Μανώλης Μπαμπούσης: Σε κάθε μου νέα έκθεση βρίσκονται όλα τα βιώματα μου, ανοιχτά στον επισκέπτη της!
Πώς ξεκινήσατε να ασχολείστε με την τέχνη και τι σας ώθησε να συνεχίσετε;
Όταν ήμουν ακόμα φοιτητής της αρχιτεκτονικής, επισκέφθηκα μαζί με συμφοιτητές μου το ψυχιατρείο της Volterra, στην Ιταλία το 1973. Εκεί, κατασκευάσαμε μουσικά όργανα και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα παίζαμε μουσική με τους ασθενείς. Φωτογράφησα την όλη διαδικασία. Ήταν μια δυνατή εμπειρία που με ώθησε να καταθέσω ως αρχιτεκτονική πρόταση της διπλωματική μου εργασίας, αντί της ανέγερσης ενός ψυχιατρικού νοσοκομείου την κατεδάφιση του. Άφησα μόνο έναν τοίχο ως μνημείο εκείνου που υπήρξε. Πρόβαλα ένα slide show, το Volterra, με τη συγκεκριμένη μουσική και έστησα μια εγκατάσταση με ένα νοσοκομειακό κρεβάτι. Από τότε διάλεξα τον δρόμο της τέχνης.
Χρησιμοποιείτε τόσο τη φωτογραφία, το βίντεο και το σχέδιο όσο και τα κείμενα και τις εγκαταστάσεις. Ποιο μέσο όμως είναι αυτό που προτιμάτε ή νιώθετε πιο οικείο και γιατί;
Το σχέδιο και η γραφή ήταν και είναι για μένα, από την εποχή του δημοτικού το πιο άμεσο και οικείο μέσο, ένα μολύβι κι ένα οποιοδήποτε χαρτί το έβρισκα παντού. Τη φωτογραφία τη χρησιμοποίησα στην αρχή σαν μία γρήγορη σημείωση τεκμηρίωσης, αργότερα σαν το προνομιακό μου μέσο. Η πρώτη δουλειά που έδειξα στην Ιταλία ήταν με συνδυαστικά μέσα. Αργότερα, αγωνίσθηκα να καθιερωθεί η φωτογραφία σαν μέσο κατεύθυνσης στην ΑΣΚΤ, όπου από το 1999 δίδασκα φωτογραφία, όμως δεν τα κατάφερα και παραιτήθηκα το 2013, πρώτα από αντιπρύτανης και αμέσως μετά από τακτικός καθηγητής.
Γύρω από ποιες θεματικές κινείται το έργο σας και πώς αυτό έχει αλλάξει με τα χρόνια;
Υπάρχουν σταθερά ζητήματα της ανθρώπινης συνθήκης που με απασχολούν όπως εκείνα της μνήμης, της απώλειας, του εγκλεισμού, της συσσώρευσης, της φθοράς, του θανάτου και του αδιέξοδου. Γενικότερα, με ενδιαφέρει ο χώρος, σαν έννοια πνευματική, στην αρχιτεκτονική, την τέχνη, τη φωτογραφία και ο -εκτός του κάδρου της φωτογραφίας- κοινωνικός χώρος. Θεωρώ σημαντικό ο καλλιτέχνης να έχει μια στέρεη γνώση της ιστορίας, μία κριτική προσέγγιση για το παρόν και να διερωτάται τι μορφή μπορεί με τις ιδέες του, να δώσει στο μέλλον. Το παράπονο και η γκρίνια, ενίοτε είναι μια σημαντική κινητήρια δύναμη και ο θυμός μπορεί να γιγαντώνει τα έργα.
Τώρα στην τελευταία μου έκθεση στο Αλατζά Ιμαρέτ, διαπραγματεύομαι με κείμενα, σχέδια ανατομίας και φωτογραφίες τις εξαρτήσεις και τις δεσμεύσεις της δημιουργίας από τους θεσμούς της τέχνης, άλλα και με πιο προσωπικά θέματα που πιστεύω ότι έχουν μια οικουμενικότητα. Επιχειρώ παράλληλα με δυο βιντεοπροβολές φωτογραφιών μου και μια «ανατομία» του δικού μου βλέμματος.
Ένα πραγματικό βίωμα που σας έχει εμπνεύσει;
Θεωρώ την πραγματικότητα ακόμα σημαντική, πιστεύω ότι ξεπερνά κάθε φαντασία, ακόμα και την εικονική. Οπότε, σε κάθε μου νέα έκθεση είναι εκεί όλα τα βιώματα μου, ανοιχτά στον επισκέπτη της έκθεσης.
Υπάρχει κάτι που δε σας αρέσει στον χώρο της τέχνης;
Η απώλεια της εξουσίας και της δύναμης του δημιουργού από όλους τους μεσάζοντες της τέχνης, είναι εντυπωσιακή. Αν και οφείλουν την επαγγελματική τους ύπαρξη στους καλλιτέχνες, αν και αναφέρονται με τα καλύτερα λόγια στο έργο τους, στην πράξη ο καλλιτέχνης έχει καταντήσει ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Συχνά, χωρίς να ξοδέψουν κυριολεκτικά ένα ευρώ ή ένα λεπτό γι’ αυτόν, προβάλλουν μόνο το πόσο οι ίδιοι είναι πολύτιμοι και απαραίτητοι. Στη βάση της ιεραρχίας της τέχνης παραμένουν το κεφάλαιο, οι τράπεζες, οι συλλέκτες, οι dealers, δηλαδή οι έμποροι της αγοράς της τέχνης, οι διαχειριστές, ακολουθούν οι θεσμοί, οι διευθυντές, οι επιμελητές, οι θεωρητικοί, και τελευταίοι, σήμερα, έρχονται οι ίδιοι οι εικαστικοί καλλιτέχνες, των οποίων η πλειοψηφία έχει μετατραπεί σε επαίτες χρηματοδότησης και εκθέσεων.
Ποια είναι η καλύτερη συμβουλή που έχετε δεχτεί και θυμάστε μέχρι σήμερα;
Θυμάμαι, ότι δεν δείχνουμε τα έργα μας, αλλά τον εαυτό μας. Ότι κάνουμε ένα έργο για να συναντήσουμε τον άλλον, ότι οι δρόμοι είναι πολλοί και πως οι μικροί «ανώνυμοι» έχουν μια γοητεία.
Πώς βλέπετε το μέλλον και τι περιμένετε από αυτό;
Όσο αφορά το προσωπικό μέλλον, στα 23 μου απαντούσα ότι ήμουν ακόμα 18 χρονών, στα γενέθλια των 30 θεωρούσα ότι ήμουν γέρος, Τι λέμε στις ευχές των γενεθλίων; Να ζήσεις Μανώλη και χρόνια πολλά μεγάλος να γίνεις με άσπρα μαλλιά κ.λπ.. Νομίζω ότι ένας καλλιτέχνης μετά τον θάνατο του, δεν διαχειρίζεται πλέον τη δουλειά του, το ζήτημα είναι να είναι τυχερός και να έχει προλάβει να την οργανώσει ο ίδιος πριν. Πιο μέλλον έρχεται; Φαντάζομαι ένας μεσαίωνας υψηλοτάτης τεχνολογίας. Εδώ και πάρα πολλά χρόνια είχα σχεδιάσει και εκθέσει το νεκροταφείο των ανωνύμων καλλιτεχνών όπου ακριβώς, ο καθένας προέβαλλε στο δικό του άσπρο μάρμαρο, το video με τη ζωή και το έργο του, με προηγμένες τεχνολογίες αναπαραγωγής αισθήσεων, μετατρέποντας την ανώνυμη ανθρώπινη εμπειρία, σε κοινή θέα, σ’ ένα διαρκώς ανανεούμενο και επισκέψιμο μουσείο, το οποίο λειτουργούσε με ηλιακή ενέργεια, όσο υπήρχε ακόμα ήλιος και πριν επιστρέψει ο άνθρωπος στις σπηλιές. Από εκεί θα έχουν σίγουρα εκείνοι τη δυνατότητα να μας βλέπουν, να μας ακούν, να μας σκέπτονται.
Μανώλης Μπαμπούσης: «Προσοχή εκτελούνται έργα»
Διάρκεια έκθεσης: 1 Οκτωβρίου έως 3 Νοεμβρίου 2018
Αλατζά Ιμαρέτ
Κασσάνδρου 91-93, Θεσσαλονίκη
Tηλ.: 2310 278587 και 2313 318538
E-mail: [email protected]
Ώρες λειτουργίας: Τρίτη έως Σάββατο 11.00 έως 18.00
*Η Φωτογραφία του Μανώλη Μπαμπούση είναι του Πάρι Ταβιτιάν/Lifo.