Διαβάσαμε το πιο διασκεδαστικό νουάρ που κυκλοφόρησε φέτος.
Η βωμολοχία είναι αυτό που σε συνεπαίρνει από την αρχή του βιβλίου, από την πρώτη κιόλας λέξη στον τίτλο του πρώτου κεφαλαίου Γαμώ τον Κόσμο μου, Γαμώ. Το υβριστικό λεξιλόγιο που είναι πλούσιο σε όλο το βιβλίο δεν υποβαθμίζει σε καμία περίπτωση τη λογοτεχνικότητα του έργου, όπως δεν στερεί τίποτα από τη γλώσσα του συγγραφέα και τη δομή του βιβλίου. Λειτουργεί ως ένα αποτελεσματικό μέσο που ενισχύει την αυθεντικότητα του χαρακτήρα, δημιουργώντας έτσι πολύ ιδιαίτερους χαρακτήρες -ο καθένας με τα δικά του χαρακτηριστικά, δίνοντας την αίσθηση ότι μπορείς να τους δεις μπροστά σου.
Ο Μπερνάλ ξεκινάει να εκτυλίσσει την πλοκή, κάνοντας την πιο περίπλοκη όπως κάθε συγγραφέας ενός καλού αστυνομικού βιβλίου, εμπλέκοντας τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, της Σοβιετικής Ένωσης και την ίδια την κυβέρνηση του Μεξικού. Ο ήρωας που αποκαλύπτεται άλλοτε ως ιδιωτικός ντετέκτιβ κι άλλοτε ως επαγγελματίας εκτελεστής είναι ένας από τους πιο “πλούσιους” χαρακτήρες του βιβλίου που συνεχώς αλλάζει, ωριμάζει, αυτοτιμωρείται ως την απόλυτη αποκάλυψη του εαυτού του.
Ο συγγραφέας τον παρουσιάζει πρωταρχικά ως έναν άνθρωπο που τριγυρνάει στον υπόκοσμο της πόλης, ψυχρό, μισογύνη, αλεξιθυμικό. Ωστόσο, η πλοκή προχωράει, ο ήρωας εμπλέκεται περισσότερο στην πλεκτάνη της συνωμοσίας, αλλά αρχίζει να αναγνωρίζει συναισθήματα, εκφράζει μετάνοια και σεβασμό μπροστά σε κάθε θάνατο, ερωτεύεται μια νεαρή Κινέζα, αναγνωρίζει συμβάντα της νεότερης ζωής του που ήταν τραυματικά και αποκτά ένα όραμα, ένα ονειρικό όραμα που θα τον αλλάξει από «μηχανή θανάτου» και θα τον κάνει έναν ευτυχισμένο άνδρα. Ο παλιομοδίτης αστυνομικός δεν τάσσεται υπέρ κανενός στρατοπέδου. Σε πρώτο επίπεδο, μοιάζει να λειτουργεί προς ίδιον όφελος, υποψιάζεται κάθε εντολή που δέχεται και κάθε πρόθυμο να τον βοηθήσει, αλλά πάντα στο τέλος μοιάζει να είναι πιστός στον Συνταγματάρχη, που είναι και ο συνδετικός κρίκος όσων συμβαίνουν. Αν όλα έχουν έναν λόγο που συμβαίνουν ή αν όλα είναι μάταια ανεξαρτήτως προσώπων και ιδεολογιών, αυτό είναι κάτι που ο συγγραφέας αφήνει στη φαντασία του κάθε αναγνώστη.
Παράλληλα, ο συγγραφέας πετυχαίνει τον κυριότερο στόχο του: έναν καυστικό σχολιασμό της μεξικανικής ιστορίας, αναδεικνύοντας τη διαφθορά του καθεστώτος σε όλα τα επίπεδα, την καθεστηκυία πολιτική τάξη που φαινομενικά νίκησε την βίαιη επανάσταση, αλλά στην πραγματικότητα διαιρεί και βασιλεύει με συγκεκαλλυμένα εγκλήματα και προπαγανδιστικά λογύδρια υπέρ της πατρίδος. Ο συγγραφέας δε θέλει να ξεφύγει από την χαλαρή αφήγηση της περιπέτειας του αστυνόμου Γκαρσία με έναν αμιγώς κριτικό λόγο και στήνει μια ευφάνταστη ιστορία από τρομοκράτες, μαφίες και πράκτορες των μεγαλύτερων αστυνομικών δυνάμεων. Θα μπορούσε να το ερμηνεύσεις κανείς ως μια σύγχρονη, αναρχική τραγωδία με τόσους θανάτους και πολιτικές αναταραχές που ξεπερνάνε τους ήρωες και τα γεγονότα.
Ένα ισχυρό ατού γρήγορου ρυθμού και περιγραφής «ταραντινικών» μακελειών που αναγνωρίστηκε από ένα πολύ μικρό κοινό όταν το βιβλίο κυκλοφόρησε πρώτη φορά, τρία χρόνια πριν τον θάνατο του συγγραφέα. Κυριολεκτικά, το βιβλίο απέκτησε φήμη από “χέρι σε χέρι”, ενώ ακόμα κι όταν ανέβηκε στη μεγάλη οθόνη, δε γνώρισε ευρεία αναγνώριση.
Για άλλη μια φορά, οι Εκδόσεις Carnivora υπενθυμίζουν στο αναγνωστικό κοινό πως η αστυνομική λογοτεχνία δε χρειάζεται να εστιάζει μόνο στην διαλεύκανση ενός φόνου ή μιας εξαφάνισης, αλλά μπορεί να αποτελέσει μια διασκεδαστική ιστορία που καταλήγει να είναι μια ισχυρή φωνή που σχολιάζει την κοινωνικο-πολιτική κατάσταση μιας χώρας.