τούκαμες καλό; Σου βγάζει τα μάτια.
Μωρέ, τι μηχανή είναι ο άνθρωπος!
Της βάζεις ψωμί, κρασί, ψάρια, ραπανάκια και βγαίνουν αναστεναγμοί, γέλια κι ονείρατα. Εργοστάσιο! Θεός είναι η ακατάλυτη δύναμη που μεταμορφώνει την ύλη σε πνέμα.
Κάθε άνθρωπος έχει μέσα του ένα κομμάτι από το θεϊκό αυτό στρόβιλο και γι’ αυτό κατορθώνει να μετουσιώνει το ψωμί και το νερό και το κρέας και να το κάνει στοχασμό και πράξη.
Ένιωθα βαθιά πως το ανώτατο που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος δεν είναι η Γνώση μήτε η Αρετή, μήτε η Καλοσύνη μήτε η Νίκη· μα κάτι άλλο πιο αψηλό, πιο ηρωικό κι απελπισμένο: Το Δέος, ο ιερός τρόμος. Ο Ζορμπάς συλλογίστηκε κάμποση ώρα· μοχτούσε να καταλάβει.
Το έργο του «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» προέκυψε από τις εμπειρίες που απέκτησε από τη θέση που τον όρισε ο Βενιζέλος για τον επαναπατρισμό Ελλήνων από την περιοχή του Καυκάσου. Η αναπαράσταση των παθών του Χριστού σε ένα ελληνικό νησί της Ανατολής είναι ο χωροχρόνος του βιβλίου.
Αυτό θα πει άνθρωπος: να πονάς, ν’ αδικιέσαι, να παλεύεις και να μην το βάνεις κάτω! Αν ήταν να με ρωτούσαν ποιος δρόμος πάει στον ουρανό, θ’ απαντούσα: ο πιο δύσκολος.
Μεγάλη κολυμπήθρα τα δάκρυα, παιδί μου…
Ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του πρωτίστως ποιητή, που έχει γράψει την «Οδύσσεια», ένα μεγαλόπνοο έργο με 24 ραψωδίες και 33.333 στίχους. Το Μάιο του 1927 απομονώνεται στην Αίγινα με σκοπό την ολοκλήρωση του. Το 1938, ολοκληρώνει αυτό που έμελλε να είναι το πιο φιλόδοξο έργο του.
στ. 1138-1145
Θεά δεν είμαι εγώ, κι οχτρεύουμαι τους ουρανούς τούς άδειους·
μου αρέσει η γης και νιώθω μέσα μου χώμα πολύ και ρόδο·
δε με χωράει το σπίτι ετούτο πια, τι πλάτυνε η ψυχή μου
τα πέλαα να θωράει και τις φωτιές και τ’ άγρια αντρίκεια γόνα.
Μα αν φύγω, μάθε, το πουρνό και μπω στο μαύρο σου καράβι,
δε φεύγω σαν κοράσο που χιμάει στον γκρέμο της αγκάλης —
πέρασε το Πάρης μια βολά στο μέγα πέλαγο και χάθη!
Μα σαν και σένα, λαχταρώ κι εγώ να μη χαθεί η ψυχή μου.
Παράλληλα, εκδίδει το φιλοσοφικό του έργο «Ασκητική», ένα από τα σημαντικότερα κείμενα του Καζαντζάκη, στο οποίο εκφράζει τη μεταφυσική πίστη του. Ο ίδιος θεωρούσε την «Ασκητική» ως το σπόρο για όλο το κατοπινό έργο του.
Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή.
Ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η επιστροφή· ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο γυρισμός· κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι’ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος.
Μα κι ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η προσπάθεια να δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάμουμε την ύλη ζωή· κάθε στιγμή γεννιούμαστε. Γι’ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία.
Το Μάιο του 1929 απομονώθηκε σε ένα αγρόκτημα της Tσεχοσλοβακίας, όπου ολοκλήρωσε στα γαλλικά, τα μυθιστορήματα «Toda-Raba» και «Kapetan Elia», προάγγελο του «Καπετάν Μιχάλη». Τα έργα αυτά εντάχθηκαν στην προσπάθεια του Καζαντζάκη να καταξιωθεί διεθνώς ως συγγραφέας. Η γαλλική έκδοση του μυθιστορήματος «Toda-Raba» κυκλοφόρησε με το ψευδώνυμο Νικολάι Καζάν.
Στην Ελλάδα του 1952 η Ορθόδοξη Εκκλησία επιχειρούσε τη δίωξή του. Κατηγορήθηκε ως ιερόσυλος, με βάση αποσπάσματα του «Kαπετάν Mιχάλη» (αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα για το Ηράκλειο της παιδικής του ηλικίας) και του «Τελευταίου Πειρασμού» (μυθιστόρημα με πρωταγωνιστή τον Χριστό, που παλεύει μεταξύ της θείας και ανθρώπινης Φύσης του), που δεν είχε ακόμη κυκλοφορήσει στην Ελλάδα.
Απαντώντας στις απειλές της Εκκλησίας για τον αφορισμό του, έγραψε σε επιστολή του: «Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω κι εγώ μια ευχή: σας εύχομαι να ‘ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή, όσο είναι η δική μου και να ‘στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ».
Ο «Τελευταίος Πειρασμός» συμπεριλήφθηκε στον Κατάλογο των Απαγορευμένων Βιβλίων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, το καταργηθέν πλέον Index Librorum Prohibitorum.
Πέθανε στις 26 Οκτωβρίου του 1957, σε ηλικία 74 ετών. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Αθήνα, αλλά η Εκκλησία της Ελλάδας αρνήθηκε να την εκθέσει σε προσκύνημα. Στην πορεία, μεταφέρθηκε και εκτέθηκε στον μητροπολιτικό ναό του Ηρακλείου, χωρίς εκκλησιαστική τελετή. Οι συμπατριώτες του τον τίμησαν ιδιαιτέρως και τον έθαψαν σ’ ένα προμαχώνα των βενετσιάνικων τειχών του Ηρακλείου. Στον τάφο του, χαράχθηκε η επιγραφή: «Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβούμαι τίποτα. Είμαι ελεύθερος».