Κριτική στην… κριτική!
Της Νέλης Αμπαρά
«Κάποιοι άνθρωποι αγαπούν αυτό που κάνεις, κάποιοι άλλοι μισούν αυτό που κάνεις, αλλά οι περισσότεροι δεν δίνουν δεκάρα.»
Charles Bukowski
Κριτική (η): η διατύπωση κρίσεων, η υποκειμενική άποψη ενός ατόμου για οποιοδήποτε θέμα, συνήθως ανάλογα με την προσωπική εμπειρία του.
Σε καθημερινή βάση, όλοι είμαστε υποκείμενα και, ταυτόχρονα, αντικείμενα κριτικής. Καλής ή κακής. Ειλικρινούς ή προσποιητής. Το κύριο θέμα, ωστόσο, δεν είναι τόσο η φύση της κριτικής, όσο ο σκοπός, η διάθεση, αν θέλετε, με την οποία γίνεται. Τι εννοώ; Άλλοι κριτικάρουν καλόβολα, για να βοηθήσουν κάποιον να βελτιωθεί στη δουλειά του, να δει πράγματα, που μόνο ένα δεύτερο, αντικειμενικότερο ζευγάρι μάτια μπορεί να δει. Αυτή είναι η καλή κριτική, που δε γίνεται με κάποιο υποβόσκον προσωπικό συμφέρον. Στον αντίποδα, υπάρχει η κακή κριτική, η οποία δεν έχει να κάνει με το αν αυτά που λέγονται μας συμφέρουν ή όχι, μας κάνουν να νιώθουμε καλύτερα ή μας υποτιμούν, αλλά με το γεγονός πως είναι εκτός θέματος και γίνεται από αυτούς που δεν έχουν τίποτα καλύτερο να κάνουν, στη μίζερη ζωή τους, οπότε λένε «ας σχολιάσω τον τάδε, μη νομίζει ότι κάνει και τίποτα σπουδαίο».
Το πρώτο είδος κριτικής προέρχεται, συνήθως, από κοντινά πρόσωπα που θέλουν να σε βλέπουν να προοδεύεις, να πηγαίνεις ένα βήμα παραπέρα και χαίρονται, με την όποια επιτυχία σου. Το δεύτερο είδος, προέρχεται από άτομα, που όταν βλέπεις στο δρόμο, λέτε το κλασσικό «γεια», με εκείνο το ψυχρό χαμόγελο, που πρέπει να φοράς σε τέτοιες περιπτώσεις, διότι είσαι και πολιτισμένο ον και δε θες να μοιάζεις με Νεάντερνταλ, που μόλις ανακάλυψε τη φωτιά. Μπορεί, επίσης, να προέρχεται από κάποιον, εντελώς άσχετο, «κρυμμένο» πίσω από μια οθόνη. Αυτό το φαινόμενο, άλλωστε, γίνεται όλο και συνηθέστερο στην εποχή μας, που, μέσω των social media, είναι παιχνιδάκι να λες την άποψη σου, χωρίς να χρειαστεί να έρθεις σε αντιπαράθεση με κανέναν, πρόσωπο με πρόσωπο. Αντιθέτως, κάθεσαι στη ζεστή σου καρεκλίτσα και ετοιμάζεις ένα μακροσκελές, λόγιο κείμενο, που θα απαντάει σε όποιον τόλμησε να σου αντιμιλήσει.
Μεγαλύτερη σημασία, όμως, δεν έχει η κριτική που θα δεχθείς, αλλά ο τρόπος που θα αποφασίσεις να τη μεταφράσεις και έπειτα, να τη χρησιμοποιήσεις. Άλλωστε, λένε, το χειρότερο από μια κακή κριτική, είναι η αδιαφορία. Θα μπορούσε κανείς να πει, πως η πιο «καρποφόρα» αντιμετώπιση, είναι η παρακάτω: Αρχικά, το ξεσκαρτάρισμα. Σε αυτήν, την πρώτη και σημαντικότατη φάση, πρέπει να ξεχωρίσεις ποιες είναι οι κριτικές, που αξίζουν τον κόπο να ασχοληθείς και ποιες όχι. Όσες είναι εντός θέματος, κάθισε να τις διαβάσεις, αξίζουν το χρόνο σου. Μην επιλέγεις να διαβάζεις μόνο τα εγκώμια, που πλέκουν για τις απίστευτες ικανότητες σου. Πιθανότατα, δε θα σε βοηθήσει σε κάτι αυτό, παρά μόνο να σου ανεβάσει το ηθικό. Μια σκληρή, αλλά αντικειμενική κριτική, κατά πάσα πιθανότητα, θα σου φανεί, μακράν, πιο χρήσιμη. Έπειτα, μην παίρνεις τίποτα προσωπικά. Δε θα βοηθήσει καθόλου την κατάσταση, αν «πιάνεσαι» από το καθετί, που εκφράζει ο καθένας. Έχε υπόψη, πως κάτι που είπες, ή έγραψες εσύ, μεταφράζεται, με πολύ διαφορετικό τρόπο από τον καθένα, και αυτό έχει να κάνει με το χαρακτήρα και τα προσωπικά του βιώματα. Τέλος, αξιοποίησε, στο έπακρο, τα εύστοχα σχόλια. Μην κάθεσαι εγκλωβισμένος στη φούσκα σου, που όλα τα κάνεις σωστά, και μάθε να παραδέχεσαι τις αδυναμίες σου. Όλοι έχουμε, άλλωστε. Δεν είναι ντροπή.
Κλείνοντας, θα ήθελα να τονίσω πως, και μια και δυο και δέκα αρνητικές κριτικές να λάβουμε, δε χάλασε και ο κόσμος. Δημοκρατία έχουμε, ο καθένας έχει το δικαίωμα να λέει την άποψή του. Αυτό που, τελικά, έχει σημασία είναι να αναγνωρίζουμε πότε μια κριτική, όσο οδυνηρή και αν είναι, και δυσαρεστεί την έμφυτη, σε όλους μας, ματαιοδοξία, μπορεί να μας βοηθήσει, καταδεικνύοντας τα λάθη, τις παραλείψεις και τις φανφαρολογίες. Βάζω και το χέρι μου στη φωτιά, πως βοηθάει, πολύ περισσότερο, από ένα κοινό ”γλείψιμο”.