Talk Talk: Η Ζάκυνθος, η αποδόμηση των στερεοτύπων και η κοινωνική απελευθέρωση.
έχουμε μπαρ κι ερμπιεμπί, κλαμπ και ξενοδοχεία.
Όποιος τον έχει τον παρά, τίνος λογάται δούλος;
Εγώ στο λέω κι άκου το: δικός του ο κόσμος ούλος!
Εμείς κυρά μου είμαστε αφέντες τση αφεντιάς μας.
Ποτές για καταπίεσες δεν ίδρωσαν τ’ αυτιά μας!
Ή πάλι…μήπως είμαστε ούλοι μας πλανεμένοι;
Δούλοι κι αφέντες, λεύτεροι και πολιορκημένοι…»
(Αγγελική Αγαλιανού, αφηγήτρια-εμψυχώτρια, απόσπασμα από ‘’Ομιλία’’ αφιερωμένη στην έναρξη του Talk Talk)
«Ό,τι δεν προσαρμόζεται στο σύστημα της, αναγκάζεται να εξαφανιστεί»…αυτή η συνειδητοποίηση οδήγησε στην έμπνευση του Talk Talk. Ένα δημιουργικό βιωματικό εργαστήρι με στόχο τη διερεύνηση καθημερινών βιωμάτων καταπίεσης, εσωτερικευμένων καταπιέσεων και τη λύση τους, μέσω θεάτρου, δημιουργικής γραφής και αφήγησης διηγημάτων και παραμυθιών. Το πρόγραμμα Talk Talk υλοποιήθηκε στο διάστημα Φεβρουάριος-Ιούνιος 2020, δημιουργώντας μία κοινότητα ετερόκλητων και διαφορετικών ανθρώπων στη Ζάκυνθο, οι οποίοι χωρίστηκαν σε ομάδες ενηλίκων (δείτε σχετικό βίντεο εδώ) και ομάδα εφήβων (δείτε σχετικό βίντεο εδώ).
Το Talk Talk αποτελεί έμπνευση της Χριστίνας Χριστοφόρου-Λιβάνη και ξεκίνησε στη Ζάκυνθο, στον τόπο που μεγάλωσε κι η ίδια. Η ομάδα του Talk Talk πλαισιώθηκε από εμψυχώτριες-ές, την Αγγελική Αγαλιανού (αφηγήτρια), την Έφη Λάζου (θεατρολόγος), τον Ηλία Αδάμ (σκηνοθέτης), την Καλλιόπη Μανδρέκα (ηθοποιός) και τον Χριστόφορο Ζαφείρη (κοινωνιολόγος-συγγραφέας του Εγχειριδίου του Talk Talk). Η αιτία και αναγκαιότητα δημιουργίας του Talk Talk; Ίσως το σύστημα άγραφων κοινωνικών κανόνων και περιορισμών που αποκλείει όσους ανθρώπους δυσκολεύονται να κάνουν “fit in”, η φίμωση της προσωπικής έκφρασης που συναντάμε συχνά σε μικρούς τόπους και η καταπίεση, η κοινωνική, η συστημική και η εσωτερικευμένη. Κίνητρο; Η εμπιστοσύνη και η πίστη στη δύναμη της ομάδας, των συλλογικοτήτων και της τέχνης.
Η Χριστίνα, διαχειρίστρια του προγράμματος, σπούδασε στην Αθήνα στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε εκεί στον χώρο της Κοινωνίας των Πολιτών. Αποφάσισε να επιστρέψει στη Ζάκυνθο ενθαρρύνοντας τους ανθρώπους να μιλήσουν με απώτερο στόχο την αμοιβαία κατανόηση και το σεβασμό, την ανεκτικότητα και την ενδυνάμωση μέσα από το Θέατρο του Καταπιεσμένου του Θεατρολόγου Αουγκούστο Μποάλ (Augusto Boal). Έτσι η Ζάκυνθος, το νησί του Διονύσιου Σολωμού και της «Ζακυνθινής ομιλίας», το Φιόρο του Λεβάντε, όπως ονόμαζαν το νησί οι Ενετοί, άρχισε να μελετά και να εξετάζει τις δικές του καταπιέσεις.
Το πρόγραμμα START-create cultural change που για ακόμα μία χρονιά έδωσε την ευκαιρία σε ανθρώπους να υλοποιήσουν κοινωνικο πολιτιστικά προγράμματα μέσα από τα εργαλεία της τέχνης και με στόχο την κοινωνική αλλαγή, έδωσε την ενθάρρυνση και την οικονομική υποστήριξη στο Talk Talk να δημιουργήσει τα θεμέλιά του με βάση την κοινωνία της Ζακύνθου.
Βασισμένοι στη φράση του Μποάλ «ο αστυνόμος βρίσκεται στο κεφάλι μας», η ομάδα ξεκίνησε επεξεργάζοντας την έννοια της καταπίεσης, όπως αυτή προσωπικά προσδιορίζεται και αναπαράγεται. Έπειτα, είδε την κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική διάσταση των προσωπικών βιωμάτων, κατανοώντας ότι «το προσωπικό είναι πολιτικό». Και αφού η καταπίεση είναι ζήτημα κοινωνικό και πολιτικό, δεν έμενε παρά να αναμετρηθεί με τις καταπιεστικές μας εμπειρίες και τα τραυματικά βιώματα σε συλλογικό επίπεδο. Είναι, άραγε, ποτέ αρκετά τα ατομικά ταξίδια για την επίλυση δομικών προβλημάτων;
Κατά τη διάρκεια του Talk Talk, πραγματοποιήθηκαν13 συναντήσεις, με τις δέκα από αυτές να γίνονται κατά τη διάρκεια της καραντίνας για την πανδημία του κορονοϊού, η οποία οδήγησε στη ψηφιοποίηση (digitalization) του εργαστηρίου. Παρά τις προκλήσεις, δηλαδή της έλλειψης εξοικείωσης των συμμετεχόντων με τον υπολογιστή και κατ΄επέκταση με την οθόνη, και της δυσκολίας προσαρμογής των ασκήσεων του εργαστηρίου, το οποίο εξ αρχής βασίστηκε στην κινησιολογία και τη σωματική επαφή, η ανάγκη για κοινωνικοποίηση, παρέα, έκφραση και δημιουργική απασχόληση, έκανε το Talk Talk μία αγαπημένη, αναγκαία συνήθεια κατά την περίοδο της «κοινωνικής απομόνωσης».
Συλλογικά οι συμμετέχοντες συζήτησαν, εκφράστηκαν και ανέλυσαν κάθε τι που τους καταπιέζει. Τα στερεότυπα, οι διακρίσεις, οι φόβοι, το χρήμα, το παρελθόν, το μέλλον, το παρόν, η μοναξιά, η κοινωνία…κάθε τι που τους περιβάλλει και για κάποιο άτομο αποτελεί μία καταπίεση. Δώθηκε έμφαση στις κοινωνιολογικές προσεγγίσεις της καταπίεσης και σε θεσμούς κοινωνικοποίησης που μας μεταφέρουν «τα πρέπει και τα μη», με κεντρικό θεσμό την οικογένεια.
Έτσι, παρουσιάστηκε το οικογενειακό δείπνο ως ένας χώρος ανησυχίας, σκέψης και φόβου, χαρακτήρες που ένιωθαν παγιδευμένοι με τα πρότυπα αρρενωπότητας και θηλυκότητας, άνθρωποι που ο χρόνος τους αγχώνει και το χρήμα αλλάζει τις δυναμικές της οικογένειας, δημιουργώντας συγκρούσεις και απογοητεύσεις. Η ενδοοικογενειακή βία, η ταξικότητα, η σιωπή· καταπιέσεις που επαναλαμβάνονται και επανέρχονται στο μυαλό μας, αλλά και στις ασκήσεις του εργαστηρίου. Παρότι, αναγνωρίστηκε ο ρόλος του υποκειμένου στο πως μπορεί να παγώσει και να αλλάξει μία καταπίεση, η εξοικείωση με το έργο του Μποάλ, μας επανέφερε πολλές φορές στο ότι οι άνθρωποι δεν έχουν πάντα επιλογές. Οι άνθρωποι, όπως αναφέρει ο Μποάλ, αντικειμενοποιούνται και δέχονται δράσεις, περιορισμούς και αλλαγές.
Η κάθε ομάδα συνέγραψε ιστορίες καταπίεσης και υλοποιήσαμε διαδικτυακά έξι Forum Theater Θεάτρου του Καταπιεσμένου. Βασικές θεματικές των σεναρίων αυτών, οι διακρίσεις στην εκπαίδευση, οι προσδοκίες και η άνιση κατανομή ευθυνών μέσα στην οικογένεια, τα δάνεια, η ανεργία και η εκμετάλλευση στο χώρο της εργασίας. Στο Forum Theater, οι θεατές γίνονται ηθοποιοί, καθώς, αφού δουν μία φορά το σενάριο να φτάνει στην κορύφωση της καταπίεσης, έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν την πορεία του. Είτε δίνοντας κατεύθυνση στο πώς να συμπεριφερθεί ο καταπιεζόμενος χαρακτήρας (ή κάποιος ουδέτερος) είτε παίρνοντας οι ίδιοι κάποιο ρόλο.
Οι καταπιέσεις πολλές, αλλά η επιθυμία για την επίλυσή τους ακόμα μεγαλύτερη, δείχνοντας την πρώτη επιτυχία του εργαστηρίου. Διαμορφώθηκε ένας ασφαλής χώρος (safe space) συνύπαρξης και αλληλοσεβασμού, στον οποίο η τέχνη πήρε τη θέση του «μαγικού βοηθού», όπως και στα παραμύθια, ενδυναμώνοντας τις-ους πρωταγωνίστριες-στές να οδηγηθούν στην απελευθέρωση. Αυτό που κράτησαν όλες-οι από το πρόγραμμα του Talk Talk είναι πως κάθε συναίσθημα, σκέψη, αμφιβολία και φόβος δεν είναι ούτε πρωτόγνωρα ούτε μοναδικά, αλλά υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι που τα μοιράζονται, μιας και όλα παράγονται και παγιώνονται κοινωνικά. Δεύτερον, το πρόβλημα και η λύση δεν βρίσκονται μόνο σε μία διάσταση, αλλά σε κάθε επίπεδο που μπορούμε να σκεφτούμε (ατομικό, οικογενειακό, συλλογικό, πολιτικό). Έτσι, ιδεολογίες που προτείνουν αλλαγή μόνο σε ατομικό ή μόνο σε συστημικό επίπεδο αποκρύπτουν την πολυδιάστατη πραγματικότητα. Τρίτον, η ελευθερία δεν είναι στόχος, αλλά τρόπος ζωής, σκέψης και συνύπαρξης. Η ελευθερία είναι εμείς, και όχι εγώ.
«Τι κορωνιός, τι ύφεση, τι κάμερες στην τάξη
μα τόση καταπίεση, λες και την είχαν τάξει!
Λες και το παραγγείλαμε τούτο το αργαστήρι
να κάμει στέντα στον καιρό, να μη μας παρασύρει.
Να μη χαθούν τα βλέμματα, τα χέρια, οι αθρώποι
να σμίξουνε οι τρόποι μας κι ας χώριζαν οι τόποι.
Κι έτσι λοιπό σιγά σιγά, γίναν γνωστοί οι ξένοι
κι ένας ένας ευρίσκανε το βάρος που τσου δένει.
Κι άλλους τους έδενε η δουλειά, τα δάνεια, η φαμίλια
άλλους ο γάμος, το σχολειό, του γείτονα η ζήλεια.
Μα ένα βαρίδι ήτουνα πούλιο βαριό απ’ ούλα
εκειό που ο καθένας μας κρύβει μες στην ψυχούλα.
Ο δικαστής και ο κριτής μέσα στα σωθικά μας,
που δεν αφήνει να μιλεί ελεύτερα η καρδιά μας.
Ευκή λοιπό βαθιά κι αγνή, να μείνει η παρέα
να μεγαλώσει, να ανθεί, να κάμει κι άλλα ωραία.
Κι από του χρόνου από κοντά να κάμουμε τα φόρου!
Και το talk talk να ακουστεί στα πέρατα του Φόρου!»
(Αγγελική Αγαλιανού, αφηγήτρια-εμψυχώτρια, απόσπασμα από «Ομιλία» αφιερωμένη στην λήξη του Talk Talk)