Skip to content

Ένα σύντομο αφιέρωμα στον Gabriel García Márquez .

DATE

SHARE THIS ARTICLE

Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες ήταν Κολομβιανός συγγραφέας και θεωρείται ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του λογοτεχνικού ρεύματος του μαγικού ρεαλισμού. Υπήρξε και είναι μέχρι σήμερα ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς όχι μόνο της ισπανόφωνης, αλλά και της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Στις 17 Απριλίου του 2014 άφησε την τελευταία του πνοή στην ηλικία των 87, ύστερα από μάχη με τον καρκίνο.

Γεννήθηκε το 1927 σε ένα παραλιακό χωριό της Κολομβίας, την Αρακατάκα και μεγάλωσε με τους παππούδες του. Η σχέση με τη μητέρα του δεν ήταν και η καλύτερη, αφού την συνάντησε για πρώτη φορά στην ηλικία των 10, γεγονός που του προξένησε  τραυματικό σοκ. Ο ίδιος έλεγε πως στη γραφή του προσπαθούσε να συνδυάσει το αφηγηματικό ύφος της γιαγιάς του, η οποία του έλεγε φανταστικές ιστορίες σαν να ήταν πραγματικές, με το ύφος του Κάφκα. Εξαιρετικά σημαντική ήταν και η επίδραση του συνταγματάρχη παππού του, ο οποίος ήταν η έμπνευση πίσω από πολλούς χαρακτήρες των μυθιστορημάτων του.

Στην βιογραφία του «Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες Το Ταξίδι Στην Πηγή», ο Dasso Saldivar γράφει:

Η γιαγιά του ασχολιόταν περισσότερο με τον κόσμο των νεκρών παρά με των ζωντανών και μάλιστα ειχε πολλές δεισιδαιμονίες. Για παράδειγμα οτι τα παιδιά έπρεπε να πλαγιάζουν πριν βγουν οι ψυχές το βράδυ, πως αν περνούσε μια κηδεία και εκείνα ήταν ξαπλωμενα έπρεπε να τα βάλουν να καθίσουν για να μην πεθάνουν μαζί με τον νεκρό, οτι έπρεπε να προσέχουν να μην μπει μαύρη πεταλούδα στο σπίτι γιατί αυτό σήμαινε πως κάποιος από την οικογένεια θα πέθαινε, πως αν έμπαινε σκαθάρι ήταν σημάδι πως θα είχαν επισκέψεις, οτι έπρεπε να μη χυθεί αλάτι γιατί ήταν γρουσουζιά, πως αν ακουγόταν αλλόκοτος θόρυβος ήταν γιατί οι μάγισσες είχαν μπει στο σπιτι, και πως αν μυριζαν στον αερα θειάφι ήταν γιατί πλησίαζε ο δαιμονας. Ο Γκαρσία Μάρκες μπόρεσε να συλλάβει τα «Εκατό χρόνια μοναξιά» όταν κατάλαβε μια απλή και αδιαμφισβήτητη αλήθεια. Ότι όχι μόνο η γιαγιά και οι θείες του ζούσαν σε μια παραπραγματικότητα αλλά και η πλειοψηφία των Κολομβιανών και των άλλων Λατινοαμερικανών.

Από την άλλη, ο παππούς του εκπροσωπούσε την λογική, τον ρεαλισμό, και την πραγματική ιστορία. Διηγόταν στο τότε παιδί  Gabriel García Márquez ιστορίες από τον πόλεμο που είχε λάβει μέρος, και κατορθώματα ανδρείας των συμπολεμιστών του. Μαζί του έκανε βόλτες τα απογεύματα στο χωριό και μάθαινε τα πάντα που αφορούσαν την καθημερινή, πραγματική ζωή.

Το 1947 άρχισε στο Πανεπιστήμιο της Μπογκοτά σπουδές Νομικής και Πολιτικών Επιστημών. Τον ίδιο χρόνο η εφημερίδα Ελ Εσπεκταδόρ δημοσίευσε το πρώτο διήγημά του με τίτλο «Η τρίτη παραίτηση». Επηρεάστηκε από τον μεγάλο Εβραίο της Τσεχίας γερμανόφωνο συγγραφέα Κάφκα και της «Μεταμόρφωσης» του.

Το 1948 μετακόμισε στην Καρταχένα των Δυτικών Ινδιών και άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα Ελ Ουνιβερσάλ. Συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά και εφημερίδες στην Αμερική και την Ευρώπη. Την πρώτη του νουβέλα «Τα νεκρά φύλλα» (1955) ακολούθησε η νουβέλα «Ο Συνταγματάρχης δεν έχει κανέναν να του γράψει» (1961) και το μυθιστόρημα «Κακιά ώρα» (1962).

Εργαζόμενος περιστασιακά ως δημοσιογράφος, σεναριογράφος και κριτικός κινηματογράφου προσπαθούσε να βγάλει το ψωμί του τα πρώτα σαράντα χρόνια της ζωής του, τα οποία πέρασαν μέσα σε μεγάλες οικονομικές αγωνίες. Η τύχη του άλλαξε με την έκδοση, το «1967», του μυθιστορήματος που θα τον έκανε διάσημο σε όλον τον κόσμο, έχοντας ξεπεράσει ως τώρα σε πωλήσεις τα 50 εκατομμύρια αντίτυπα, το «Εκατό χρόνια μοναξιά».

…Πολλά χρόνια αργότερα, μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, ο συνταγματάρχης Αουρελιάνο Μπουενδία θα θυμόταν εκείνο το μακρινό απόγευμα, που ο πατέρας του τον είχε πάει να πρωτοδεί τον πάγο. Εκείνον τον καιρό, το Μακόντο ήταν ένα χωριό με είκοσι πλίθινα σπίτια, χτισμένο στην όχθη ενός ποταμού με καθαρό νερό, που κυλούσε σε μια κοίτη γεμάτη λεία βότσαλα, άσπρα και πελώρια, σαν προϊστορικά αυγά. Ο κόσμος ήταν καινούργιος, τόσο που πολλά πράγματα δεν είχαν ακόμα ονόματα και, για να τ’ αναφέρεις, έπρεπε να τα δείξεις…

Απόσπασμα από το «Εκατό χρόνια μοναξιά»

Ο συγγραφέας έχει πει χαρακτηριστικά πως το βιβλίο αυτό ξεκίνησε μονάχα από μια πρόταση που του ήρθε στο μυαλό: «Είχαµε ξεκινήσει για διακοπές. Οδηγούσα το αυτοκίνητο στον δρόµο προς το Ακαπούλκο όταν σχηµατίστηκε στο µυαλό µου µια πρόταση. Έκανα επί τόπου στροφή, γύρισα στο σπίτι και άρχισα να γράφω».

Η πρώτη έκδοση του βιβλίου εξαντλήθηκε σε μια βδομάδα. Την επόμενη βδομάδα εξαντλήθηκε και η δεύτερη έκδοση, και ξεμένοντας από δημοσιογραφικό χαρτί, ο εκδοτικός οίκος έκανε την τρίτη έκδοση τον Σεπτέμβρη του 1967. Οι πωλήσεις του βιβλίου σήμερα έχουν ξεπεράσει τα 30 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως.

Το μυθιστόρημα αυτό καθιέρωσε τον Μάρκες ως έναν από τους σημαντικούς πεζογράφους της ισπανικής γλώσσας. Αποτελεί κορυφαία μορφή της λατινοαμερικάνικης πεζογραφικής «γενιάς της έκρηξης» και υπήρξε ο πατριάρχης του λατινοαμερικάνικου μαγικού ρεαλισμού.

Έχει περάσει στην ιστορία της λογοτεχνίας ως ένας από τους μεγάλους συγγραφείς του 20ού αιώνα. Το 1982 βραβεύθηκε με το Νομπέλ Λογοτεχνίας «για τα μυθιστορήματα και τα διηγήματά του στα οποία το φανταστικό και το ρεαλιστικό παντρεύονται σε έναν πλούσιο, περίπλοκο κόσμο φαντασίας, αντανακλώντας τη ζωή και τις συγκρούσεις μιας ηπείρου».  Στο τεράστιο έργο του συμπεριλαμβάνονται και τα μυθιστορήματα για τα οποία βραβεύτηκε: «Το φθινόπωρο του Πατριάρχη», «Χρονικόν ενός προαναγγελθέντος θανάτου», «Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας», «Δώδεκα διηγήματα περιπλανώμενα» και «Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων». Τα τελευταία χρόνια αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή.

«Η μοναξιά που με απείλησε μετά από το Εκατό χρόνια δεν ήταν η μοναξιά του συγγραφέα· ήταν η μοναξιά της δόξας η οποία μοιάζει φοβερά μ’ εκείνην της εξουσίας. Οι φίλοι μου με προφύλαξαν απ΄αυτήν, οι φίλοι που μου στέκονται πάντα».

Κατά καιρούς διέμενε και στην Καρθαγένη της Κολομβίας, στην Βαρκελώνη της Ισπανίας και στην Αβάνα. Πέθανε στις 17 Απριλίου 2014, σε ηλικία 87 ετών στο Μεξικό όπου και είχε εγκατασταθεί το 1961.

AUTHOR

Γιώτα Συνιρίδου

Κοινωνική λειτουργός ταγμένη στη λογοτεχνία και στην αρθρογραφία.

Loading...
«Εαρινή Συμφωνία», το ποίημα της Μ. Παρασκευής.
Οι διαδικτυακές δράσεις του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης συνεχίζονται!