Νικόλας Ανδρουλάκης: Κάνω θέατρο για να φέρω σε δύσκολη θέση τους δικούς μου θεατές.
Ο Νικόλας Ανδρουλάκης είναι συγγραφέας, ηθοποιός και σκηνοθέτης, όχι όμως από τους συνηθισμένους. Φέτος, κατάφερε να ταράξει το θεατρικό τοπίο της Αθήνας με τις «Κούκλες» του και τώρα ήρθε η ώρα να ταρακουνήσει και την Θεσσαλονίκη. Αυτή ήταν και η αφορμή για την συνέντευξη που μου παραχώρησε. Το ραντεβού μας έγινε σε γνωστό café bar του κέντρου της πρωτεύουσας ένα συνηθισμένο μεσημέρι Δευτέρας. Ήπια καφέ και ήπιε μπίρα. Μετά την απαραίτητη ψιλοκουβέντα, έβαλα το κινητό να γράφει. Αυτά που ήθελα να τον ρωτήσω μπλέχτηκαν με την ροή της συζήτησης μας και καταλήξαμε να πούμε πολλά…
Οι κούκλες είναι μία δική σου ανάγνωση στο «Κουκλόσπιτο» του Ίψεν. Τι είναι αυτό που θέλεις να επικοινωνήσεις και γιατί σήμερα;
Δεν μπορείς να το πεις ανάγνωση, στη λογική ότι δεν είναι «Το κουκλόσπιτο». Δεν είναι μία σκηνοθεσία, είναι μία καινούργια παράσταση, είναι μία καινούργια δραματουργία, είναι ένα έργο καινούργιο βασισμένο και εμπνευσμένο από «Το κουκλόσπιτο» του Χένρικ Ίψεν, αλλά και όλα τα κουκλόσπιτα έκτοτε μέχρι σήμερα, γιατί ζούμε πολλά. Το σχεσιακό ζήτημα της χειραφέτησης, της χειραγώγησης και η πεμπτουσία της έννοιας πομπός – δέκτης σε κάθε ανθρώπινη επικοινωνία, είναι όχι απλά ακρογωνιαίος λίθος της κοινωνίας και της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά είναι ότι ορίζει μία δυαδικότητα ανθρώπων, μία οικογένεια, ένα σπίτι, μία κοινωνία, μία χώρα και από πάνω είναι το καπάκι, ο θόλος στο “The Truman show”. Συνεπώς, είναι ρηχό να πω ότι το έργο αυτό είναι επίκαιρο, είναι τουλάχιστον εξευτελιστικό να χρησιμοποιήσω την λέξη επίκαιρο για ένα -όχι απλά ακανθώδες, αλλά θεμελιώδες υλικό της ύπαρξης. Και νομίζω ότι αυτό πραγματεύεται «Το κουκλόσπιτο» με έναν βαθιά αιρετικό για την εποχή του τρόπο και αυτό είναι που τολμήσαμε με το θέατρο που πράττουμε εμείς.
Ο τρόπος που οικοδομούνται κουκλόσπιτα και πολλές φορές κουκλόσπιτα μέσα σε κουκλόσπιτα. Νομίζω πως ήταν η παρακινητήριος δύναμη για να δοκιμάσω μία παράσταση, που νομίζω ότι συνομιλεί με το αρχέτυπο της υπόθεσης και άρα αγκαλιάζει -θέλω να πιστεύω- την αρχική επιθυμία του Χένρικ Ίψεν. Να είναι σήμερα μία εξίσου εγκάρσια ανάγνωση της κοινωνίας όπως ήταν τότε το κείμενο του. Το ίδιο έργο το 2020, έτσι όπως το διαβάζω εγώ, φυσικά παραμένει επίκαιρο, αλλά δεν είναι πια αιρετικό και νομίζω ότι η δική μας παράσταση προσπαθεί, και ίσως σε έναν βαθμό επιτυγχάνει να συνομιλεί με αυτά που σήμερα πρώτη φορά τίθενται και όχι με τα μεγάλα βασικά ζητήματα: χειραφέτηση, χειραγώγηση, φεμινισμός, που πλέον έχουν μια ιστορία δεκαετιών αν όχι εκατονταετιών, αλλά με ζητήματα που τώρα αρχίζουμε να ψηλαφούμε.
Εσένα ποια ήταν η δική σου ανάγκη να αγγίξεις τα ζητήματα αυτά;
Εμένα η ανάγκη μου είναι να λειτουργώ ως ακονιστήρι, καθρέφτης, σάκος του μποξ και προπονητής για τους ερμηνευτές, ώστε να βρίσκουν τον χώρο και μαζί να εξερευνήσουμε ήρωες, σχέσεις, πραγματικότητα. Έχω περισσότερο την ανάγκη να δώσω βήμα, κίνητρο και αν θέλεις και πρόκληση στους συνομήλικούς μου να εξερευνήσουν οι ίδιοι ως καλλιτέχνες ποια είναι τα δικά μας στοιχήματα. Άρα είναι περισσότερο να είμαι αυτό που είναι και ο ήρωας μου πάνω στην σκηνή, δούλος, μαέστρος, χειραγωγός προκειμένου να έρθουμε ενώπιος ενωπίω με τα προσωπικά και πιθανώς σε κλίμακα και οικουμενικά, μεγάλα στοιχήματα της γενιάς μας. Αυτά είναι η χειραφέτηση, είναι ο ναρκισσισμός, οι προβολές, το πως κυνηγάμε την ουρά μας.
Ποια είναι τελικά η Νόρα και τι γίνεται με τις Νόρες τις πραγματικής ζωής;
Δεν θα ήταν σπουδαία ηρωίδα και πλέον κλασική, αν και σύγχρονη, αν δεν είχε στοιχεία σπιτιού η ίδια. Είναι ένα κουκλόσπιτο μόνη της, είναι μια δομή προς κατοίκησίν. Άρα είσαι κι εσύ Νόρα και είμαι και εγώ, γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να μην λειτουργείς καταπιέζοντας επιθυμίες σου, πορευόμενος με προβολές, με πλάνη, με ψευδαισθήσεις, με φιλοδοξία και να μην είσαι πάντα σε μία ιεραρχική θέση όπου άλλοι εξαρτώνται από ‘σένα και εσύ εξαρτάσαι από άλλους. Συνεπώς, δεν έχει σημασία αν είναι Κάφκα ή αν είναι Ίψεν. Αυτά τα σχεσιακά γρανάζια και το πως ένας άνθρωπος με σάρκα και οστά δεν είναι απλά ένα στατιστικό ή ένας ρόλος, ένα μέλος της οικογένειας, μία κόρη, μία μάνα, μία σύντροφος, αλλά είναι όλα και κανένα, σε κάνουν να βλέπεις πως τελικά μπορεί να οδηγηθεί στο αδιέξοδο που ίσως είναι και η ευκαιρία για την μεγάλη ρωγμή.
Αυτό το έργο, όπως όλα τα σπουδαία έργα, είναι η ζωή απλά σε άλλες αποχρώσεις κάθε φορά. Στις «Κούκλες» μπαίνουμε σε ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης που τελικά είναι ένα talent show. Έχω εμπνευστεί από όλα αυτά τα σαρκοφαγικά παιχνίδια επιβίωσης, ομορφιάς, δόξας, για λίγο καλύτερο Instagram, για έναν καλύτερο γαμπρό και λίγα καλύτερα φράγκα. Αυτά είναι τα μέγα κουκλόσπιτα του 21 ου αιώνα. Αυτό το «bigbrotherικό» σύμπαν, που πλέον είναι και -σχεδόν- επιλογή καριέρας αν έχεις τα κότσια, είτε είσαι σε τροπικό νησί είτε μαγειρεύεις, αντικατοπτρίζει την ανάγκη μας να μπαίνουμε μέσα στα κουκλόσπιτα, μέσα στα σπίτια, να κοιτάμε από τις κλειδαρότρυπες.
Γι’ αυτό πιστεύεις ότι έχουν πάρει τόσο μεγάλη έκταση αυτά τα παιχνίδια;
Μα η παγκοσμιοποίηση έχει μαγικές ικανότητες, μεταξύ των οποίων είναι και αυτή η ικανότητα να κάνει elevate, που λέγαμε στο χωριό μου, και να μπορείς να βιώνεις τη γειτονιά, την τάξη του σχολείου, τη γαλαρία του λεωφορείου. To ποιμενικό σύνδρομο μαζί με το σύνδρομο της πλατείας του χωριού, είναι πανίσχυρο και προφανώς είναι τρομερά δύσκολο όταν το πρότυπο είναι να μπεις στο Instagram και να βομβαρδίζεσαι από ομορφιά, από διασημότητα, από επιτυχία. Όλο αυτό είναι αδυσώπητο και βλέπεις ότι ακόμα κι αν πιάσεις την καλή, η ταχύτητα είναι τεράστια. Είναι τέτοιοι οι ρυθμοί που όταν κάποιος είναι καβάλα στο άλογο λέει «Πάμε, φέρ’ τα όλα!» και όταν δεν είναι ψάχνει να ρίξει κάποιον από το άλογο του για να ανέβει. Το πως ποδηγετείς και οδηγείς στον εξανδραποδισμό μικρές ή μεγάλες κοινωνίες είναι φοβερό και δεν χρειάζεσαι ούτε τρομοκρατία, ούτε δάση να καίγονται, θα γίνουν μόνα τους.
Έχεις επικριθεί ιδιαίτερα για το cast σου στην συγκεκριμένη παράσταση. Ωστόσο, διάλεξες 11 πολύ διαφορετικές σύγχρονες γυναίκες να αναπαραστήσουν την πρωταγωνίστρια του έργου. Ποια είναι η σκέψη πίσω από αυτήν την επιλογή σου;
Δεν νομίζω ότι έχω επικριθεί ιδιαίτερα; Από ποιους; Ήταν τρομερό πείραμα για εμένα γιατί χαζός δεν είμαι μπορεί να είμαι αφελής αλλά χαζός όχι, έχει διαφορά. Η ταχύτητα ταξιδιού μιας ενημέρωσης από τα “Goody´s” της έννοιας ελληνική δημοσιογραφία, της ένοχης απόλαυσης που κανείς δεν δέχεται ότι παρακολουθεί αλλά τελικά όλοι βλέπουν, γιατί εγώ αυτό το δημοψήφισμα έβγαλα φέτος. Εκεί που δύο μήνες που είχε βγει το Δελτίο Τύπου κανείς δεν συζητούσε τίποτα άλλο εκτός από το «Α cool, κάτι θα σκέφτηκε…» ξαφνικά σε ένα 24ωρο αυτό άλλαξε απλά γιατί δύο τρία γνωστά πρόσωπα της τηλεόρασης με σεξιστικό παραλήρημα κατακεραύνωσαν ένα κορίτσι. Όπως διάλεξα την Ράνια Οικονομίδου για την Ράνια Οικονομίδου, η οποία δεν ξέρουν καν ποια είναι, έτσι διάλεξα και την Ειρήνη ακριβώς για το σύμπαν που φέρει.
Το θέατρο μου οφείλει να συνομιλεί με την πραγματικότητα. Δεν είμαι καριερίστας σκηνοθέτης, δεν θέλω να έχω την αιγίδα κανενός, θα συνεχίσω να συνεργάζομαι με ανθρώπους στο σημείο συνάντησης του τι είναι σκηνή και τι είναι δρόμος. Οτιδήποτε άλλο μου φαίνεται βαρετό και ανειλικρινές στην εποχή του Netflix. Το να λέμε ότι κάνουμε θέατρο και η απόσταση από την πραγματικότητα να είναι τόσο μεγάλη που θες ματογυάλια, προτιμώ να δω σπίτι μου ταινία με 10€ τον μήνα. Δεν κάνω θέατρο για να χειροκροτούν αυτοί που γουστάρουν το δικό μου θέατρο, κάνω θέατρο για να φέρω σε δύσκολη θέση τους δικούς μου θεατές. Άρα οφείλω να είμαι πάντα ένα βήμα μπροστά, αλλιώς είμαι ψεύτης, αλλιώς περιφέρω μόνο λίγο ακόμα ναρκισσισμό για λίγο ακόμη μπράβο. Δεν με αφορά αυτό καθόλου, προτιμώ να μην με καταλαβαίνουν. Η σκέψη μου είναι ξεκάθαρη, αν δεις την παράσταση, είναι “Next Top Nόρα”. Ήταν ξεκάθαρη και η επιλογή μου για τους θεατές και για τον θίασο και για όλους μας, αυτή η υπέροχη υπαρξιακή αμηχανία αυτού που υποτίθεται πως σαν τέχνη αντιμετωπίζουμε και σατιρίζουμε, να το φέρω στ’ αλήθεια μέσα στην σκηνή και θα το προσπαθήσω και στις επόμενες δουλειές μου.
Συγγραφέας, ηθοποιός, σκηνοθέτης. Τα διάλεξες ή σε διάλεξαν;
Ρε παιδί μου ιστορίες λέμε και εσύ ιστορίες λες. Ο ωραίος αφηγητής, είτε είναι ο θείος που λέει τα ωραία αστεία στα οικογενειακά μαζέματα, είτε είναι ο Όμηρος, είτε είναι stand up comedian με ιδρωμένο φανελάκι, είτε είναι ο Ντάρεν Αρονόφσκι, όλοι ιστορίες λένε και όλοι ιστορίες λέμε. Γι’ αυτό θαυμάζω τους πολυσχιδείς καλλιτέχνες που την ψάχνουν. Αν είχα ταλέντο στην ζωγραφική, θα ζωγράφιζα. Αν μου βγει ψώνιο με την γλυπτική, μπορεί να αρχίσω να κάνω γλυπτά. Διαχρονικά, λέω ότι κάποια στιγμή θέλω να κάνω μία μπάντα. Η καλλιτεχνική έκφραση, που είναι συνομιλία της πιο βαθιάς φιλοσοφίας με την πιο απενοχοποιημένη πράξη του παιχνιδιού, δεν μπορεί να μην είναι ολική και ολιστική. Άρα ναι, παίζω, γράφω, σκηνοθετώ, δραματουργώ, μιλάω με περαστικούς στον δρόμο, κάνω ψυχοθεραπεία στον εαυτό μου και στους φίλους μου. Νομίζω πως η τέχνη είναι ένα ωραίο γιατροσόφι, που την εφηύρε ο άνθρωπος για να αντέχει τον θάνατο. Αλίμονο αν δεν την ψάχναμε συνολικά! Όλοι είναι καλλιτέχνες απλά δεν είναι εύκολο να παραδεχτείς ότι μια ζωή θα είσαι σαν μικρό παιδί με όλα τα προβλήματα που αυτό μπορεί να φέρει.
Ποιο είναι το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό που πρέπει να έχει για εσένα ένας καλός ηθοποιός και ένας καλός σκηνοθέτης αντίστοιχα;
Να μην ξέρει! Θα έλεγα να έχει διαβάσει Σωκράτη, αλλά ο Σωκράτης δεν άφησε γραπτά άρα μέσω Πλάτωνα και ό,τι καταφέρουμε από retweets. Οπότε θα πω να μην ξέρει. Δεν μπορείς να ξέρεις. Το πιο δύσκολο για εμένα σε αυτήν τη δουλειά είναι πως δουλεύεις με ρυθμούς σχεδιαστών μόδας, δηλαδή πρέπει να κάνεις τώρα την κολεξιόν που θα βγει ενάμιση χρόνο μετά και εγώ πριν ενάμιση χρόνο ως Νίκολας ήμουν άλλος, έφερα άλλη ποίηση, άλλο σύμπαν, άλλη ζωή. Αυτή η απόσταση, η διαφορά φάσης από την πρωτογενή δημιουργία και την έμπνευση μέχρι το τελικό αποτέλεσμα με παίδευε αφόρητα από όταν βγήκα από την δραματική σχολή. Πλέον, προσπαθώ να το σπάω αυτό το στεγανό όσο μπορώ. Πρέπει να το θέλεις για να είσαι καλός ηθοποιός όλοι εν δυνάμει καλοί είμαστε. Με ρωτάνε γιατί έκοψα το τσιγάρο. Τους λέω γιατί δεν είχα πια εναλλακτική, γιατί είχα κρίσεις αρρωστοφοβίας και ένιωθα ενοχή για το τσιγάρο ότι μου κάνω κακό. Άρα δεν το επέλεξε ο νους, το επέλεξε η ψυχή. Ήταν μονόδρομος.
Έχεις δηλώσει πως σε κάθε δουλειά σου βάζεις ένα μείγμα γήρατος και παιδικότητας…
Ξέρεις τι; Έχουμε πλάκα. Πρέπει να αποδεχτούμε ότι έχουμε πλάκα, γι’αυτό και άμα δεις ταινίες μεγάλες σκηνοθετών από τον Σορεντίνο, τον Ταραντίνο και όλα τα σε -ίνο, η τραγωδία έχει πλάκα, το χιούμορ έχει θλίψη. Πολύ έξυπνα έχει γράψει ο Φιτζέραλντ τον Μπέντζαμιν Μπάτον, ένα πλάσμα στο οποίο συναντιέται το γήρας με την παιδικότητα και είναι ανάποδο και κάνουν έναν 69 και χάνει τα αυγά και τα πασχάλια το γονίδιο. Νομίζω πως αυτό ενυπάρχει σε όλους και όλοι μπορούμε την μία στιγμή να είμαστε οι πιο ιδεοψυχαναγκαστικοί γέροι και τα πιο πεισματάρικα παιδιά. Άρα δεν είναι τίποτα άλλο αυτό από την μικρή νίκη της στιγμής απέναντι στον κομφορμισμό της συνύπαρξης και τους κανόνες της. Αν αυτοί οι κανόνες είναι ηθικοί, θα γίνεις καλλιτέχνης. Αν αυτοί οι κανόνες είναι ανήθικοι, θα γίνεις επαγγελματίας απατεώνας. Ο καλλιτέχνης είναι ουσιαστικά ένας απατεώνας που σε συνεννόηση μαζί σου θα πει μια αλήθεια που αν στην έλεγε κατάμουτρα δεν θα την άντεχες. Οι άλλοι είναι απλά κανονικοί απατεώνες που ληστεύουν καζίνο ή χώρες. Όλοι έχουμε αυτό το μείγμα, απλά εγώ το κατευθύνω στην δημιουργία.
Από που αντλεί έμπνευση ο Νικόλας Ανδρουλάκης;
Αντλώ έμπνευση από οπουδήποτε. Είναι μία σύνθεση από τον ύπνο, από τον ξύπνιο, από άσχετους περαστικούς, τρελαίνομαι γι’ αυτό. Σήμερα είδα στο φανάρι πριν το Καλλιμάρμαρο ένα τύπο ολόμαυρα ντυμένο σαν τον Nick Cave, μαλλί σαν του Καρβέλα, να περπατάει με έναν αέρα λες και είναι ο McLaren, ο παραγωγός των Sex Pistols, με ένα ύφος καρδιναλίων. Σκέφτηκα αμέσως τι ασήμαντο random πράγμα μπορεί να κάνει αυτός ο 60χρονος και στην πραγματικότητα να βιώνει μόνος του ένα slow motion ύπαρξης και μου φάνηκε τόσο τέλειο που θα μπορούσα να γράψω έναν ήρωα μόνο από αυτήν την εικόνα. Πολλές φορές γράφω από τίτλους, δηλαδή μπορεί να μου αρέσει μία λέξη, ή από μνήμες ή από προβολές. Νιώθω ότι δεν μπορείς να ξεκινήσεις από κάτι σπουδαίο όπως για παράδειγμα από τον «Ματωμένο γάμο» και να προσπαθήσεις να γράψεις κάτι αντίστοιχο, μου φαίνεται μαρτύριο. Ενυπάρχει βέβαια η γνώση από όλα αυτά, οι εμπειρίες μαζί με τα υπαρξιακά τα δικά σου ή τον δικό σου χωρισμό ή τη δική σου οικογένεια και κάπως βρίσκουν δρόμο. Συνήθως, ό,τι με εκπλήσσει ξέρω πως είναι καλό, αν το σκέφτομαι πολύ καιρό, πλέον το πετάω.
Στο Instagram έχεις μία ιδιαίτερη σχέση με τους followers σου, τους «Συμμορίτες» σου.
Αυτό είναι μία από τις καλύτερες τάσεις για εμένα. Κυριολεκτικά γίνεται ανταλλαγή ιδεών, ανταλλαγή περιεχομένου, ύφους, που εμένα μπορεί να μην μου φαίνεται πάντα γόνιμο, αλλά αυτό θα συνέβαινε ούτως ή άλλως. Το κάνω πολλά χρόνια, πριν καν υπάρξει στο Instagram. Γράφω τέτοιες σκέψεις στο Facebook από το 2009. Πλέον, έχει γίνει παγκόσμιο φαινόμενο όλο αυτό. Κοίτα, πολλά από αυτά που γράφω είναι βιωματικά, γνωμικά, υπαρξιακά. Έχω τρεις-τέσσερεις χιλιάδες τέτοια τσιτάτα, που κάποια στιγμή μπορεί και να εκδώσω, αλλά δεν είναι αυτό πρωτεύον. Δεν μου λέει κάτι απλά το να φιλοσοφούμε, το ουσιαστικό είναι ότι δεν αμολάω απλά κάτι, αλλά θα αφιερώσω τον χρόνο και πράγματι θα μιλήσω και θα απαντήσω. Όταν φτάσω, εάν φτάσω, σε ένα σημείο στο μέλλον που δεν θα μπορώ να αφιερώσω μία – δύο ώρες την ημέρα σε αυτό, αν καταντήσει απλά ένα branding, θα σταματήσω να το κάνω. Σημαίνει ότι θα έχω μετατοπιστεί σε ένα άλλο μέσο, σε έναν άλλον τρόπο επικοινωνίας με τους ανθρώπους. Κάποτε μπορεί όλοι να κάνουμε ο καθένας το δικό του tedx στην πίσω αυλή, είναι ωραίο αν και λίγο πρωτόγονο. Θα μαζευόμαστε όλοι να λέμε ιδέες, όπως ήταν παλιά η αρχαία αγορά. Τώρα είναι το Instagram. Εμένα μου φαίνεται πολύ παραγωγικό κι ας είναι επίφοβο να επηρεάζεται από την πομποποίηση του επόμενου καυτού θέματος της επικαιρότητας. Αν πω εγώ ότι πέθανες δεν έχει σημασία αν έχεις πεθάνει στην πραγματικότητα, θα γίνει φάση γύρω από αυτό. Κινδυνεύουμε από τον εχθρό που λέγεται «φάση», αυτό είναι η θεματική της δουλειάς μου, αυτό είναι οι «Κούκλες», αυτό είναι το επόμενο μου έργο. Ο εχθρός μας είναι η φάση για τη φάση.
Ποιο είναι το μότο της ζωής σου στην παρούσα «φάση» λοιπόν;
Νομίζω το «Σκέψεις είναι και δεν πειράζει.». Είναι τεράστια υπόθεση αυτό. Έχει να κάνει με την ταπεινότητα, έχει να κάνει με την υπομονή και με το πως κατευθύνεις τους δαίμονες σου. Δεν είναι όλα για να τα αμολάμε πάνω στους άλλους και στο λέει κάποιος που γράφει. Θέλει αντίσταση. Στην δουλειά μου ο καλός ηθοποιός αντιστέκεται οργανικά, πρακτικά, επάνω στην σκηνή. Από την εκφορά ως την συγγραφή ο καλλιτέχνης οφείλει να αντιστέκεται. Οι παλιοί λένε “Kill your babies”. Η υπομονή δεν είναι αναβλητικότητα. Ο αναβλητικός είναι πάρα πολύ ανυπόμονος γιατί είναι σε μόνιμη σύγχυση, άρα δεν είναι μεθοδικός. Ταυτόχρονα βέβαια βιαζόμαστε και να πεθάνουμε και μας φοβίζει και αυτό.
Τι να περιμένουμε μετά τις «Κούκλες»;
Το νέο μου έργο που θα κάνει πρεμιέρα στις 4 Μαΐου στο Σύγχρονο Θέατρο, θα είναι ένα ακόμα πιο γενναίο πείραμα από τις «Κούκλες». Δεν ξέρω να σου απαντήσω ποιοι και πως θα εμφανιστούν καθώς θα είναι a la minute. Oυσιαστικά, όλοι οι θεατές θα είναι μέλος της παράστασης. Θα είναι μία συνύπαρξη από τον Μάιο του 1968 στον δικό μας Μάιο του 2020. Ο Μάιος του ’68 στο Παρίσι ήταν μία πολύ ξεχωριστή κοινωνικά παγκόσμια σπίθα. Νιώθω ότι έχουμε την ανάγκη να συνομιλήσουμε λίγο με αυτόν τον αντικατοπτρισμό της ιστορίας, οπότε η παράσταση θα έχει τίτλο «Ονειροπόλοι». Με αρκετή έμπνευση και από την αγαπημένη μου ταινία του Μπερνάντο Μπερτολούτσι, θα φτιάξουμε μία καινούργια ιστορία αφήγησης και συνύπαρξης. Θα είναι μία καλλιτεχνική κατάληψη. Δεν μπορώ να πω πολλά περισσότερα. Θα πω μόνο να κάνετε Google την λέξη «Ονειροπόληση», έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον!
______________________
«Κούκλες» στον Θερμαϊκό
Βασισμένο στο Κουκλόσπιτο του Χένρικ Ίψεν
Παρασκευή 28, Σάββατο 29 Φεβρουαρίου στις 21:00 & Κυριακή 01 Μαρτίου στις 21:00 στο Θέατρο Αυλαία
Συντελεστές
Δραματουργία-σκηνοθεσία: Νικόλας Ανδρουλάκης
Κοστούμια: Ελένη Καββάδα
Σκηνικά: Δημήτρης Κωνσταντάρας
Μουσική επιμέλεια: Νόρα Χέλμερ
Φωτισμοί: Master Curator
Επιστημονική συνεργάτης: Αναστασία Τοπαλτζίκη
Βοηθοί σκηνοθέτη: Γιάννης Αξιώτης, Νάσος Τόλιας
Φωτογραφίες: Σταύρος Χαμπάκης
Επικοινωνία για την καλλιτεχνική συμμορία Ντουέντε: Κωνσταντίνος Πλατής
Παίζουν: Άννα-Μαρία Βέλλη, Ναταλία Δήμου, Άλκηστις Ζιρώ, Ειρήνη Καζαριάν, Έμιλυ Νικόλα, Δώρα Σαμψώνα, Βίνα Σέργη, Αντιγόνη Σταυροπούλου και ο Νικόλας Ανδρουλάκης
Φιλική συμμετοχή Χριστίνα-Άρτεμις Παπατριανταφύλλου και σε κινηματογραφική εμφάνιση,η Ράνια Οικονομίδου
Πληροφορίες
Ημερομηνίες παραστάσεων:Παρασκευή 28, Σάββατο 29 Φεβρουαρίου στις 21:00 & Κυριακή 01 Μαρτίου
Τιμές εισιτηρίων: 18, 16 ευρώ, 14 ευρώ
Link προπώλησης: http://bit.ly/2TDYbfD
Διάρκεια: 110’ χωρίς διάλειμμα
Θέατρο Αυλάια
Διεύθυνση: Τσιμισκή 136, Θεσσαλονίκη
Τηλ: 2310 230013
www.avlaiatheater.gr