Οι «Black Out» συνεγείρουν ρυθμούς και ιστορίες από τη Θεσ/νίκη!
Μια στοά, ένα cd player και μερικές φιγούρες που αντιλαλούσαν στο δρόμο, στάθηκαν οι αιτίες για ένα απαρέγκλιτα δελεαστικό τιράζ. Κι εκεί, οι αισθήσεις ενεργοποιούνται, τα βλέμματα καθηλώνονται και ο δρόμος κραυγάζει μέσα από μια ομάδα δεκατεσσάρων ανθρώπων. Οι «Black Out», λοιπόν, ένα γκρουπ από τη Θεσσαλονίκη, συνεγείρουν ρυθμούς και ιστορίες από μια κουλτούρα που γεννήθηκε στην άσφαλτο και τα υπόγεια, και αφηγείτούνται τη δική τους ιστορία, μέσα από τη συμμετοχή τους, για μια ακόμα χρονιά, στο “Battle of the Best”.
Μιλήσαμε με κάποια βασικά μέλη της ομάδας, τον bboy Revo, τον bboy Pyro και τον bboy Kelment, και ανακαλύψαμε τι συμβαίνει στα μέρη που δε φτάνει το μάτι και τι συνεχίζει να υπάρχει όταν ο χορός και η κουλτούρα αποτελούν έκφραση, που ταξιδεύει σε κόσμους άβατους και ανείπωτους.
Πώς βρεθήκατε σαν ομάδα και πώς ξεκινήσατε σαν «Black Out»;
Όλοι μας χορεύουμε πολλά χρόνια και ο καθένας είχε προσπαθήσει, ανά καιρούς αποτυχημένα, να κάνει διάφορες απόπειρες να χορέψει, είτε ατομικά, είτε με άλλες ομάδες της Θεσσαλονίκης. Όταν το 2012 αποφασίσαμε να κάνουμε κάτι πιο οργανωμένο, μαζευτήκαμε και αρχίσαμε να το δουλεύουμε όλοι μαζί προς αυτήν την κατεύθυνση. H Θεσσαλονίκη, παλιότερα, είχε πολύ δυνατή σκηνή και πολλές ομάδες διαφορετικές, από τις οποίες προερχόμασταν όλοι εμείς. Βρεθήκαμε μεταξύ μας και φτιάξαμε μια δική μας ομάδα, που να εκπροσωπεί τη Θεσσαλονίκη. Είμαστε η μόνη οργανωμένη ομάδα της πόλης και αυτό που καταφέραμε, ως ένα βαθμό, είναι να βγάλει η Θεσσαλονίκη μια οργανωμένη ομάδα, σε σχέση με τα σύγχρονα δεδομένα του break dance.
Πόσο λειτουργική είναι η ομάδα, με τόσο μεγάλο χάσμα στις διαφορές ηλικιών μεταξύ σας;
Στην ομάδα έχουμε άτομα, από 17 μέχρι 33 ετών. Το χάσμα που θεωρητικά υπάρχει, καλύπτεται γιατί υπάρχει κάτι κοινό. Όταν υπάρχει κάτι κοινό, υπάρχει σημείο αναφοράς κι ένας άξονας, που τα περιστρέφει όλα γύρω του. Αυτό μας φέρνει κοντά. Όλοι μπορούμε να θυμηθούμε από τον 17χρονο, πράγματα, που οι πιο μεγάλοι μπορεί να έχουν ξεχάσει, ή να καταφέρει να τους ξυπνήσει κάποια όρεξη, που με το χρόνο αλλοιώθηκε. Αντίστοιχα, οι πιτσιρικάδες μπορούν να μάθουν από την εμπειρία των μεγαλύτερων. Αυτή η ανταλλαγή είναι συνεχής και αμφίδρομη.
Τι ήταν αυτό που σας έφερε στο “Battle of the Best”;
Οι ρίζες αυτής της ιστορίας βρίσκονται πολύ πίσω. Ο Γιώργος Ισαακίδης (μέλος της ομάδας) είναι ο πρώτος νικητής του φεστιβάλ, το 2005, ενώ οι υπόλοιποι ήμασταν ακόμα θεατές. Έπειτα, το συγκεκριμένο φεστιβάλ αποτελεί κίνητρο κάθε χρόνο για την ομάδα. Αυτό είναι που μας ανανεώνει, θέτει καινούργιους στόχους, που μας στέλνει στο εξωτερικό και μας βάζει σε διαδικασία προετοιμασίας. Το επίπεδο του διαγωνισμού είναι πολύ καλό και πάντα υπάρχουν ομάδες που εκπροσωπούν άλλες χώρες. Η τριβή, με όλη αυτή τη διαδικασία, μας κάνει κάθε χρόνο καλύτερους.
Κατά πόσο η Ελλάδα δίνει ευκαιρίες στη hip hop σκηνή; Υπάρχουν δυνατότητες ανέλιξης ενός χορευτή;
Οι μοναδικές ευκαιρίες για να ταξιδέψει και να διαγωνιστεί μια ομάδα από την Ελλάδα στο εξωτερικό, δίνονται μόνο μέσω τέτοιων φεστιβαλικών διαγωνισμών. Οι διαγωνισμοί είναι μετρημένοι στα δάχτυλα. Είναι το “Βattle of the Best”, το “Battle of the Year” και το “Hip Hop International”. Από εκεί και πέρα, το ζήτημα μένει στην πρωτοβουλία της κάθε ομάδας. Παλιότερα, μαζεύαμε λεφτά και ταξιδεύαμε μόνοι μας. Οι ευκαιρίες μας περιορίζονται σε αυτούς τους διαγωνισμούς, που γίνονται τρεις φορές τον χρόνο, και αυτός είναι και ο λόγος που πολλές ομάδες δεν έχουν βγει ποτέ προς το εξωτερικό. Φυσικά, σε σχέση με παλαιότερα, υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες γιατί υπάρχουν περισσότερες διασυνδέσεις με το εξωτερικό και μπορείς πιο εύκολα να βγεις. Υπάρχει το ίντερνετ και η “Ryanair”, χωρίς αυτό να αναιρεί το γεγονός ότι η Ελλάδα χρήζει ανάπτυξης και από άποψη νοοτροπίας, πολιτικής και κουλτούρας γενικότερα.
Αγκαλιάζεται, ωστόσο, αυτή η κουλτούρα, ή είναι κάτι που ανήκει στον δρόμο και μένει εκεί;
Η εικόνα του “break dance” συγκεκριμένα, αρέσει σε όλους. Όσοι το παρακολουθούν, καταλαβαίνουν τη δυσκολία του και το σέβονται. Από εκεί και πέρα, αν το προσεγγίσουμε και επαγγελματικά, σίγουρα μπορούμε να πούμε ότι τα τελευταία χρόνια δίνονται περισσότερες ευκαιρίες σε χορευτές, για να διδάξουν μέσα σε σχολές αυτόν το χορό του δρόμου. Μπορείς να μας δεις να χορεύουμε στη στοά, αλλά μπορεί και να μας πετύχεις σε διάφορα tv shows και δίπλα σε διάσημους καλλιτέχνες, ακόμα και του λαϊκού χώρου. Είμαστε αυτοί που είμαστε και κάνουμε αυτό που κάνουμε, χωρίς να αλλάζουμε. Με τον Κουρκούλη, δε θα χορέψουμε ζεμπεκιά. Απλά θα μεταφέρουμε αυτά που κάνουμε στο δρόμο, σε ένα άλλο περιβάλλον. Μεγάλο μέρος του ότι εξοικειώθηκε ο κόσμος με την κουλτούρα του δρόμου και βοήθησε στο να εξαπλωθεί το “break dance”, οφείλεται και σε ταινίες που παίζουν, τύπου “Step Up” και “Battle of the Year”. Κόσμος που δεν είχε κάποτε ιδέα, ξαφνικά άρχισε να το βλέπει, να το αναγνωρίζει και να του είναι πλέον οικείο.
Ποιες είναι οι διακρίσεις των «Black Out»;
Σαν ομάδα, έχουμε πάρει την πρώτη θέση στο “Battle of the Best” και στο “Battle of the Year”, το 2014, όπου εκπροσωπήσαμε την Ελλάδα, στη Γαλλία. Το 2014, όταν κερδίσαμε στο “Boty Balkans”, πήγαμε να εκπροσωπήσουμε τη χώρα στο Παγκόσμιο, στη Γερμανία και πήραμε την όγδοη θέση. Ενώ την επόμενη χρονιά διεκδικήσαμε την πρωτιά, χάνοντας στον τελικό. Φέτος, είμαστε έτοιμοι να ξαναπάρουμε την πρώτη θέση στο “Battle of the Best” και να ταξιδέψουμε Ιταλία.
Υπάρχει στήριξη από το οικογενειακό περιβάλλον, στο κομμάτι του χορού;
Ο καθένας έχει τα δικά του θέματα με την οικογένειά του. Το κύριο πρόβλημα που προκύπτει είναι όταν για τα μάτια του γονιού, η υπερβολική ενασχόληση με το “break dance” δεν αποδίδει χρηματικά. Το ότι αφιερώνεις τόσο χρόνο σε κάτι, χωρίς να έχεις κάποια απολαβή που να σου επιτρέπει να ζήσεις μέσα από αυτό που κάνεις, δημιουργεί πολλές φορές προβλήματα. Οι γονείς φτάνουν σε κάποιο σημείο να το θεωρούν χάσιμο χρόνου, κάτι το οποίο αποτελεί βασική επιρροή και για τους χορευτές. Με τη κατάσταση που βιώνουμε, ο γονιός θα σκεφτεί ακόμα και να στείλει το παιδί του σε σχολή χορού, με το σκεπτικό ότι δεν έχει να κερδίσει τίποτα από αυτό στο μέλλον. Αυτό φέρνει δυσκολίες και στην εξέλιξη του “break dance”. Ένα ακόμα πρόβλημα, που δημιουργεί ίσως το “break”, αφού πρόκειται για μια κουλτούρα και άρα για έναν τρόπο ζωής, είναι οι κοινωνικές υποχρεώσεις και η οικογένεια, στην οποία δεν μπορείς να είσαι συνεπής. Και είναι ιδιαίτερο πρόβλημα για κάποιους από εμάς, που είναι παντρεμένοι και έχουν τη δική τους οικογένεια. Αν βγάζαμε λεφτά από αυτό και μας προσέφερε την επιβίωσή μας, δε θα συζητούσαμε για προβλήματα. Τώρα είναι απλά ένα ρίσκο, που είναι όμως μαγικό. Ένας τραυματισμός μπορεί να κάνει τα πάντα να χαθούν. Με τόσα προβλήματα, το εύλογο ερώτημα θα ήταν “τότε γιατί το κάνετε”; Όλη αυτή η έκφραση μέσα από τον χορό, είναι ένα ταξίδι, μέσα από το οποίο μαθαίνεις τον εαυτό σου και τους άλλους.
Επιδιώξεις και μελλοντικά σχέδια σαν «Black Out»…
Σαν ομάδα, κάτι που θέλαμε και μπορεί σε ένα βαθμό, ήδη, να το έχουμε επιτύχει, είναι να ξανανάψουμε τα κάρβουνα της “break dance” κοινότητας της Θεσσαλονίκης και να δώσουμε κίνητρο στις νέες γενιές, να οργανωθούν, να ασχοληθούν και να πάρουν, μετά από εμάς, και άλλοι τη σκυτάλη. Δεν μας ενδιαφέρει η δικιά μας πρωτιά, μας νοιάζει να ανεβάσουμε την Ελλάδα.
Πώς θα μπορούσατε να το πετύχετε αυτό;
Να συνεχίσουμε να κάνουμε αυτό που γίνεται μέχρι στιγμής. Δε χρειάζεται να γίνει κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια για να το διαφημίσουμε. Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε, είναι να είμαστε οργανωμένοι, επαγγελματίες όπου εμφανιζόμαστε, να στεκόμαστε άξια στους διαγωνισμούς, να έχουμε ένα καλό επίπεδο και αξιοπρεπείς εμφανίσεις και γενικά, να αποτελούμε παράδειγμα.
Πώς προέκυψε η στοά, ως χώρος συνάντησης;
Είναι ένας προσωρινός συμβιβασμός, που έχει γίνει στέκι με τα χρόνια. Όταν βρισκόμαστε σε φάσεις που δεν έχουμε χώρο, καταλήγουμε εδώ. Τώρα είναι μια τέτοια φάση. Όποιος θέλει, όμως, μπορεί. Και δεν υπάρχουν δικαιολογίες, είτε είναι μια στοά, είτε ένα πάρκο, είτε ο δρόμος.
Υπάρχει διαφορά στο “break dance”, όταν ξεκίνησαν οι μισοί από εσάς το ’97, με τώρα που ξεκινάν οι υπόλοιποι μισοί;
Τότε, όλα ήταν ασπρόμαυρα, σαν τις παλιές ταινίες. Όταν ήμασταν εμείς μικροί, είχαμε άλλη στάση και αντιμετώπιση απέναντι σε αυτό. Απλά κάναμε αυτό που θέλαμε, επειδή περνούσαμε καλά και διασκεδάζαμε. Υπήρχε μια αθωότητα, που δε ξέρουμε αν οφείλεται στο ότι έτσι ήταν τα πράγματα τότε, ή απλά τα βλέπαμε και τα ζούσαμε εμείς, σαν πιτσιρικάδες, έτσι. Σίγουρα δεν υπήρχε οργάνωση, διαγωνισμοί και parties, όπως υπάρχουν τώρα. Μπορεί να ήταν και πιο αυθεντικό το “break dance” τότε, με την έννοια του ότι δεν υπήρχε πρόσβαση σε πληροφορίες, social media και videos, για να μπορούν να το επηρεάσουν. Η δυσκολία του να βρει ο καθένας υλικό από “battles”, που γίνονταν στο εξωτερικό για παράδειγμα, έκανε τους ανθρώπους που χόρευαν να εκτιμούν παραπάνω αυτά που βρίσκουν. Το γεγονός ότι τώρα θεωρούνται όλα δεδομένα, έχει επηρεάσει τη σκηνή του “break dance” χορευτικά, με αποτέλεσμα να μην εξελίσσει ο καθένας το προσωπικό του στυλ.
Χάνει η κουλτούρα του δρόμου το νόημα της; Γίνεται κάτι άλλο, από αυτό που ξέραμε;
Σίγουρα, το νόημα αλλάζει καθώς μεγαλώνουμε. Κάποια πράγματα απομυθοποιούνται και σταματάς να τα βλέπεις τόσο ρομαντικά. Επειδή κάποιος μπορεί να έζησε σαν έφηβος κάποια ωραία σκηνικά, κρατάει αυτήν τη ρομαντική ιδέα στο κεφάλι του και γαντζώνεται πάνω σε αυτήν. Αυτό είναι που τον κρατάει πίσω. Το νόημα ανανεώνεται. Η κουλτούρα εξελίσσεται και θα πρέπει όλοι να δεχτούμε την εξέλιξή της. Δεν χάνεται απαραίτητα το νόημα, ούτε μετατρέπεται σε κάτι άλλο. Απλά αλλάζει και θα πρέπει να το αποδεχτούμε.
Όλοι στην ομάδα ασχολούμαστε και με άλλα πράγματα. Άλλοι με το σχέδιο, άλλοι με τη μουσική, τον κινηματογράφο, τις πολεμικές τέχνες, την λογιστική. Ακόμα και άλλα ενδιαφέροντα, πέρα από το “break dance”, μπορούν να συνεισφέρουν σε αυτό και να σε βοηθήσουν στην εξέλιξή σου στο χορό. Η αποκλειστική ενασχόληση με το “break dance” σε κάνει στενόμυαλο. Το να έχεις και άλλα ενδιαφέροντα διευρύνει τους ορίζοντές σου και αυτό έχει εφαρμογή και στο χορό, αλλά και στην κουλτούρα.
Τι συμβουλές θα δίνατε στην νέα γενιά;
Να είναι open-mind, να μη βάζει τίποτα σε τετράγωνα του τύπου “έτσι το γνώρισα κι έτσι το θέλω”. Οι παλιές γενιές μπορεί να βγαίνουν και να κράζουν τους διαγωνισμούς και να επιλέγουν να μην συμμετέχουν και να μην είναι ενεργοί, γιατί θεωρούν ότι αυτό που γίνεται, είναι κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που ήταν ίσως το “break dance” στις αρχές. Εμείς θεωρούμε ότι θα πρέπει να δεχόμαστε την εξέλιξη, όπως αυτή έρχεται.
Το “break dance” δίνει χώρο στη γυναικεία παρουσία; Μια γυναίκα έχει τον ίδιο χώρο στη σκηνή, με έναν άντρα χορευτή;
Οι γυναίκες, ίσως, φοβούνται λίγο περισσότερο. Από εκεί και πέρα, ο κάθε άνθρωπος έχει το δικό του σώμα και με βάση το πως νιώθει κάποιος, σε έναν ρυθμό που του δίνεται, δουλεύει ανάλογα με το σώμα που διαθέτει. Λόγω διαφορετικής σωματικής μάζας και δομής, κάποιες γυναίκες δυσκολεύονται περισσότερο. Ωστόσο, έχουν κάποια προτερήματα, που εκλείπουν από τους άντρες και οι άντρες αντίστοιχα έχουν κάποια άλλα, τα οποία δεν διαθέτουν οι γυναίκες. Ο καθένας δουλεύει με αυτό που διαθέτει, για να φτάσει στο maximum των δυνατοτήτων του.
Mαθαίνουμε νέα τους, μέσα από την προσωπική σελίδα της ομάδας.