Έκθεση: Πυροτεχνήματα εκτός εποχής – Ριβιέρα
Θερινό σινεμά, σε χειμερία νάρκη, ή μήπως όχι ;
Ο θερινός κινηματογράφος «Ριβιέρα», στα Εξάρχεια, μεταμορφώνεται σε γκαλερί, για ένα σαββατοκύριακο, και φιλοξενεί μία πολύ ενδιαφέρουσα εικαστική έκθεση, που φέρει τον τίτλο “Πυροτεχνήματα εκτός εποχής – Ριβιέρα’’. Λίγο πριν τα επίσημα εγκαίνια, μιλήσαμε με την επιμελήτρια της έκθεσης, Γαλήνη Νόττι, για το concept της έκθεσης και για το τι είναι τελικά τα πυροτεχνήματα εκτός εποχής. Προσοχή: η έκθεση διαρκεί λίγο, όπως άλλωστε και ένα πυροτέχνημα .
Τι σε οδήγησε στο να πραγματοποιήσεις μία εικαστική έκθεση, σε ένα θερινό σινεμά και μάλιστα, μέσα στον χειμώνα ;
Στην ιδέα αυτής της έκθεσης, με οδήγησε ο ίδιος ο χώρος και ειδικά η χειμερινή του όψη. Επειδή μένω στη γειτονιά, περνάω σχεδόν καθημερινά από τη Βαλτετσίου. Το καλοκαίρι πηγαίνω συχνά στη «Ριβιέρα», για να δω ταινίες, ενώ το χειμώνα την κοιτάω απ’ έξω. Εδώ και χρόνια, παρατηρώ πως αλλάζει το χειμώνα, όταν είναι κλειστή. Μοιάζει με απροσπέλαστο κήπο, που χωρίς κάποια επέμβαση και χωρίς την παρουσία ανθρώπων, αφήνεται σε μια πιο φυσική κατάσταση. Μέσα από αυτή την παρατήρηση, προέκυψε και η ιδέα του να γίνει μια έκθεση εκεί.
Με ενδιέφερε η μη λειτουργία του σινεμά και το πως αλλιώς μπορεί να λειτουργήσει ο χώρος. Για πολλούς Αθηναίους, ίσως, η «Ριβιέρα» να είναι ένα οικείο μέρος, συνδεδεμένο με το καλοκαίρι ή με κάποιες ταινίες. Η έκθεση αναπτύσσεται, όπως ένα όνειρο, όπου ένα οικείο μέρος μπορεί να είναι διαφορετικό, ή ένα άγνωστο μέρος, μπορεί να φαίνεται γνώριμο. Αποτελεί κάτι σαν παρένθεση, τόσο στην καθιερωμένη λειτουργία του χώρου, ως σινεμά, όσο και στην παύση αυτής της λειτουργίας, για το χειμώνα.
Η επιλογή του θερινού κινηματογράφου «Ριβιέρα» στα Εξάρχεια, αποτέλεσε συνειδητή επιλογή ή προέκυψε στην πορεία; Συνδέεται η έκθεση, με την ιστορία του κινηματογράφου;
Το ότι η έκθεση γίνεται το χειμώνα και είναι άκαιρη, επίσης, είναι κάτι, που με ενδιέφερε. Ήταν πολύ συνειδητή επιλογή. Θέλω πολύ να δω πως μπορεί να επιδράσει ο καιρός, κάτι που δε μπορώ να προβλέψω ή να ορίσω, στην πρόσληψη των έργων, στην προσέλευση και συνάθροιση του κόσμου, στην όλη αίσθηση και εμπειρία της έκθεσης. Επίσης, ο καιρός έχει τη σημασία τόσο των μετεωρολογικών, όσο και των κοινωνικών συνθηκών, και νομίζω ότι η έννοια του άκαιρου, μας καλεί να ορίσουμε τι είναι επίκαιρο.
Το ίδιο το κινηματογραφικό στοιχείο είναι κάτι, που υπάρχει, ήδη, έντονα στο χώρο και με αυτή την έννοια, δεν είναι κάτι, στο οποίο ήθελα να επικεντρωθώ και να το υπερτονίσω, αλλά ούτε και να το παραβλέψω. Επίσης, το θέαμα είναι συστατικό στοιχείο της εμπειρίας μας. Η έκθεση δε συνδέεται άμεσα με την ιστορία του κινηματογράφου «Ριβιέρα», ούτε με την ιστορία του κινηματογράφου, γενικότερα, αν και περιλαμβάνει ένα ιστορικό performance film της Joan Jonas. Έχει να κάνει περισσότερο με τη «Ριβιέρα», ως τόπο: ως σινεμά στα Εξάρχεια, ως θέρετρο στην Κυανή Ακτή.
Τι ακριβώς θα περιλαμβάνει η έκθεση ;
Η έκθεση περιλαμβάνει κυρίως γλυπτά, εγκαταστάσεις, φιλμ και βίντεο. Νομίζω πως δίνει την αίσθηση ενός κήπου, με γλυπτά, αλλά υπάρχει έντονα και το στοιχείο της προβολής. Επίσης, στις προθήκες του σινεμά, παρουσιάζεται μια έκδοση της Βαλεντίνας Κάργα και ένα έργο της Ζωής Γιαμπουλντάκη, με νέες και αρχειακές φωτογραφίες. Τα έργα αυτά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την έκθεση και ταυτόχρονα, μέρος του δημόσιου χώρου, καθώς μπορεί να τα δει οποιοσδήποτε περάσει απ’ έξω. Λόγω των συνθηκών, δε θα ήταν δυνατή η παρουσίαση ζωγραφικών έργων, ή γενικότερα, πολύ εύθραυστων έργων, τα οποία θα κινδύνευαν από τον καιρό. Επίσης, τα έξι από τα δώδεκα έργα, που παρουσιάζονται στην έκθεση, είναι νέες παραγωγές.
Ένα θερινό σινεμά δεν είναι σίγουρα ένας συνηθισμένος χώρος πραγματοποίησης εικαστικής έκθεσης. Για εσένα, σαν επιμελήτρια, αποτέλεσε πρόκληση; Τι ρόλο έπαιξε στην “επιμελητική” προσέγγιση ;
Επειδή ο ίδιος ο χώρος με οδήγησε στην έκθεση, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της. Πρόκειται για μια έκθεση, φτιαγμένη για τη «Ριβιέρα». Η επέμβαση, σε αυτόν, έγινε μέσα από χειρονομίες, που δημιουργούν μια άλλη συνθήκη, χωρίς να το αλλάζουν. Οι πρακτικές δυσκολίες ήταν αρκετές, και λόγω του καιρού και λόγω των διαφορετικών αναγκών, που έχουν οι εικαστικές εκθέσεις, από τις ανάγκες ενός σινεμά. Πόσο μάλλον, σε μια περίοδο, που δε λειτουργεί. Η ιδιοκτήτρια του σινεμά και ο συνεργάτης της ήταν πολύ υποστηρικτικοί, σε αυτή τη διαδικασία, και φυσικά, όλο αυτό δε θα γινόταν, χωρίς τη συνεργασία και την υποστήριξη των καλλιτεχνών, που ανταποκρίθηκαν θετικά, και στην ιδέα της έκθεσης και στις πρακτικές δυσκολίες και προϋποθέσεις. Νομίζω ότι είδαμε, από κοινού με τους καλλιτέχνες, αυτή την έκθεση, ως μια δυνατότητα, για να υπάρξουν νέα έργα ή για να μεταφραστούν τα ήδη υπάρχοντα, στο εννοιολογικό πλαίσιο και στο χώρο της έκθεσης. Ήταν σίγουρα μια “επιμελητική” και καλλιτεχνική πρόκληση, την οποία αναλάβαμε όλοι, με πάρα πολύ μεγάλη όρεξη, ενθουσιασμό και πολλή δουλειά και από κει και πέρα, πραγματικά, βλέπω αυτη την έκθεση, ως πρόσκληση, για το μοίρασμα μιας κοινής εμπειρίας με τον κόσμο.
Στο δελτίο τύπου της έκθεσης, διαβάζω: «{η έκθεση} Επιχειρεί να δημιουργήσει ένα περιβάλλον παρατήρησης, μέσα από μια ποιητική μετατόπιση, μέσα από μια συνθήκη ‘εκτός τόπου και χρόνου’, που αναπτύσσεται, όπως ένα όνειρο, κατά τη διάρκεια του ύπνου». Πώς, ακριβώς, επιτυγχάνεται, μέσα από τα έργα, αυτή η ποιητική μετατόπιση?
Αν και κάθε έργο έχει την αυτονομία του, τη δική του ιστορία και διαπραγμάτευση, η παρουσία του στην έκθεση, η σχέση του με το χώρο και με τα άλλα έργα, το εντάσσει σε ένα συνολικό περιβάλλον, του οποίου είναι οργανικό κομμάτι. Τα μισά έργα, όπως ανέφερα, έχουν γίνει ειδικά για την έκθεση. Όλη η έκθεση έχει κάτι παράδοξο, λειτουργεί μέσα από μια αντιστροφή και τα έργα εξερευνούν αυτή την αντιστροφή, στο χώρο και το χρόνο. Ο χώρος είναι ένα σινεμά, το οποίο γίνεται κήπος, μέσα στον οποίο υπάρχουν γλυπτά και ένα περίπτερο-παρατηρητήριο-παβίλιον. Αν και είναι νύχτα, παρουσιάζεται το στοιχείο του ήλιου, μια αρχετυπική εικόνα, που μας συνδέει με τον κόσμο. Επίσης, σκάνε πυροτεχνήματα, όπως συμβαίνει κάθε χρόνο το καλοκαίρι, στις Κάννες, στο Φεστιβαλ Πυροτεχνικής Τέχνης, που γίνεται εκεί. Βέβαια, και στα Εξάρχεια, είναι σύνηθες να σκάει κάτι. Στις προσθήκες του σινεμά, παρουσιάζονται έργα, που δεν έχουν να κάνουν με τις ταινίες, που θα προβληθούν προσεχώς. Στις γυναικείες τουαλέτες, παρουσιάζεται ένα γλυπτό, που δημιουργεί ένα άλλο τοπίο. Νομίζω ότι όλα δημιουργούν αυτή την αίσθηση του ονείρου, της μετατόπισης, της αίσθησης ότι είσαι στη «Ριβιέρα» και ενδεχομένως, ένα ερώτημα, για το που είναι η Ριβιέρα.
Ο τίτλος της έκθεσης είναι «Πυροτεχνήματα εκτός εποχής – Ριβιέρα». Σκέφτομαι πως και η ίδια η έκθεση λειτουργεί ως ένα πυροτέχνημα, μέσα στην απουσία ζωής του κινηματογράφου, τους χειμερινούς μήνες. Τί αντίκτυπο μπορεί να έχει ένα πυροτέχνημα εκτός εποχής ; Ένα πυροτέχνημα διαρκεί λίγο και είναι καταδικασμένο να σβήσει. Τι αφήνει, τελικά, στο χώρο και πως τον επηρεάζει η έκθεση ;
Κι εγώ αισθάνομαι ότι η έκθεση είναι ένα πυροτέχνημα. Ο τίτλος είναι αρκετά κυριολεκτικός, μέσα στην παραδοξότητά του. Η έκθεση έχει πάρα πολύ να κάνει με το χρόνο, με τη μοναδική στιγμή και τις δυνατότητες, που μπορεί να περικλείει. Είναι μια έκθεση, της οποίας η σύντομη διάρκεια σχετίζεται με αυτό που επιχειρεί: μια εμπειρία και το μοίρασμά της, μια ‘υπνοβασία’, στη χειμερία νάρκη της «Ριβιέρας». Η έλλειψη διάρκειας, μερικές φορές, δημιουργεί μια αίσθηση απώλειας και υποτιμάται. Όταν λέμε για κάτι ότι είναι ‘πυροτέχνημα’, του δίνουμε, συνήθως, μια αρνητική σημασία. Στην έκθεση βλέπω το πυροτέχνημα, περισσότερο ως κάτι μαγικό, ως κάτι που φωτίζει μια στιγμή, ως μια έκρηξη στον αέρα. Επίσης, το πυροτέχνημα έχει σχέση και με τον κινηματογράφο και τη σχέση αυτή διαπραγματευόταν η έκθεση ‘Les nuits electriques’, που έχει παρουσιαστεί στο LΑΒoral Centro de Arte y Creación Industrial, στη Gijón, το 2011. Νομίζω ότι αυτό που μένει, τελικά, είναι η ανάμνηση και ότι η ένταση της εμπειρίας, του βιώματος και της ανάμνησης, δεν έχει, απαραίτητα, να κάνει με τη διάρκεια. Η «Ριβιέρα» λειτουργεί από το 1969 και νομίζω ότι αρκετός κόσμος έχει αναμνήσεις από εκεί, αλλά κατά κάποιο τρόπο, και ο χώρος φέρει τις αναμνήσεις των ανθρώπων, που έχουν καθίσει στις καρέκελες του. Ίσως αυτό, που μπορεί να μείνει από την έκθεση, είναι αντίστοιχο με αυτό, που μπορεί να μείνει κι από μια ταινία. Εγγράφεται μέσα μας, αλλά και στο φυσικό χώρο, ως μνήμη.
Συμμετέχουν: Πάκυ Βλασσοπούλου, Ζωή Γιαμπουλντάκη, Mike Gibisser, Joan Jonas, Βαλεντίνα Κάργα, Χρυσάνθη Κουμιανάκη, Κοσμάς Νικολάου, Χριστόδουλος Παναγιώτου, Βασίλης Παπαγεωργίου, Κώστας Ρουσσάκης, Ελένη Φύλα
Κινηματογράφος «Ριβιέρα»
Βαλτετσίου 46, Εξάρχεια
Διάρκεια έκθεσης : 30 Γενάρη – 1 Φλεβάρη 2015
Εγκαίνια : Παρασκευή 30/01 , 20:00
Σάββατο 31/01 και Κυριακή 01/02 : 18:00 – 23:00
Valentina Karga