Skip to content

Amazing Grace: Ο Joe Boyd, πρώην μουσικός διευθυντής της Warner Brothers, μιλάει για το μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς!

DATE

SHARE THIS ARTICLE

Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι υπάρχει άνθρωπος που δε συγκινείται στο άκουσμά της εξωπραγματικής φωνής της Aretha Franklin, άσχετα με το αν είναι οπαδός της soul μουσικής ή όχι. Tα 90’ που διήρκησε το μουσικό ντοκιμαντέρ Amazing Grace που προβλήθηκε στο φετινό  Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας  «Νύχτες πρεμιέρας», δεν  άφησαν κανέναν ασυγκίνητο στην αίθουσα. 

Πολλοί έχουν προσπαθήσει να εξηγήσουν το φαινόμενο Aretha Franklin, αλλά κανένας δεν κατάφερε να το αποδώσει τόσο μοναδικά όσο η ίδια. Δυναμική, χαρισματική, ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των γυναικών και των Αφροαμερικανών, κάτοχος 18 βραβείων Grammy και ενός Pulitzer, υπήρξε η πρώτη γυναίκα που μπήκε στο Rock ‘n’ roll Hall of Fame, ήταν αυθεντική και είχε αυτοπεποίθηση που θα ζήλευε ο καθένας. Tο μεγαλείο της Aretha Franklin είναι δύσκολο να περιγραφεί, ωστόσο μπορεί κανείς να καταλάβει πολλά βλέποντας το φιλμ.  Προσωπικά το μόνο που δε μπόρεσα να καταλάβω είναι το γιατί ενώ η ταινία είχε γυριστεί ήδη από το 1972, παρέμεινε στις αποθήκες της Warner Brothers μέχρις ότου να την ξεθάψει ο παραγωγός Alan Elliot το 2015. 

Προτού όμως ο ίδιος κυκλοφορήσει τελικά την ταινία, συμβουλεύτηκε πρώτα τον μουσικό παραγωγό Joe Boyd ο οποίος μίλησε πρόσφατα αποκλειστικά στον Beater.gr, με αφορμή την κυκλοφορία της ταινίας στo φετινό Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας». Ο Joe δούλευε ως διευθυντής των μουσικών υπηρεσιών στη Warner Brothers και ήταν από τους πρώτους που έμαθε τότε πως η Aretha επρόκειτο να έρθει στο Λος Άντζελες για να ηχογραφήσει το άλμπουμ της Αmazing Grace. Αμέσως, πρότεινε στο αφεντικό του να αναλάβει ο ίδιος την εύρεση ενός εξειδικευμένου τεχνικού προσωπικού που θα κινηματογραφούσε ζωντανά την ηχογράφηση του αλμπουμ, δίνοντας έτσι την αίσθηση μιας μοναδικής συναυλίας.  

Ωστόσο η εταιρεία εν τέλει προτίμησε να αναθέσει το project στον Sydney Pollack, βραβευμένo και διάσημο τότε σκηνοθέτη στο Hollywood, ο οποίος παρόλα αυτά, όσο περίεργο κι αν μπορεί να φανεί, δεν κατάφερε να συγχρονίσει ήχο και εικόνα και έτσι το τελικό αποτέλεσμα δε μπορούσε να χρησιμοποιηθεί. 

Η ταινία γυρίστηκε μέσα σε δύο νύχτες τον Ιανουάριο του 1972 στην ιεραποστολική εκκλησία Βαπτιστών στο Λος Άντζελες. Το πλήθος αποτελούνταν από Αφροαμερικανούς και πέρα από το τεχνικό προσωπικό και τον Joe Boyd που βρισκόντουσαν εκεί, διακρίνονται επίσης οι Mick Jagger και Charlie Watts,  οι οποίοι βρέθηκαν την ίδια στιγμή στο Λος Άντζελες για να ηχογραφήσουν το άλμπουμ τους Exile on Main Street. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επηρεάστηκαν από την επίσκεψή τους εκεί. Αρκεί να ακούσει κανείς τραγούδια όπως το “Shine a light” και θα καταλάβει τη σύνδεση.

Το album Αmazing Grace, έγινε ένα από τα μεγαλύτερα και πιο πετυχημένα, όχι μόνο της καριέρας της, αλλά και της gospel μουσικής, πουλώντας περισσότερα από 2 εκατομμύρια αντίτυπα στις ΗΠΑ και παραμένει το best seller των live gospel άλμπουμ όλων των εποχών. 

Όπως τόνισε και ο πατέρας της, C.L Franklin στην ταινία, “Το δώρο που έχει η Aretha, αυτή η υπέροχη φωνή και το μαγικό αυτί, είναι κάτι το ακαθόριστο που είναι δύσκολο να περιγραφεί με λόγια”. Άλλωστε, η μουσική μιλάει από μόνη της. 

Σύμφωνα με την ίδια δε, “Η soul είναι μουσική που βγαίνει από το μαύρο πνεύμα. Πολλά από αυτά βασίζονται σε βάσανα και θλίψη, και δε ξέρω κανέναν σε αυτή τη χώρα που να έχει περισσότερους από αυτούς τους δύο διαβόλους μέσα του, από ότι ο νέγρος.”

Είναι πραγματικά κρίμα που δεν κατάφερε να κυκλοφορήσει και η ταινία ταυτόχρονα για να απογειώσει το μεγαλείο της Aretha, όμως η αλήθεια είναι πιο απλή από όσο μπορεί να φαίνεται.

 

______________________
Αν και η Warner Brothers είχε υποσχεθεί στην Aretha Franklin ότι θα γίνει σταρ του σινεμά μετά την κυκλοφορία του Amazing Grace, η ταινία δε βγήκε όσο η ίδια  ήταν ζωντανή, οπότε αυτό δεν συνέβη ποτέ. Παρά τις μηνύσεις και τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, πιστεύετε ότι υπήρξαν άλλοι λόγοι για να μην κυκλοφορήσει η ταινία νωρίτερα;

Ο κύριος λόγος ήταν τα χρήματα. H ταινία πράγματι άρεσε στην Aretha, αλλά ζήτησε ένα πολύ μεγάλο χρηματικό ποσό για αυτή. Όταν αναλάβαμε να εκθέσουμε την ταινία σε αγορές και φεστιβάλ, εξηγώντας της ότι θα μπορούσαμε να αυξήσουμε αυτό το χρηματικό ποσό δείχνοντας το σε κριτικούς κινηματογράφου και διανομείς ταινιών, δε συμφώνησε ποτέ. Ήταν αντίθετη με όλα όσα χρειάζονταν για να γίνει κάτι τέτοιο, όπως συμβόλαια, επιταγές, υπογραφές, τραπεζικούς λογαριασμούς και δικηγόρους. Η ανιψιά της και διαχειρίστρια της περιουσίας της Sabrina Owens, κατανόησε την επιχειρηματική πλευρά του θέματος και υπήρξε πολύ εξυπηρετική δουλεύοντας μαζί μας για να κανονίσουμε μια συμφωνία με εταιρεία διανομής.

Αυτό που δυσκολεύομαι να καταλάβω είναι πώς ήταν δυνατόν για ένα σκηνοθέτη υποψήφιο για Όσκαρ να μην είναι σε θέση να συγχρονίσει τον ήχο και την εικόνα για το τελικό μοντάζ της ταινίας; Μήπως ο Σίντνεϋ Πόλακ πήρε ένα ρίσκο που αργότερα μετάνιωσε;

Ο Pollack σίγουρα ντρεπόταν. Η μαγνητοσκόπηση δραματικών ταινιών στις οποίες ειδικευόταν, όπου ο ήχος συνήθως προστίθεται αργότερα, γινόταν με τη χρήση μόνο μίας κάμερα κάθε φορά, υπάρχουν πολλές διακοπές και ενάρξεις ελέγχου, είναι ένας πολύ διαφορετικός τρόπος από το να δουλεύεις με πέντε κάμερες σε μια ζωντανή εκδήλωση. Είχα προειδοποιήσει τον επικεφαλή της Warner Bros, όταν πρότεινε τον Pollack για σκηνοθέτη, ότι κατά τη γνώμη μου θα ήταν μια κακή ιδέα και πράγματι αποδείχθηκε ότι είχα δίκιο!

Ένας νεαρός Joe Boyd να συνομιλεί με τον σκηνοθέτη Sydney Pollack σε ένα από τα αρχικά πλάνα της ταινίας.

Υπήρξατε ένας από τους τυχερούς που ζήσατε αυτή τη μοναδική εμπειρία σε εκείνη την εκκλησία το 1972. Δυστυχώς, κανείς δε φαίνεται να δημιουργεί τόσο καλή μουσική πια. Πώς αισθανθήκατε εκείνες τις δυο ημέρες που βρεθήκατε εκεί, συμμετέχοντας σε όλα αυτά και αναγνωρίζοντας το μεγαλείο και τη σημασία της Aretha Franklin; 

Ήταν μία φοβερή εμπειρία αλλά όχι τόσο ισχυρή όσο η ταινία, για διάφορους λόγους. Αρχικά κανείς δε συνειδητοποίησε ότι ήταν το τέλος αυτού του είδους μουσικής. Συνεπώς υποθέσαμε ότι θα ζήσουμε πολλές ακόμα αντίστοιχες εμπειρίες με την Aretha και με άλλους καλλιτέχνες.  Επίσης, επρόκειτο για μία ζωντανή ηχογράφηση και έτσι συχνά επαναλαμβάνονταν τραγούδια δύο ή τρεις φορές. Υπήρχαν πολλά ξεκινήματα και σταματήματα οπότε η εμπειρία δεν ήταν τόσο δυναμική όσο το να βλέπεις όλες αυτές τις μεγάλες στιγμές συμπιεσμένες μέσα σε ένα φιλμ των 90’. Επίσης, ο ζωντανός ήχος έπρεπε να διατηρηθεί σε αρκετά χαμηλή ένταση ώστε να μην παρεμβαίνει στην ηχογράφηση.

Μια από τις πιο όμορφες στιγμές της ταινίας όταν ο πατέρας της Aretha Franklin επενέβει διακριτικά φροντίζοντας την κόρη του και σκουπίζοντας τον ιδρώτα από το πρόσωπό της, τη στιγμή που αυτή τραγουδά.

Πώς νιώσατε όταν ο Allan Elliot σας προσέγγισε ζητώντας σας συμβουλές και καθοδήγηση για να κυκλοφορήσει την ταινία; Δεδομένου του τι είχε ήδη συμβεί (νομικές αγωγές, τεχνικά προβλήματα), πιστεύετε ότι η ταινία θα κατάφερνε να βγει στο τέλος;  

Χάρηκα πολύ. Συχνά αναρωτιόμουν αν μπορούσε να γίνει κάτι για να κυκλοφορήσει κάποτε η ταινία και όταν είδα την εκδοχή του Άλαν, θεώρησα ότι ήταν υπέροχη.

O Allan Elliot (δεξιά) στο Βερολίνο με τον Joe Boyd για την προώθηση της ταινίας το 2019.

Η gospel μουσική δημιουργήθηκε μέσα σε μια εκκλησία που ήταν και ο ναός της έκφρασης για τους Αφροαμερικανούς, το μόνο μέρος που θα μπορούσαν να αισθάνονται εντελώς ελεύθεροι να δημιουργήσουν μουσική. Υπάρχουν ορισμένα πλάνα στην ταινία τα οποία δείχνουν πόσο εκτιμούν αυτό το μέρος και πόσο πολύ παρασύρονται από το συναίσθημα. Θα μπορούσε να ήταν το ίδιο αν η συναυλία είχε κινηματογραφηθεί σε διαφορετικό μέρος;

Νομίζω πως αν υπήρχε ένα ακροατήριο Αφροαμερικάνων σε άλλο χώρο, θα μπορούσε να είναι παρόμοιο, αλλά -πράγματι- η εκκλησία είχε μία συγκεκριμένη επίδραση πάνω τους και ο αιδεσιμότατος James Cleveland (μουσικοσυνθέτης και φίλος της Aretha) όντας στον χώρο του και κάπως χαλαρός, βοήθησε αρκετά την Aretha να παραμείνει συγκεντρωμένη στη μουσική της και να αφήσει τα υπόλοιπα σε αυτόν.

Η Aretha Franklin επί το έργον να δίνει την ψυχή της σε πλήρη εναρμόνιση με τη χορωδία της εκκλησίας, σε στιγμιότυπο από την ταινία.

Η ταινία γυρίστηκε με μια διαφορετική προοπτική, με την κάμερα να επικεντρώνεται στους μουσικούς και το ακροατήριο (χωρίς σύντομες συνεντεύξεις, χωρίς αφηγητή κ.λπ.). Είναι απλά μια συναυλία που βιντεοσκοπείται ζωντανά και ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια του θεατή, κάτι τόσο όμορφο και ξεχωριστό για να παρακολουθήσει κανείς. Θα είχε την ίδια αίσθηση αν είχε γυριστεί ως ένα παραδοσιακό ντοκιμαντέρ ακολουθώντας μια γραμμική αφήγηση;

Ο Pollack μου είπε τότε ότι σκόπευε να συνεχίσει το γύρισμα πηγαίνοντας στο Ντιτρόιτ για να πάρει συνέντευξη από την Aretha, τον πατέρα της και τον μουσικό παραγωγό Jerry Wexler, που είχε δουλέψει μαζί της. Νομίζω ότι είχε στο μυαλό του να κάνει ένα πιο συμβατικό ντοκιμαντέρ. Είμαι πολύ ευτυχής που ο Alan δεν το έκανε αυτό – νομίζω ότι η προσέγγιση της «πλήρους εμβάθυνσης» λειτουργεί τέλεια και την καθιστά τόσο μεγάλη εμπειρία για να παρακολουθήσει κανείς.

______________________

Η ταινία προβλήθηκε στο 25ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνα «Νύχτες Πρεμιέρας».

Δείτε το trailer!

AUTHOR

Ηλιάνα Παπαπάνου

Μια σύγχρονη εκδοχή του William Miller στο Almost Famous παγιδευμένη στο σώμα μιας generation Υ που θα ευχόταν να ζει στα 70s. Μουσική, κινηματογράφος, ταξίδια, γραφή και τα λοιπά. I am the enemy.

Loading...
Όταν ο Snoop Dogg διασκευάζει Nick Cave!
Ο νέος δίσκος του Trentemøller κυκλοφορεί σήμερα!