Cinematic Odyssey #55: Οι ταινίες της εβδομάδας!
Οι τρεις ταινίες της εβδομάδας, φαίνονται τόσο διαφορετικές, κι όμως είναι τόσο συγγενικές στη βαθύτερη ουσία τους. Βλέποντας τις προτάσεις αυτές συνολικά, ο Almodóvar θα μας μιλήσει για τα μυστικά που κουβαλάμε, ο Vinterberg θα απεικονίσει την απώλεια της ζωτικότητας, ενώ ο McDonagh θα δημιουργήσει μία μαύρη κωμωδία για τον παραλογισμό της ανθρώπινης αποξένωσης. Όλοι μαζί, θα χαρτογραφήσουν το ίδιο τοπίο, ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό σινεμά που κοιτάζει κατευθείαν στον πυρήνα της ανθρώπινης ψυχής και δεν φοβάται να δείξει τις ρωγμές της.
The Room Next Door (2024, Pedro Almodóvar)

Η νέα ταινία του Almodóvar “The Room Next Door” είναι μια από τις πιο σκοτεινές και τρυφερές δημιουργίες του, μια εξομολόγηση για το τέλος, την ειρήνη, τον πόνο και την άρρηκτη, σχεδόν μυστικιστική δύναμη της γυναικείας φιλίας. Στο επίκεντρο βρίσκεται η Μάρθα, μια γυναίκα που, μετά από χρόνια σωματικού πόνου και αόρατης ψυχικής αιμορραγίας, αποφασίζει να δώσει τέλος στη ζωή της. Η απόφαση αυτή δεν αποτελεί παρόρμηση, ούτε κίνηση θυμού, αλλά εκδηλώνει μια αργή, σιωπηλή αποφασιστικότητα που μόνο άνθρωποι βαθιά κουρασμένοι από την ύπαρξη μπορούν να αποκτήσουν. Πριν φτάσει όμως η στιγμή αυτή, καλεί μια παλιά της φίλη, την Ίγκριντ προκειμένου να έρθει να ζήσει μαζί της για λίγες τελευταίες ημέρες, μέσα σε ένα απομονωμένο σπίτι. Η ανάγκη της αυτή δεν αποσκοπεί ούτε στο να την σταματήσει η Ίγκριντ, ούτε να της αλλάξει γνώμη, αλλά για να μην φύγει από τον κόσμο εντελώς μόνη.
Παρατηρώντας τα τελευταία έργα του Αλμοδοβάρ, συνειδητοποιούμε πόσο αυτοβιογραφική διάθεση αρχίζει να αποκτά, μιας και πλέον δεν φοβάται ούτε διστάζει να μοιραστεί βιώματα, σκέψεις και ανησυχίες του. Έτσι και στην ταινία αυτή, η σκέψη του Αλμοδοβάρ εστιάζει στον θάνατο : Εδώ, ο θάνατος αντιμετωπίζεται ως πράξη που απαιτεί συντροφιά, όχι για να αλλάξει τη βούληση αλλά για να την αναγνωρίσει, θέτοντας πληθώρα ερωτημάτων σχετικά με το ποιος έχει το δικαίωμα να μοιραστεί την απόφαση ενός ανθρώπου να φύγει. Ο Almodóvar γράφει εδώ με την επιμονή του ποιητή, καθώς οι λέξεις δεν εξηγούν, αλλά αποδεικνύουν ότι ακόμη και το χάος της θλίψης μπορεί να γίνει μορφή ομορφιάς όταν υπό το πρίσμα ενός τρυφερού βλέμματος. Στο The Room Next Door, ο Almodovar προσεγγίζει τον θάνατο όχι ως τέλος, αλλά ως σχέση, καθώς δεν ενδιαφέρεται για τον μηχανισμό, αλλά για το συναισθηματικό τοπίο πριν από το τέλος. Εστιάζει με την σκηνοθετική του μαεστρία στα τελευταία βλέμματα, τις ανείπωτες συγγνώμες, τη γλυκιά φρίκη του να ξέρεις πως κάθε κουβέντα μπορεί να είναι η τελευταία.
______________________
Another Round (2020, Thomas Vinterberg)

Στην ταινία “Another Round” ο Μάρτιν υποδυόμενος από τον συγκλονιστικό Mads Mikkelsen είναι ένας άντρας που κάποτε ήταν γεμάτος σπίθα και παθιασμένος με τη ζωή. Τώρα όμως είναι καθηγητής λυκείου που μιλά στους μαθητές του με έναν τόνο σχεδόν υπνωτικό, λες και παραδίδει μάθημα από απόσταση. Επίσης, η οικογενειακή του ζωή έχει παγώσει, μιας και η γυναίκα του δουλεύει συνεχώς ενώ τα παιδιά του τον κοιτούν λες και είναι επισκέπτης στο ίδιο του το σπίτι. Μια βραδιά γενεθλίων, ανάμεσα σε γέλια, κρασί και έναν διάχυτο αέρα μελαγχολίας, οι τέσσερις φίλοι-καθηγητές αποφασίζουν να δοκιμάσουν μια επιστημονική θεωρία που υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος γεννιέται με έλλειψη 0,05 αλκοόλ στο αίμα, και πως αυτή η μικρή διόρθωση μπορεί να τον κάνει πιο δημιουργικό, πιο άνετο, πιο ζωντανό. Έτσι λοιπόν οι καθηγητές ξεκινούν αυτό το πείραμα και πράγματι, παρατηρούν εξελίξεις, μιας και ο Μάρτιν γελά για πρώτη φορά εδώ και καιρό, αυτό οδηγεί στο να επιδεικνύουν και οι μαθητές ενδιαφέρον για το μάθημα του και συνολικά οι τέσσερις φίλοι ξαναβρίσκουν την νεανική τους ζωντάνια. Ωστόσο, η γραμμή ανάμεσα στη μέθη που απελευθερώνει και στη μέθη που καταστρέφει είναι λεπτή για αυτό, όταν αποφασίζουν να αυξήσουν τη δόση, κάπως σαν το πείραμα αυτό, αντί για παιχνίδι να γίνεται θηλιά. Ο Vinterberg εξερευνά ένα από τα πιο καίρια υπαρξιακά ερωτήματα: τι κάνεις όταν η ζωή δεν σε συγκινεί πια; Στην προκειμένη περίπτωση, είναι η μέθη ο τρόπος να ξαναβρείς τον εαυτό σου ή ένας τρόπος να τον χάσεις οριστικά;
Βλέποντας την ταινία δεν λαμβάνουμε εύκολες απαντήσεις. Αντίθετα, παρατηρούμε πώς η ταινία παρουσιάζει τη μέθη σαν μια μεταφορά της ίδιας της ανθρώπινης ύπαρξης, μιας και άλλοτε σε ανεβάζει στους ουρανούς, άλλοτε σε ρίχνει στο πιο σκοτεινό βάθος. Όπως και στην ταινία του Αλμοδοβάρ, η πιο συγκινητική διάσταση της είναι ότι μιλά για τη φιλία σαν τελευταία άμυνα απέναντι στην απελπισία. Όταν όλα γκρεμίζονται, αυτό που μένει είναι η ανθρώπινη επαφή. Για αυτό, και στον τελευταίο χορό του Mads Mikkelsen δεν βλέπουμε απλώς μια σκηνή, αλλά μια δήλωση, πως ίσως ηζωή αξίζει να τη ζήσεις, ακόμα κι όταν πονάει.
______________________
The Banshees of Inisherin (2022, Martin McDonagh)

Στην ταινία “The Banshees of Inisherin” σε ένα μικρό νησί της Ιρλανδίας, δύο φίλοι ζουν μια ήρεμη, καθημερινή ζωή μέχρι τη στιγμή που ο ένας αποφασίζει να κόψει κάθε επαφή χωρίς προειδοποίηση και περαιτέρω εξηγήσεις. Από εκεί και πέρα, η σχέση τους παίρνει μια παράδοξη, σκοτεινά κωμική αλλά και βαθιά ανθρώπινη τροπή, με τον έναν να προσπαθεί να καταλάβει και τον άλλο να απομακρύνεται ολοένα και πιο δραστικά. Ο Πάτρικ, αθώος και καλοσυνάτος μέχρι παρεξηγήσεως, προσπαθεί να μάθει τον λόγο. Κι όσο εκείνος χτυπάει πόρτες, όσο ρωτάει φίλους και γείτονες, όσο ψάχνει απαντήσεις σε λάθος στόματα, ο Κολμ βυθίζεται σε μια εμμονική ανάγκη να αφήσει πίσω του την μουσική, την δημιουργία, μια παρακαταθήκη που να αποδεικνύει ότι υπήρξε κάτι περισσότερο από ένας άνθρωπος που απλά έπινε στην παμπ με τον Πάτρικ.
Το απόμερο νησί αυτό, γίνεται μια σιωπηλή σκηνή όπου η θλίψη, η ματαίωση και η εμμονή εκτυλίσσονται με τη μορφή μιας σύγχρονης παραβολής. Ο McDonagh, με το χαρακτηριστικό του χιούμορ, φτιάχνει μια ιστορία που μοιάζει μικρή και καθημερινή αλλά αποκαλύπτει την τραγωδία που κρύβεται στις ανθρώπινες σχέσεις όταν αυτές διαλυθούν. Επιπλέον, το νησί λειτουργεί ως αλληγορία της απομόνωσης, αλλά και της ανθρώπινης εμμονής μιας και όταν κάποιος αρνηθεί τη σύνδεση, ο άλλος μπορεί να γίνει επικίνδυνα επίμονος, σχεδόν αυτοκαταστροφικά αθώος.
Η ταινία αυτή αποτελεί έναν στοχασμό πάνω στο τέλος των σχέσεων, όχι ως κοινωνικό γεγονός, αλλά ως υπαρξιακό κενό, οδηγώντας μας στο ερώτημα του τι σημαίνει να είσαι καλός άνθρωπος όταν κανείς δεν σε χρειάζεται. Φαίνεται πως ο Πάτρικ είναι η πιο αγνή εκδοχή της ανθρώπινης καλοσύνης, αλλά η καλοσύνη αυτή δεν εκτιμάται από τον κόσμο γύρω του. Ο Κολμ, από την άλλη, παλεύει με την αγωνία της θνητότητας. Θέλει να αφήσει κάτι πίσω, να μην χαθεί στη λήθη, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως πρέπει να κόψει δεσμούς που κάποτε του ήταν πολύτιμοι. Και ίσως το πιο δυνατό μήνυμα είναι ότι, μέσα σε αυτή την τραγωδία και το παράλογο, αναδύεται η καθαρή ουσία της ύπαρξης, η ανάγκη να υπάρχουμε ο ένας για τον άλλο, ακόμη κι όταν η ζωή μάς διδάσκει ότι κανείς δεν είναι αναγκασμένος να μας καταλάβει, να μας εκτιμήσει ή να μας αγαπήσει όπως εμείς θέλουμε. Η ταινία μας αφήνει με την απορία και ταυτόχρονα με την υπαρξιακή συγκίνηση, ότι η ανθρώπινη καλοσύνη και η επιμονή να συνδεόμαστε είναι ίσως η μοναδική μορφή αθανασίας που μπορούμε να αφήσουμε πίσω μας.
______________________



