Ο καλλιτεχνικός επιμελητής του Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής μας μίλησε για την εκπληκτική δύναμη της μπαρόκ τέχνης!
Η πορεία σας είχε πολλούς σταθμούς, Λάρισα και Θεσσαλονίκη όπου μεγαλώσατε, Παρίσι και Σαν Πάολο όπου αφιερωθήκατε αρχικά στην τζαζ και αυτοσχεδιαστική μουσική κι έπειτα στην ερμηνεία της παλαιάς μουσικής. Υπήρχε κάποια στιγμή που ήταν ιδιαίτερη και θέλετε να μοιραστείτε μαζί με το κοινό του Beater.gr;
Είναι έως αδύνατο να διαλέξει κανείς κάποια ιδιαίτερη στιγμή μέσα σε τριάντα χρόνια ταξιδιών, περιπλανήσεων, καριέρας και συναντήσεων με μουσικούς από όλο τον κόσμο και από πολύ διαφορετικά είδη μουσικής. Ίσως θα ήταν λίγο πιο εύκολο να διαλέξω διαφορετικές στιγμές από διαφορετικά μέρη και διαφορετικές μουσικές που δούλεψα κι αφιέρωσα τη ζωή μου σ’ αυτές.
Στο Παρίσι έφτασα όταν ήμουν 19 χρονών, όπως καταλαβαίνετε ήταν πολύ διαφορετικά από τις σημερινές μου συναντήσεις και σημερινές μου εμπειρίες. Εκεί πέρα εκτός από τις σπουδές άρχιζα να παίζω επαγγελματικά τζαζ κι αυτοσχεδιαζόμενη μουσική κι εκεί συνάντησα πάρα πολλούς σημαντικούς μουσικούς, γιατί το Παρίσι εκείνη την εποχή είχε ακόμα τον απόηχο από την πολύ καλή χρυσή του εποχή με τον κοσμοπολιτισμό και τις τέχνες και την τζαζ κι όλα αυτά.
Μία συνάντηση πάρα πολύ σημαντική για μένα ήταν με ένα θρυλικό πιανίστα της τζαζ, τον Horace Parlan. Για πολύ καιρό ήταν ο πιανίστας του Charles Mingus, της σημαντικής μορφής της σύγχρονης τζαζ των δεκαετιών του 50 και 60. Για εμένα ήταν ο ήρωας μου τότε και ξαφνικά βρέθηκα να παίζω με αυτόν τον πιανίστα ο οποίος είχε μια τεράστια πορεία στη τζαζ. Αυτή ήταν μια πολύ σημαντική συνάντηση για μένα.
Στη Βραζιλία είχα επίσης πολύ βαθιές και ωραίες στιγμές και μουσικές συναντήσεις, μερικές από αυτές ήταν με πολύ σημαντικούς βραζιλιάνους μουσικούς, πάλι αυτού του ιδιώματος, μιας μουσικής αρκετά προχωρημένης και «ψαγμένης», όπως με τον Hermeto Pascoal, ένα από τα ιερά τέρατα της βραζιλιάνικης μοντέρνας μουσικής, με τον Egberto Gismonti και με τον Nana Vasconcelos. Όταν κάνει κανείς μουσική και την αγαπάει και αφιερώνεται σ’ αυτήν, έχει σημαντικές ή βαθιές στιγμές τη μία μετά την άλλη σχεδόν συνεχώς.
Πώς πιστεύετε ότι αντιλαμβάνεται το ακροατήριο το κλασικό τσέλο και το μπαρόκ;
Νομίζω και πραγματικά το πιστεύω ότι οποιαδήποτε μουσική όσο δύσκολη αν είναι ή όσο απομακρυσμένη και να είναι από το γούστο της εποχής, όταν γίνεται με αλήθεια, όταν παρουσιάζεται και γίνεται με αγάπη, με «βάθος» και με αμεσότητα χωρίς υποκρισία και αυτήν την απόσταση που μπορεί να’ χει καμιά φορά ο σολίστας από το κοινό του και όλα αυτά τα πολύ στημένα πράγματα που καμιά φορά βρίσκουμε στη κλασική μουσική, όταν γίνεται αυτό το κοινό είναι ανοιχτό να το αντιληφθεί και να το λάβει με τον πιο άμεσο τρόπο. Οποιαδήποτε μουσική μπορεί αγγίξει την ψυχή και την καρδιά του κόσμου. Ειδικά η μπαρόκ μουσική έχει μια αμεσότητα και μια ομορφιά που είναι διαχρονική.
Όταν γύρισα στη Θεσσαλονίκη και κατάφερα να στήσω σιγά-σιγά αυτό το μικρό Φεστιβάλ Μπαρόκ, στην αρχή υπήρχαν οι γνωστές αμφιβολίες, «Μα ποιος ακούει μπαρόκ μουσική! ήδη η κλασική μουσική περνάει μια κρίση, εδώ οι μεγάλες ορχήστρες που είναι εντυπωσιακές μπορεί να μην φέρνουν τόσο κοινό», αλλά σας πληροφορώ ότι το Φεστιβάλ έχει όλες του τις συναυλίες ουσιαστικά sold out. Η αίθουσα είναι γεμάτη κάθε φορά από ένα ενθουσιώδης κοινό. Το κοινό διψάει για καινούργια πράγματα ή πράγματα που ακούγονται λίγο και που δεν είναι τόσο εμπορικά. Ποιος είπε ότι το κοινό θέλει εμπορικά πράγματα; Αυτό είναι μία ψεύτικη δικαιολογία για να προσφέρει η αγορά στο κοινό εμπορικά πράγματα.
Είναι η εύκολη λύση. Αν αυτός ο μηχανισμός της βιομηχανίας του θεάματος που είναι δυστυχώς πραγματικός, έμπαινε στην υπηρεσία πιο ποιοτικής και λιγότερο εμπορικής μουσικής, το κοινό θα άκουγε αυτή τη μουσική που θα του προσφερόταν. Και θα μάθαινε να την ακούει και να την αγαπάει και να γνωρίζει τους κώδικες που σιγά-σιγά θα συγκινούταν από αυτή τη μουσική. Τα πράγματα είναι πολύ απλά! Όλα είναι κώδικες. Ο άνθρωπος μαθαίνει κώδικες και όπως αναγνωρίζουμε και μπορούμε να συγκινηθούμε από έναν λαϊκό στίχο που λέει για την χαμένη αγάπη, έτσι μπορούμε να αναγνωρίσουμε το ίδιο ακριβώς συναίσθημα μέσα σε ένα μπαρόκ τραγούδι.
«Η μπαρόκ εποχή με τη μπαρόκ μουσική ήταν μια εκπληκτικά πειραματική εποχή. Όποιος την ψάξει λίγο θα μείνει έκπληκτος από το ανοιχτό της πνεύμα και την διάθεση του πειραματισμού»
Δημιουργούνται και ερμηνεύονται σήμερα νέα έργα μπαρόκ μουσικής;
Δεν θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για νέα έργα μπαρόκ μουσικής, γιατί θα ήταν λίγο οξύμωρο το σχήμα. Δεν ζούμε στη μπαρόκ εποχή. Σαν ύφος μουσικής, σίγουρα μέσα στην όλη παγκόσμια παραγωγή, μπορεί να υπάρχουν και συνθέτες που μιμούνται το ύφος ενός μπαρόκ συνθέτη. Υπάρχουν όμως πολλοί σοβαροί σύγχρονοι συνθέτες οι οποίοι επηρεάζονται ή αναφέρονται με πολύ άμεσο τρόπο στη μπαρόκ μουσική όταν γράφουν τη μουσική τους.
Πώς ταιριάζετε τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό με μία πολύ περιοριστική μορφή μουσικής όπως είναι το μπαρόκ;
Φαίνεται αρκετά περιοριστική μορφή το μπαρόκ, αλλά εγώ θα ήθελα να απαντήσω ακριβώς με το ανάποδο, περιέργως η μουσική μπαρόκ όχι μόνο δεν είναι περιοριστική, αλλά είναι, κατά τη γνώμη, ιδιαίτερα σύγχρονη και ιδιαίτερα πειραματική. Η μπαρόκ εποχή με τη μπαρόκ μουσική ήταν μια εκπληκτικά πειραματική εποχή. Όποιος την ψάξει λίγο θα μείνει έκπληκτος από το ανοιχτό της πνεύμα και την διάθεση του πειραματισμού. Φανταστείτε ότι στην μπαρόκ εποχή μπαίνουν όλα τα θεμέλια της κλασικής μουσικής. Ουσιαστικά η μπαρόκ εποχή εφευρίσκει αυτό που ονομάζουμε κλασική μουσική. Για να γίνουν όλα αυτά, φαντάζεστε ότι δεν ήταν κανένας από αυτούς τους ανθρώπους συντηρητικός. Απεναντίας έψαχναν το καινούργιο, το διαφορετικό, το εκπληκτικό, το φανταστικό. Η μπαρόκ μουσική είναι γεμάτη με ανοιχτές φόρμες, με αυτοσχεδιασμούς.
Στη μπαρόκ εποχή που είναι περίπου 150 χρόνια μουσικής, από το 1600 μέχρι το 1750 περίπου, έχουμε μια απίστευτη ποικιλία διαφορετικών στιλ, υφών μουσικής, άλλη μουσική στη Γαλλία, άλλη στην Ιταλία, στη Γερμανία, στην Ισπανία, στην Ολλανδία, στην Αγγλία, αλλά ταυτοχρόνως έχουμε και μια αμοιβαία επιρροή ανάμεσα σε αυτά τα είδη και τα ύφη μουσικής, οι μουσικοί κυκλοφορούν πολύ περισσότερο απ’ ότι εμείς φανταζόμαστε σήμερα. Εμείς κυκλοφορούμε με ευκολία με τα αεροπλάνα. Ο ένας μουσικός ήξερε για την παραγωγή του άλλου. Ο Bach ενώ είναι σύγχρονος του Vivaldi και δεν βγήκε ποτέ από το χωριό του στη Σαξονία, ήξερε ήδη τη μουσική του Vivaldi και την αντέγραφε. Υπάρχει μία απίστευτη ανταλλαγή ιδεών και πληροφοριών και ένα απίστευτο ανοιχτό πνεύμα με διαφορετικά ύφη μουσικής.
Στη σημερινή εποχή που τα πράγματα τείνουν να έχουν αυτόν τον παγκοσμιοποιημένο, ισοπεδωμένο χαρακτήρα, η μπαρόκ μουσική ενώ φαινομενικά κοιτάζει προς το παρελθόν, ουσιαστικά προτείνει ένα νέο τρόπο να σκέφτεσαι και να παίζεις τη μουσική, με νέους ξανά ήχους, ξαναφέρνοντας ξανά τα παλιά όργανα στο προσκήνιο και ουσιαστικά κοιτάζει προς το μέλλον. Προτείνει ένα νέο τρόπο και σίγουρα ένα νέο αέρα στο σημερινό κατεστημένο της κλασικής μουσικής.
Ο αυτοσχεδιασμός ποτέ δεν ήταν ξένος στην παράδοση της κλασικής μουσικής. Αυτό το κλείσιμο στον αυτοσχεδιασμό και η πολύ σοβαρή αντιμετώπιση της μουσικής μόνο από την παρτιτούρα και ακριβώς αυτό που έγραψε ο συνθέτης είναι δημιούργημα των δύο τελευταίων αιώνων στην κλασική μουσική και είναι δυστυχές. Ξαφνικά απομακρύνθηκε ο εκτελεστής, ο μουσικός, ο ερμηνευτής από τον συνθέτη. Ο συνθέτης έγινε ένας ημίθεος, ο οποίος γράφει αυτό που γράφει και πρέπει όλοι να το ακολουθούν πιστά, ο οποίος τελικά δεν παίζει πια μουσική αλλά μόνο γράφει, γιατί αυτό τον απασχολεί τρομερά και ταυτοχρόνως ο ερμηνευτής δεν ήταν άλλο συνθέτης, όπως παλιότερα. Όλα αυτά γίνονται μετά τη γαλλική επανάσταση. Έρχεται τότε ο Beethoven και λέει ότι ο συνθέτης είναι ένας μεγαλοφυής τύπος, ανεξάρτητος πια που γράφει τη μουσική του και ζει από αυτήν.
Αυτός είναι και ο λόγος που απομακρύνθηκε το κοινό από την κλασική μουσική;
Η κλασική μουσική απέκτησε μια ολόκληρη σοβαροφάνεια, μια απόσταση από το κοινό, μια απόλυτη αφοσίωση σ’ αυτό το λόγιο δυτικοευρωπαϊκό πράγμα που απομακρύνθηκε λίγο από την προφορική του παράδοση, άρα και από τον αυτοσχεδιασμό, άρα και από την αμεσότητα και την επαφή με τον κόσμο. Για ποιο λόγο ένας νέος σήμερα να πάει να ακούσει μία συμφωνία του Tchaikovsky με μία ορχήστρα με κάτι τύπους οι οποίοι παίζουν με φράκα, κουστούμια, γραβάτες και παπιγιόν κι όλα αυτά που είναι σχεδόν μια καρικατούρα του μουσικού, με όλη εκείνη τη σοβαροφάνεια και όλο εκείνον τον ύστερο τον ρομαντικό, αντί να ακούσει ένα ροκ γκρουπ, μια ποπ τραγουδίστρια;
Ευτυχώς, σήμερα πια, αυτή η αντίληψη έχει αρχίσει να αλλάζει και σίγουρα το κίνημα ιστορικής ερμηνείας της παλαιάς μουσικής βοήθησε πολύ στο να φέρει αυτή τη νέα αντίληψη για την κλασική μουσική.
Τί θα προσελκύσει ένα νέο σήμερα για να έρθει και να παρακολουθήσει το Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής;
Ένας νέος που θα έρθει να ακούσει σήμερα μπαρόκ μουσική με όργανα εποχής, ουσιαστικά βγαίνει από το κατεστημένο και την πεπατημένη της κλασικής μουσικής. Πηγαίνει σε κάτι πολύ διαφορετικό και εναλλακτικό και πολύ καινούργιο, με κάποιο τρόπο.
Φεύγοντας τί θα του έχει αποτυπωθεί;
Πολλά πράγματα φαντάζομαι! Οι μουσικοί και τα σύνολα που είναι καλεσμένοι είναι εξαιρετικής ποιότητας πραγματικά. Οι έλληνες είναι οι πιο σοβαροί και οι πιο ενεργοί αυτής της μουσικής και αυτού του είδους. Έχουμε για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ δύο σχήματα πραγματικά εξαιρετικά από την Ευρώπη. Θα μπορούσε να του μείνει ίσως το γεγονός ότι μπορεί και ακούει τέτοια έργα διαφορετικά, ιδιαίτερα σπάνια σε αίθουσες συναυλιών, ένα ρεπερτόριο φανταστικό και πανέμορφο. Αλλά κυρίως θα του μείνει, αυτό που θα πρέπει να μείνει στον καθένα που ακούει μουσική, να αισθανθεί πιο γεμάτος, να του αγγίξει την ψυχή του, να του βγάλει συναισθήματα, εικόνες, να του δώσει μία παρένθεση ησυχίας μέσα σε αυτόν τον πολύ θορυβώδη κόσμο όπου ζούμε.
Η επιλογή στην αναφορά του έργου ενός διάσημου και αγαπητού μελωδικού συνθέτη όπως του Antonio Vivaldi, ο οποίος είναι ένα όνομα που μπορεί να προσελκύσει νέο ακροατήριο, με ποια κριτήρια έγινε και πόσο χωράει αυτοσχεδιασμός δίπλα στο έργο του;
Στο Φεστιβάλ παρουσιάζουμε πάρα πολλούς άγνωστους συνθέτες από διαφορετικά μέρη της μπαρόκ Ευρώπης, ο Vivaldi είναι σίγουρα ένα από τα πιο γνωστά ονόματα και δεν τον διαλέξαμε επειδή είναι εμπορικός ή γνωστός, μακριά από εμάς αυτές οι επιλογές! Απεναντίας για την πραγματική του αξία. Ο Vivaldi είναι ένας εκπληκτικός συνθέτης που γράφει φοβερά δεξιοτεχνική, λαμπερή Ιταλική μουσική. Και επειδή θέλαμε να παρουσιάσουμε ένα πρόγραμμα ως μικρή μπαρόκ ορχήστρα του Φεστιβάλ, ο Vivaldi είναι πραγματικά ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες που έγραψε από τα πιο λαμπερά κονσέρτα για βιολί, για βιολοντσέλο ή για πολύ εξωτικούς συνδυασμούς αυτών.
Η εικόνα που συνοδεύει το φετινό Φεστιβάλ είναι η αυτοπροσωπογραφία του Rembrandt. Θα υπάρχει συνοδεία εικόνων ή άλλων τεχνών παράλληλα με τη ζωντανή μουσική;
Μας άρεσε πολύ η ιδέα πέρυσι και ήταν σχεδόν αναγκαίο. Φέτος συμπληρώνονται 350 χρόνια από τον θάνατο του Rembrandt, που είναι ένας από τους σημαντικότερους μπαρόκ ζωγράφους κι έτσι σκεφτήκαμε ότι θα ήταν ενδιαφέρον να του έχουμε ένα μικρό αφιέρωμα. Θα έχουμε προβολές από μπαρόκ πίνακες σε όλες τις συναυλίες του Φεστιβάλ και ο Rembrandt σίγουρα θα έχει ιδιαίτερη θέση. Στο πρόγραμμα υπάρχουν κι άλλες αναφορές στη ζωγραφική. Τη δεύτερη μέρα για παράδειγμα όλο το πρόγραμμα είναι ισπανικό, όπου παρουσιάζεται ισπανική μουσική και γίνεται πάλι αναφορά στη ζωγραφική του 17ου και 18ου αιώνα.
Οι πίνακες του Goya και Velázquez είναι πασίγνωστα έργα που θα κερδίσουν τα βλέμματα. Μπορεί αυτό να αποσπάσει την προσοχή από την ζωντανή μουσική που παράλληλα θα ερμηνεύεται;
Θα γίνει με πολύ φυσικό τρόπο. Δεν θέλουμε να κάνουμε ένα σόου από προβολές πινάκων από πίσω από τη μουσική που θα έκλεβαν λίγο την προτεραιότητα της μουσικής μέσα σε ένα Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής. Σκεφτόμαστε τους πίνακες και τις προβολές φυσικά ως αναφορές στη μπαρόκ τέχνη οι οποίες συνομιλούν με τη μουσική της εποχής, αλλά από την άλλη και σαν μέρος του σκηνικού, μαζί με προσεγμένους φωτισμούς, το οποίο θα βάλει το θεατή μέσα σε μία πιο μυσταγωγική και πιο εσωτερική κατάσταση.
Από την άλλη, εμένα δεν με σοκάρει ούτε με ανησυχεί καθόλου αν το βλέμμα του θεατή το προσελκύσει ο πίνακας της ζωγραφικής ενώ ακούει τη μουσική. Η μουσική έχει αυτό το καταπληκτικό προνόμιο ότι είναι άπιαστη. Ότι βρίσκεται στον αέρα. Δεν έχει τίποτα να δεις, τίποτα να σκεφτείς αναγκαστικά. Απλά την ακούς και ενώ την ακούς μπορούν να συμβαίνουν πολλά πράγματα κι εσύ να τους δίνεις ή να μην τους δίνεις σημασία. Ή να εμπνέει το ένα το άλλο. Οπότε δεν θα με ενοχλούσε καθόλου ο πινάκας της ζωγραφικής να τραβήξει το βλέμμα του θεατή και να το κρατήσει για λίγο ενώ οι μουσικοί παίζουν πάνω στη σκηνή.
Ποιο είναι το όραμά σας για το φετινό Φεστιβάλ Μπαρόκ στη Θεσσαλονίκη;
Η κεντρική ιδέα άρα και του επιμέρους οράματος του Φετινού με τον τίτλο «Παλαιά και Νέα Όνειρα», είναι το παλαιό ως νέο, πόσο το παλαιό είναι μόνο παλαιό ή δεν προτείνει και κάτι νέο στον κόσμο που είμαστε. Ο πίνακας του Rembrandt, η αυτοπροσωπογραφία του αυτή που την έκανε γύρω στα 22 του, νομίζω ότι μιλάει από μόνη της. Αν κοιτάξει κανείς το ονειροπόλο βλέμμα του Rembrandt στα 22 του, είναι σαν κοιτάει το ονειροπόλο βλέμμα ενός καλλιτέχνη σημερινού, ενός οποιοδήποτε νέου σήμερα. Είναι σαν να στέκεται μπροστά μας. Είναι σαν να είναι εκεί τριακόσια πενήντα χρόνια και παραπάνω πριν, αλλά ταυτοχρόνως είναι σαν να είναι εδώ, σαν να είναι ζωντανός μαζί μας, είναι σαν να βλέπουμε μια φωτογραφία του και να μας κοιτάει κιόλας.
Αυτό είναι περίπου το όραμα κι αυτό είναι που προτείνει το Φεστιβάλ, ότι η παλαιά μουσική, τα παλαιά όργανα, όλο αυτό το παλαιό ρεπερτόριο, είναι ταυτοχρόνως και σύγχρονο και επίκαιρο και μας «μιλάει» με πολύ σημερινό τρόπο. Είναι σαν το νερό που κυλάει. Είναι πάντα το ίδιο και πάντα διαφορετικό. Αυτή είναι και η ουσία της μουσικής και όχι μόνο της μπαρόκ μουσικής. Οποιοσδήποτε μουσικός κάνει ένα κομμάτι να ζωντανεύει, να υπάρχει ξαφνικά – γιατί δεν υπάρχει αν δεν παιχτεί, ένα οποιοδήποτε κομμάτι ή έργο μουσικής, είτε είναι κλασικό είτε είναι οποιοδήποτε άλλου είδους μουσικής, δεν υπάρχει αν δεν το παίξει ο μουσικός εκείνη τη στιγμή. Στο χαρτί δεν σημαίνει τίποτα. Δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο όταν ο μουσικός το κάνει να ζωντανεύει και αυτό ακριβώς γίνεται με τη μουσική των περασμένων αιώνων. Ο μουσικός του δίνει καινούργια ζωή κι αυτό το κομμάτι είναι εδώ ανάμεσά μας και μας αγγίζει, μας μιλάει, μας κάνει να νιώθουμε συναισθήματα, να μας αρέσει ή να μην μας αρέσει. Αυτό είναι το μυστικό της μουσικής τελικά.
______________________
Τα Παλαιά και Νέα Όνειρα θα τα απολαύσουμε στην αίθουσα Αιμίλιος Ριάδης του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης στις 22-23 και 29-30 του Νοέμβρη. Μάθε περισσότερα για το φετινό Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής εδώ!