«Του Ιουλίου οι Κυριακές δεν είναι σαν τις άλλες» το ποίημα της Παρασκευής.
Αδέσποτες, γυρίσανε οι ώρες του πελάγου
η όστρια, αλμύρα φύσηξε στις άκριες της ψυχής
σε μια ιδέα, εξόριστη του Έρωτα του μάγου
αρχαία σκουριά στα μάτια μου, μα δεν ανησυχείς
Του Ιουλίου οι Κυριακές δεν είναι σαν τις άλλες
στη Μάνη, στη Μονεμβάσια, φιλιά γράφει το φως
αντίδωρο σου κράτησα στη σκέψη δυο ψιχάλες
όνειρα, μέσα σ’ όνειρα, πόθος παλιός, κρυφός.
Ότι φοβάμαι το αγαπώ κι ότι αγαπώ μ’ αρέσει,
στο πανηγύρι της καρδιάς, μαντήλι κροσσωτό
βαθύ μελάνι βιολετί στου ουρανού τη μέση
της μοναξιάς παράπονο κι άστρο ψηφιδωτό.
Του Ιουλίου οι Κυριακές δεν είναι σαν τις άλλες
όλους τους χάρτες έκαψα, δεν έχει γυρισμό
κι αν οι στιγμές που ζήσαμε δεν ήτανε μεγάλες
φταίει μια μοίρα μάγισσα σ’ αδιάβαστο χρησμό.
Ότι με πόνεσε αγαπώ κι ότι αγαπώ πονάει
στης μνήμης τα χαλάσματα το κάρο του καιρού
απ΄ το κατώφλι του θεού, πάντα μπροστά περνάει
με ξεγραμμένες θύμησες και λόγια του νερού.
Του Ιουλίου οι Κυριακές, της θάλασσας δαντέλες
δυο λέξεις μόνο γύρεψα απ’ όσες μου χρωστάς,
σε λάθος πόλη κρέμασα, στο σ’ αγαπώ κορδέλες
κι εσύ πιο πέρα από τ’ αλλού, τον ύπνο σου βαστάς.
Αύριο, τραγούδι ορφανό στη ζητιανιά μιας νότας
πάνω απ΄τα κάστρα του Μυστρά, του ανέμου το φαρί
παίρνει το φως απ’ την αυγή, για μια πληγή ο Ευρώτας
άγια σιωπή της ερημιάς, σαν πίκρα καθαρή.
.
Της Ζωής Δικταίου